Τρεις πρώην υπουργοί Οικονομικών της χώρας, ο Γιώργος Αλογοσκούφης, ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, κλήθηκαν να απαντήσουν για τις αποφάσεις για τις οποίες μετάνιωσαν.
Στο πλαίσιο του συνεδρίου της «Καθημερινής», και με αντικείμενο την πορεία της οικονομίας κατά την περίοδο της Μεταπολίτευσης, τη σκηνή μοιράστηκαν οι τρεις πρώην υπουργοί, από Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ.
Στο πάνελ συμμετείχαν επίσης, θέτοντας ερωτήσεις, ο Νίκος Βέττας, γενικός διευθυντής του IOBE και καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, η Μιράντα Ξαφά, διευθύνουσα σύμβουλος της EF Consulting, και ο Παναγής Βουρλούμης, πρώην πρόεδρος του ΟΤΕ, ενώ συντόνιζε ο δημοσιογράφος της «Καθημερινής» Βασίλης Ζήρας.
Από την πλευρά του, ο πρώην υπουργός Οικονομικών και Οικονομίας Γ. Αλογοσκούφης τόνισε ότι κατά τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης υπήρχαν μέτρα τα οποία δεν μπορούσαν να ληφθούν για πολιτικούς λόγους.
«Αν έβγαινε μια κυβέρνηση εκείνη την περίοδο, της ευφορίας, να μειώσει τους ονομαστικούς μισθούς, όπως έκανε η τρόικα, θα έφευγε στο επόμενο δευτερόλεπτο» ανέφερε χαρακτηριστικά, σημειώνοντας σε άλλη αποστροφή του: «Δεν κυβερνούν οι υπουργοί Οικονομικών. Κυβερνούν οι πρωθυπουργοί. Και αυτοί καμιά φορά δεν κυβερνούν».
Σε ό,τι αφορά τη δική του θητεία στο τιμόνι της οικονομίας, ανέφερε ότι ανησυχούσε από την πρώτη στιγμή ανάληψης των καθηκόντων του, λέγοντας πως η κακή δημοσιονομική κατάσταση της χώρας είχε φανεί ήδη από το 2004.
«Το κύριο ζητούμενο ήταν να διατηρήσουμε την εμπιστοσύνη των αγορών. Αυτή η εμπιστοσύνη χάθηκε από το 2009 και μετά», τόνισε με νόημα. Προέβλεψε, επίσης, ότι θα επανέλθει κάποια στιγμή «ο εφιάλτης του χρέους» στη χώρα, αν δεν γίνουν μεταρρυθμίσεις.
Την ανησυχία του για την πορεία της οικονομίας μακροπρόθεσμα μοιράστηκε και ο κ. Παπακωνσταντίνου: «Πρέπει να ανησυχούμε πάρα πολύ, διότι όποιες προσαρμογές κι αν έχουμε κάνει, δεν επαρκούν. Δεν καθρεφτίζονται ούτε στα μακροοικονομικά δεδομένα».
Μιλώντας για την περίοδο της κρίσης, ο κ. Παπακωνσταντίνου εκτίμησε ότι το πολιτικό σύστημα της χώρας, συνολικά, ποτέ δεν θέλησε να δει την αλήθεια κατάματα.
«Είχαμε μια κυβέρνηση η οποία επέλεξε να κάνει το μόνο δυνατό εκείνη τη στιγμή και αυτό φάνηκε γιατί όλες οι κυβερνήσεις στη συνέχεια ακολούθησαν τον ίδιο καμβά. Τότε, όμως, ήμασταν οι "προδότες που πουλούσαν τη χώρα”», σημείωσε.
Αναφερόμενος στα διδάγματα της χώρας από την κρίση, σχολίασε χαρακτηριστικά: «Μάθαμε να μετράμε και να προσέχουμε. Όμως δεν μάθαμε πραγματικά. Διότι το αφήγημα γύρω από την κρίση εξακολουθεί να είναι προβληματικό. Άλλες χώρες μετά από κρίσεις έχουν φτιάξει επιτροπές αλήθειας. Το μεγάλο στοίχημα είναι να αλλάξει η πολιτική κουλτούρα και να λαμβάνονται εγκαίρως οι απαραίτητες αποφάσεις».
Κάνοντας μια αναδρομή στο παρελθόν, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος επισήμανε ότι οι ανισότητες δεν αντιμετωπίστηκαν σε μεγάλο βαθμό στη Μεταπολίτευση, ενώ παρατήρησε ότι τη δεκαετία του '90 Κεντροδεξιά και Κεντροαριστερά έπαψαν να διαφοροποιούνται ουσιαστικά στην οικονομική τους πολιτική.
Σε ό,τι αφορά το 2015, ο κ. Τσακαλώτος αμφισβήτησε το κόστος της πρώτης διαπραγμάτευσης ΣΥΡΙΖΑ: «Ήταν από τα πράγματα που με στεναχώρησαν περισσότερο. Είναι γελοίο και ασόβαρο να μιλάμε για κόστος 86 δισεκατομμυρίων».
Απέδωσε μάλιστα στους Ευρωπαίους αξιωματούχους πολιτικά κίνητρα: «Η Ευρώπη ήθελε την ήττα της Αριστεράς, ήταν λίγα τα πράγματα που θα μπορούσαμε να κάνουμε».
Ο ίδιος πρόσθεσε σε άλλο σημείο της συζήτησης: «Ως υπουργός Οικονομικών, προφανώς χρειάστηκε να συμβιβαστώ με τους πιστωτές, αλλά δεν παίρνω πίσω την πεποίθηση ότι ήταν λάθος η πολιτική της λιτότητας».
Όταν και οι τρεις πρώην υπουργοί Οικονομικών κλήθηκαν να μοιραστούν από μία απόφαση για την οποία έχουν μετανιώσει, ο κ. Τσακαλώτος ανέφερε την προκαταβολή φόρου ως τη χειρότερη από τις επιλογές που αναγκάστηκε να εφαρμόσει η τότε κυβέρνηση, ο κ. Παπακωνσταντίνου το επίδομα αλληλεγγύης, το οποίο «ήταν καλή κίνηση δημοσιονομικά, αλλά κακή πολιτικά», και ο κ. Αλογοσκούφης τη δήλωση ότι η ελληνική οικονομία ήταν θωρακισμένη, διευκρινίζοντας ότι απευθυνόταν στις αγορές, προκειμένου να τις καθησυχάσει.