Η γενιά η δική μου γεννήθηκε σχεδόν ταυτόχρονα με την Γ' Ελληνική Δημοκρατία, έζησε στην εφηβεία το απόγειο της , ενηλικιώθηκε μαζί της αφήνοντας πίσω παιδικές ασθένειες αλλά όχι και πολιτικές παθογένειες, την είδε να ανθεί, να ωριμάζει, σε κάποια σημεία να εκφυλίζεται, να μαραίνεται και τώρα να σβήνει σιγά -σιγά δίνοντας τη θέση της στην Δ' περίοδο της Ελληνικής Δημοκρατίας» γράφει ο Νίκος Τσολακίδης, από τα ιδρυτικά στελέχη της κίνησης ΡΙΚΣΣΥ.
Με ανάρτησή του στον ιστόροπο του ΡΙΚΣΣΥ ο κ. Τσολακίδης γράφει:
Δεν δόθηκε σε εμάς ποτέ η ευκαιρία για μεγάλες επαναστάσεις, δεν τις είχε ανάγκη η εποχή μας, δεν είχαμε εμείς 1-1-4, ούτε ψωμί- παιδεία – ελευθερία. Σε βιοτικό επίπεδο στερηθήκαμε σίγουρα τα λιγότερα υλικά αγαθά από όλες τις προηγούμενες γενιές. Βέβαια το παιδί δεν μεγαλώνει μόνο με τροφή και στοργή χρειάζεται ερεθίσματα που εμείς μάλλον στερηθήκαμε σε μεγάλο βαθμό, καθώς δεν υπήρχε κάτι για να αγωνιστούμε, σε μια εποχή ευμάρειας τα περισσότερα είναι λυμένα και όσα δεν λύνονται, ίσως θεωρούνται υπερβολική πολυτέλεια ή δεν ενδιαφέρει τους διοικούντες η λύση τους.
Στερηθήκαμε βέβαια ιδανικά, οράματα και έναν γνήσιο πολιτικό λόγο, καθώς στα δικά μας χρόνια έλαχε και η παρακμή των αμφιθεάτρων. Όμως μάθαμε να οργανώνουμε ο κάθε ένας τη δική του άμυνα στο χυδαίο, στο εφήμερο και το ψεύτικο, κοινωνικοποιούμασταν και ενσωματωνόμαστε σε μια κοινωνία που όντας ευημερούσα δεν είχε χώρο και χρόνο για ιδέες, διάλογο και ουσιαστική επικοινωνία. Ήταν ένα μοντέλο μαζικό, ανάπτυξη βλέποντας και κάνοντας, ένας τυφλοσούρτης. Κανείς τότε δεν είχε χρόνο και την όρεξη να φωνάξει για προβλήματα και στρεβλώσεις που μεγάλωναν καθώς αναπτυσσόταν η πατρίδα, για αναξιοκρατία, για κομματισμό, για κρατισμό, για στρεβλό συνδικαλισμό, για προνόμια που δημιουργούνταν σε ομάδες, για ομάδες εξουσίας και νομής της, όσοι ύψωναν φωνή ενάντια στο ρεύμα του Ελληνικού ονείρου, θεωρούνταν γραφικοί και περιθωριοποιούνταν εύκολα.
Η φτώχεια ήταν πίσω μας ένα κακός εφιάλτης, ακόμη και όταν έκανε την εμφάνιση της πλήττοντας τα χαμηλά και αδύναμα κοινωνικά στρώματα των βιοπαλαιστών, όπως πάντα κάνει, αντιμετωπιζόταν σαν ιάσιμο κοινωνικό- οικονομικό φαινόμενο που θα μπορούσε να ελεγχτεί. Τίποτε δεν φαινόταν ότι θα μπορούσε να ταράξει αυτόν τον μεγάλο ύπνο, να διακόψει αυτό το ταξίδι του υπερκαταναλωτισμού του εύκολου πλουτισμού και του εφήμερου life style.
Και ξαφνικά από τη μια μέρα στην άλλη η ένδεια, η πενία, η ανεργία, η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια έγιναν λέξεις οικίες και καθημερινές, έγιναν έννοιες που συζητιούνται διαρκώς. Ήρθε η ύφεση, η κρίση, η εποχή των ισχνών αγελάδων αλλά πολύ περισσότερο ήρθε μια εποχή φτωχή σε ρεαλιστικές πολιτικές προτάσεις, ο ξύλινος πολιτικός λόγος που κάποτε γέμιζε τα τηλεοπτικά μας βράδια μεταξύ ύπνου και ξύπνιου δεν είναι πια αρκετός για να λύσει τον γόρδιο δεσμός της υπανάπτυξης, της συνεχούς δοκιμασίας και της απόγνωσης, που πολλοί συμπολίτες μας βιώνουν. Η απαξίωσης της πολιτικής έφτασε μεγάλο βαθμό να είναι καθολική, η φτώχεια φέρνει γκρίνια και η πολύ θλίψη γεννά παραφροσύνη, ζήσαμε αποδοκιμασίες, προπηλακισμούς, αγανάκτηση, κοινωνική έκρηξη.
Όμως όλοι εμείς αισθανόμαστε πως δεν δώσαμε τη δική μας μάχη, τη μάχη της λογικής, της σύνεσης, του διαλόγου, των στοιχειοθετημένων προτάσεων, του δικαιώματος να ζητήσουμε την εμπιστοσύνη των συμπολιτών μας για να εφαρμόσουμε μια εναλλακτική, διαφορετική πρόταση διακυβέρνησης . Έχουμε τη δύναμη άνθρωποι από διαφορετικούς χώρους και την ευκαιρία να σπάσουμε ψευδεπίγραφες κομματικές και ιδεολογικές γραμμές που βολεύουν χρόνια τώρα κάποιους, να αφήσουμε πίσω στείρες αντιπαραθέσεις, υπερβαίνουμε στεγανά και διαχωρισμούς που δεν μας βοήθησαν σε τίποτε. Αφήνουμε πίσω τον κοινωνικό και πολιτικό ρατσισμό που χωρίζει τους συμπολίτες μας σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς, σ' αυτόν τον τόπο υπάρχουν μόνο άνθρωποι που κάνουν χρήση του δικαιώματος που τους δίνει το σύνταγμα της Ελλάδας να παρέμβουν στα κοινά διατυπώνοντας μια νέα, διαφορετική, απλή και κατανοητή πρόταση , χρησιμοποιώντας ως εφόδιο την κοινή λογική και την κατανόηση και δευτερεύοντος την επιστημοσύνη.
Πλαισιώνουμε μια νέα πολιτική πρωτοβουλία απαλλαγμένη από υποσχεσιολογία, ιδεοληψία και ταμπού. Κλείνουμε μια για πάντα τον νερόμυλο του πελατειακού συστήματος και του άκρατου πολιτικαντισμού που μας έφερε στη σημερινή δίνη. Κρατάμε τα καλά και τις κατακτήσεις της Γ' Ελληνικής δημοκρατίας και αφήνουμε πίσω μας αγκυλώσεις και ξεπερασμένα στερεότυπα. Τα κόμματα τα γενούν οι ανάγκες, οι προβληματισμοί και οι ανησυχίες των ανθρώπων, δεν τα γεννά η ματαιοδοξία της εξουσίας ως αυτοσκοπό, αλλά η δίψα για κατάθεση απόψεων, ιδεών και λύσεων. Ζητάμε τη δική μας ευκαιρία όχι για μεγάλες επαναστάσεις που σήμερα δεν έχει ανάγκη κανένας, αλλά για να δώσουμε τη μάχη του άνεργου και δοκιμαζόμενου συμπολίτη μας.
Στο ερώτημα λοιπόν, ένα ακόμη κόμμα ή ένα νέο ξεκίνημα; Η απάντηση είναι απλή, είναι το δικαίωμα να συγκρουστούμε με όλες εκείνες τις κατεστημένες κακές και συνάμα ένοχες νοοτροπίες ενός πολιτικού συστήματος που νοσεί και με όλες τις προκαταλήψεις και τις πρακτικές που εμποδίζουν την ανάπτυξη, την πρόοδο και την ευημερία της πατρίδας μας.
Μπορούμε να βρούμε τους κοντά μισό εκατομμύριο συμπολίτες μας που τσακίζονται από την ανεργία και την κρίση και είναι αρχηγοί οικογενειών και να τους στηρίξουμε κάνοντας πέρα τη γραφειοκρατία και δίνοντας τους άμεση προτεραιότητα όχι στην επιδοματική πολιτική ενίσχυσης αλλά στις δράσεις στήριξης, να σταθούν ξανά στα πόδια τους, άμεση προτεραιότητα σε όλα τα προγράμματα και τα σχέδια στήριξης μέσω του ΟΑΕΔ και των συναρμόδιων υπουργείων για τις ευπαθείς κοινωνικά ομάδες.
Η ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις πλήττονται, όσες όμως από αυτές έχουν τις δυνατότητες να επιβιώσουν, πρέπει να τους δοθεί έμπρακτα αυτή η δυνατότητα, άρση λοιπόν στους περιορισμούς που τίθενται για την συμμετοχή τους σε προγράμματα απασχόλησης που είναι σε εξέλιξη. Είναι ελάχιστες οι επιχειρήσεις που εν μέσω κρίσης δεν έχουν προβεί σε απολύσεις, θέτοντας λοιπόν ως βασική προϋπόθεση για συμμετοχή τους σε πρόγραμμα επιδοτούμενης απασχόλησης τον περιορισμό να μην έχουν προβεί σε απολύσεις πριν την υπαγωγή τους σε αυτό, στην ουσία αποκλείουμε από μια ανάσα στήριξης του εργασιακού κόστους, την συντριπτική πλειοψηφία των ελληνικών επιχειρήσεων. Ο περιορισμός αυτός πρέπει να υπάρχει μόνο καθόσον διαρκεί το πρόγραμμα ούτε πριν ούτε μετά αν θέλουμε να είμαστε ρεαλιστές. Σχεδιάσαμε τις δράσεις της τέταρτης προγραμματικής περιόδου του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς με γνώμονα την δημιουργία θέσεων εργασίας , η ύφεση δεν είχε προβλεφθεί , εφόσον λοιπόν αναθεωρήσαμε και προσανατολίζουμε τις δράσεις προς την κατεύθυνση κυρίως της ανάσχεσης του κύματος της ανεργίας και της διατήρησης των υφιστάμενων θέσεων εργασίας, να το κάνουμε δίχως παλαιοσυνδικαλιστικές αντιλήψεις και καχυποψία.
Άρση των εξαιρέσεων σε επιχειρήσεις που λειτουργούν εποχιακά ή της εστίασης από την συμμετοχή τους σε ευεργετικά συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα επιδότησης των θέσεων εργασίας ή της δημιουργίας νέων.
Τα συνβοηθούντα μέλη (συνήθως συγγενείς Ά βαθμού του επιχειρηματία και ιδίως τέκνα) ανέρχονται σε περίπου 200 000 άτομα και σε πολλές περιπτώσεις, ιδίως στις πολύ μικρές επιχειρήσεις, αποτελούν βασικό ανθρώπινο δυναμικό της επιχείρησης, κινούμενα μεταξύ της ουσιαστικής, θεμιτής και σύννομης προσφοράς τους στην οικογενειακή επιχείρηση και μίας άτυπης μορφής εργασίας. Θα πρέπει να καταργηθεί ο περιορισμός που δεν επιτρέπει σε μια οικογενειακή επιχείρηση να συμμετάσχει σε κάποιο πρόγραμμα είτε επιδότησης ασφαλιστικών εισφορών, είτε επιδότησης ημερομισθίου για τους εργαζόμενους της που τυγχάνουν μέλη της οικογένειας. Η οικογενειακή επιχείρηση στην Ελλάδα είναι μια πραγματικότητα, η στήριξη της μικρομεσαίας υγιούς οικογενειακής επιχείρησης που δοκιμάζεται είναι υποχρέωση μιας σοβαρής πολιτείας.
Επιδότηση του υπερβολικού κόστους μεταβίβασης επιχειρήσεων και απλοποίηση της γραφειοκρατικής διαδικασίας. Είναι ένα σημαντικό πρόβλημα όπου η μεταβίβαση σε νέους ανθρώπους που θέλουν να είναι η συνεχιστές μιας επιχειρηματικής δραστηριότητας αποτελεί μια διαδικασία ταλαιπωρίας και οικονομικού κόστους χωρίς λόγο.
Οι συγχρηματοδοτούμενες δράσεις της κοινωνικής οικονομίας δεν πρέπει να προσανατολιστούν μόνο στον τομέα των υπηρεσιών αλλά στοχευόμενα στην αγορά της παραγωγής και τυποποίησης προϊόντων ποιότητος υψηλής εξαγωγικής αξίας. Υπάρχει η ανάγκη με πόρους του Ε.Σ.Π.Α. να δημιουργηθούν συνεργατικές κοινωνικές επιχειρήσεις δυναμικού χαρακτήρα, που θα μπορούν κεφαλαιοποιώντας τα κέρδη τους να δημιουργούν βιώσιμες θέσεις απασχόλησης, δεν έχει κανένα νόημα να δημιουργήσουμε σωρεία συνεταιριστικών συλλογικών οργανώσεων όπως αυτές που δημιουργήθηκαν κατά κόρο τις προηγούμενες δεκαετίες που μόλις έληξε η επιδότηση τους έκλεισαν σχεδόν στο σύνολο τους. Είναι ανάγκη να αξιοποιήσουμε έναν ανύπαρκτο ακόμη στη χώρα μας τομέα της οικονομίας και της αγοράς με σοβαρότητα και σωστό σχεδιασμό.
Πρέπει άμεσα να καταργηθεί η οποία μοριοδότηση υφίσταται ακόμη και συνδέεται με τους οικονομικούς δείκτες και τα στοιχεία μιας επιχείρησης την τελευταία διετία- τριετία της λειτουργίας της, αναφορικά με τη βαθμολόγηση ενός επενδυτικού σχεδίου στα πλαίσια προγραμμάτων ενίσχυσης μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων στην μεταποίηση, το εμπόριο και τον τουρισμό. Η οικονομική ύφεση έχει πλήξει στο σύνολο της την οικονομική επιχειρηματική δραστηριότητα στη χώρα μας, για τούτο και οι δείκτες κερδοφορίας ή ζημιών δεν πρέπει να αποτελούν αντικείμενο αξιολόγησης καθώς αποκλείουν μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων από τη συμμετοχή τους σε τέτοια προγράμματα. Πρέπει να συνεκτιμώνται βέβαια αλλά να συνηγορούν και άλλοι παράγοντες ως προς τη βιωσιμότητα και την ασφάλεια του επενδυτικού σχεδίου που ενισχύεται και χρηματοδοτείται.
Είναι ανάγκη να διευθυνθεί η βάση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που εμπίπτουν σε συγχρηματοδότηση από προγράμματα στο εμπόριο και τη μεταποίηση
Πλήρης ηλεκτρονική υποβολή και αξιολόγηση των φακέλων στις προσκλήσεις για τις ενισχύσεις μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, καμία παρέμβαση σε ένα κλειστό πληροφοριακό σύστημα από χειριστές υπηρεσιών. Αυτοματοποιημένη έκδοση αποτελεσμάτων βάση συγκεκριμένων απόλυτων κριτηρίων βαθμολόγησης. Σήμερα δεν πρέπει καν ούτε σαν υποψία να δίνεται στον δοκιμαζόμενο πολίτη και επιτηδευματία ότι υπάρχει η δυνατότητα παρέμβασης, ή υποβόσκουσα δυνατότητα διακριτικής μεταχείρισης.
Αυτές είναι μερικές από τις προτάσεις άμεσης εφαρμογής από πόρους που είναι ήδη δεσμευμένοι από κοινοτικά κονδύλια και μπορούν σε πρώτη φάση να επιτύχουν ανάσχεση του κύματος της ανεργίας και ανακούφιση της επιχειρηματικότητας.
Όλοι εμείς που επιχειρούμε ένα νέο ξεκίνημα διαπιστώνουμε καθημερινά ότι η προσπάθεια για την ανάκαμψη της χώρας δεν προσκρούει μόνο στην έλλειψη πόρων, κυρίως προσκρούει σε παγιωμένες αντιλήψεις διοικούντων και αχρείαστες διατυπώσεις. Η σύγκρουση λοιπόν με αυτό το στρεβλό μόρφωμα είναι αναπόφευκτη αλλιώς καμία πρόταση και καμία πρωτοβουλία δεν θα μπορέσει να απαντήσει στις αδήριτες σήμερα ανάγκες της κοινωνίας των πολιτών