Ενα από τα σπουδαιότερα μοναστήρια των Αγράφων υπήρξε η Ιερά Μονή Ρεντίνας, η οποία βρίσκεται σε απόσταση μόλις επτά χιλιομέτρων νοτιοανατολικά της ομώνυμης ιστορικής κοινότητας.Ο χρόνος ίδρυσής του είναι άγνωστος, αλλά ανακαινίσθηκε σύμφωνα με σωζόμενη επιγραφή το 1579, ενώ το σημερινό καθολικό κτίσθηκε το 1640 με δαπάνες της αρχοντικής οικογένειας Σταβογγίνη ή Στραβοένογλου από το Σμόκοβο.
Η μονή τιμάται στο όνομα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και στη μνήμη του Αγίου Βασιλείου Αγκύρας.
Η ακμή του στην Τουρκοκρατία - Κέντρο επαναστατικών γεγονότων
Το μοναστήρι, αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η αρχαιολόγος Σταυρούλα Σδρόλια, γνώρισε μεγάλη ακμή κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, όταν σε αυτό εγκαταβιούσαν περισσότεροι από 50 μοναχοί και διέθετε τεράστια ακίνητη περιουσία στις γύρω περιοχές, αλλά και μετόχια στη Ρωσία ώστε να ονομάζεται το Ρωσικό.
Κατείχε μεγάλης αξίας κειμήλια και σημαντική βιβλιοθήκη. Aπό τις αρχές του 18ου αι., η μονή διατηρούσε σχολή για τα ελληνικά Γράμματα, η οποία εξελίχθηκε σε σχολή ανώτερης μόρφωσης.
Η μονή έγινε επίσης το κέντρο διαφόρων επαναστατικών γεγονότων και γι' αυτό έπαθε μεγάλες καταστροφές. Έτσι, σημειώνει η κ. Σδρόλια, στην απογραφή του 1881, κατά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας, καταγράφεται με επτά μοναχούς, ενώ μετά την απελευθέρωση εγκαταλείφθηκε για πολλά χρόνια με αποτέλεσμα να χαθούν πολύτιμα χειρόγραφα και κώδικές του. Για λίγα χρόνια αποτέλεσε μετόχι της Μονής Κορώνας και το 1927 επανασυστήθηκε από τον λόγιο μητροπολίτη Ιεζεκιήλ.
Μια σπουδαία αρχιτεκτονική
Στον οχυρωματικό περίβολο της μονής, ο σημερινός επισκέπτης εισέρχεται μέσω της ανατολικής πύλης. Μια δεύτερη πύλη υπάρχει στην ανατολική πλευρά του περιβόλου. Στο κέντρο του περιβόλου βρίσκεται το καθολικό, ένας αγιορείτικου τύπου τετρακιόνιος ναός. Στη δυτική του πλευρά φέρει εσωνάρθηκα- λιτή και εξωνάρθηκα με εξαιρετικά αξιόλογες από την άποψη της εικονογραφίας αγιογραφίες. Αριστερά και δεξιά του εσωνάρθηκα είναι προσκολλημένα τα παρεκκλήσια των Αγίων Αποστόλων και Αγίου Νικολάου (νότια) και Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου (βόρεια). Στη ΒΔ γωνία του κυρίως ναού βρίσκεται η κρύπτη-οστεοφυλάκιο, στην οποία κατέρχεται κανείς με μικρή κλίμακα.
Το εξαιρετικής τέχνης ξυλόγλυπτο τέμπλο του καθολικού κατασκευάσθηκε το 1659, αλλά οι εικόνες που βρίσκονται στο επιστύλιο του ίδιου τέμπλου φιλοτεχνήθηκαν στις αρχές του 17ου αι. πιθανότατα από τον αγιογράφο Ιωάννη τον «ευτελή».
Το 1662 -και πάλι με χορηγία της οικογένειας Στραβοένογλου- φιλοτεχνήθηκαν οι τοιχογραφίες του κυρίως ναού από έναν άλλο αγιογράφο με το όνομα Ιωάννης, που εργάσθηκε λίγα χρόνια νωρίτερα στον ενοριακό ναό Κοιμήσεως στη Ρεντίνα. Ο ίδιος ζωγράφος, ένας από τους καλύτερους των Αγράφων, αγιογράφησε δεκαπέντε χρόνια μετά τον νάρθηκα του καθολικού.
Οι τοιχογραφίες, όπως και το τέμπλο του παρεκκλησίου των Αγίων Αποστόλων και Αγίου Νικολάου, χρονολογούνται με επιγραφή στα 1743. Στο παρεκκλήσιο του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου διασώζεται το ξυλόγλυπτο τέμπλο και μέρος των εικόνων του, που μπορούν να χρονολογηθούν στις αρχές του 18ου αι.
Ανατολικά και δυτικά του καθολικού αναπτύσσονται οι πτέρυγες των κελλιών της μονής, ανάλογες των οποίων υπήρχαν κάποτε και στις άλλες δύο πλευρές (βόρεια και νότια), εξασφαλίζοντας έτσι ενδιαιτήματα για εβδομήντα περίπου μοναχούς.
Στο μέσο των κελλιών της δυτικής πτέρυγας, δίπλα στο άλλοτε ηγουμενείο, βρίσκεται κρυμμένο το παρεκκλήσιο του Τιμίου Σταυρού, το οποίο η τοπική παράδοση ονομάζει Κρυφό Σχολειό. Η αγιογράφηση του παρεκκλησίου του Τιμίου Σταυρού έγινε στις αρχές του 18ου αι. Το τέμπλο και οι εικόνες του παρεκκλησίου του Τιμίου Σταυρού φυλάσσονται σήμερα στο Εκκλησιαστικό Μουσείο Ρεντίνας.
Οι τοιχογραφίες αυτές, καταλήγει η αρχαιολόγος, όπως και εκείνες του εξωνάρθηκα, παρουσιάζουν σχέση με το έργο του περίφημου ζωγράφου Διονυσίου από το γειτονικό Φουρνά, ο οποίος διατηρούσε σχέσεις με τον ηγούμενο της μονής.