Ενα ιδιαίτερα εγκωμιαστικό πορτρέτο του Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά φιλοξενεί σήμερα η εφημερίδα Τα Νέα και εξυμνεί την ικανότητά του να διοικεί, να ισορροπεί μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων και να προβλέπει.
Γράφει ο Δημήτρης Μητρόπουλος στη στήλη του με τίτλο «Γραμμοσκίαση»:
ΔΕΝ έχει περάσει ένας χρόνος από τη θριαμβευτική και άνετη εκλογή του, αλλά οι αφροί από τις σαμπάνιες έχουν εξατμισθεί. Οι δημοσκοπήσεις γράφουν αρνητικά ρεκόρ, τα social media φλέγονται από καμπάνιες εναντίον του, οι σχολιαστές είναι από επιφυλακτικοί ώς αρνητικοί, ώς απαξιωτικοί. Ο λόγος για τον Φρανσουά Ολάντ – που είχε περάσει πριν από ενάμιση μήνα από την Αθήνα. Δυσκολεύεται κανείς να πιστέψει ότι ο γάλλος Πρόεδρος έχει μπροστά του τεσσεράμισι χρόνια θητείας. Η διακυβέρνηση δεν είναι παίξε γέλασε στα χρόνια της μεγάλης κρίσης.
Η Γαλλία δεν έχει ύφεση όπως η Ελλάδα. Αλλά στο εννιάμηνο ο Αντώνης Σαμαράς δεν έχει αντιστάσεις όπως αυτές που συναντά ο Ολάντ. Ισα ίσα, ο Πρωθυπουργός έχει σταθεροποιήσει τη βάση και διευρύνει την απήχησή του. Ισως και γιατί στο διάστημα αυτό η πολιτική του φυσιογνωμία έχει αποκτήσει πρόσθετη γραμμοσκίαση. Την ίδια ώρα χρήσιμη παραλληλία με την Ελλάδα δεν προσφέρει μόνο η Γαλλία αλλά και η Ιταλία. Υποτίθεται ότι ο Μόντι ήταν ένας υπερ- Παπαδήμος. Ωστόσο, ο Μόντι κατέληξε παγιδευμένος υπηρεσιακός Πρωθυπουργός σε μια Ιταλία όπου η συγκρότηση κυβέρνησης συνεργασίας φαίνεται όλο και πιο δύσκολη. Με σύγκριση τον Μπερλουσκόνι και τον Γκρίλο, η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου-Κουβέλη αποτελεί όαση.
Αν έχουν όλα αυτά προκύψει είναι γιατί ο Σαμαράς αποδεικνύεται πολιτικός με έμφυτη συναίσθηση του τι θα πει αυτό που στη διαπραγματευτική θεωρία αποκαλείται «παιχνίδι πολλών επιπέδων». Ο Πρωθυπουργός πρέπει να χειρίζεται τον Βενιζέλο και τον Κουβέλη, την ίδια ώρα που είναι υποχρεωμένος να αντιμετωπίζει τα αιτήματα της τρόικας. Το να λες στους μεν, δηλαδή στους τροϊκανούς, «δεν μπορώ να το κάνω αυτό γιατί δεν συμφωνούν οι εταίροι μου στην κυβέρνηση» δεν φτάνει. Το έλεγε ο Νίκος Αναστασιάδης στις Βρυξέλλες, επιμένοντας ότι «δεν μπορώ να τα περάσω αυτά από το Κοινοβούλιο της χώρας μου», χωρίς όμως να αποσπάσει καμία διαπραγματευτική υποχώρηση. Το παιχνίδι έχει σκληρύνει. Ακόμη χειρότερα: έτσι όπως είναι δομημένο το σύστημα ελέγχου της Ελλάδας από κλιμάκιο γραφειοκρατών τριών διαφορετικών οργανισμών (Κομισιόν, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ΔΝΤ), ο έλληνας Πρωθυπουργός δεν μπορεί να χειριστεί πολιτικά την όλη υπόθεση, απευθυνόμενους στους ομολόγους. Μέρκελ, Ολάντ και λοιποί δεν έχουν άμεση αναφορά από τους τροϊκανούς που δεν λαμβάνουν σε ανοιχτή γραμμή διαπραγματευτικές οδηγίες από το Βερολίνο ή το Παρίσι.
Η μέθοδος Σαμαρά συνίσταται στο να βλέπει ο ίδιος την τρόικα ώστε να έχει αμεσότητα αντίληψης της κατάστασης. Και να χειρίζεται τις ισορροπίες στην κυβέρνηση των τριών όχι τόσο για να οδηγεί στα άκρα τη διαπραγμάτευση με την τρόικα όσο για να επιμερίζονται και να απορροφώνται οι κραδασμοί. Αν ο Βενιζέλος έχει βοηθήσει βάζοντας πλάτη στη Βουλή, ο Κουβέλης βοηθάει με τη συμμετοχή του κόμματός του στην κυβέρνηση. Αλλο ότι ο δεύτερος δεν βοηθά τον πρώτο με τη συμπεριφορά του. Ολα αυτά ενώ το πλαίσιο του οικονομικού προγράμματος παραμένει ασφυκτικό – όπως φάνηκε και από το φύγε-έλα της τρόικας που δεν ήταν χωρίς αξία.
Για όλα αυτά, ο Απρίλιος είναι μήνας κρίσιμος. Εκτός από την επιστροφή της τρόικας, έχει επίσης ξεκίνημα της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών και κύριο πιάτο ιδιωτικοποιήσεων. Αν δεν είχαμε τον φόβο της Κύπρου, θα μπορούσαμε να είμαστε λίγο αισιόδοξοι.