Υπερβολές χαρακτηρίζει ο δημοσιογράφος Ηλίας Κανέλης τις οιμωγές και τα κλάματα που έπεσαν μόλις έγινε γνωστό ότι έκλεισε το βιβλιοπωλείο Εστία στο κέντρο της Αθήνας.
Γράφει στα Νέα:
Μια ακόμη σκοτεινή τρύπα στην οδό Σόλωνος στην Αθήνα, απέναντι από τη Νομική, προστέθηκε το Σαββατοκύριακο στις πολλές σκοτεινές τρύπες του κέντρου της πρωτεύουσας. Το ένδοξο Βιβλιοπωλείον της Εστίας έβαλε λουκέτο, θύμα κι αυτό της κρίσης, αλλά και των νέων συνθηκών που έχουν δημιουργηθεί στην αγορά του βιβλίου - σε έναν βαθμό και της υποβάθμισης της ζωής στην πέριξ της Νομικής περιοχή.
Κατ' αρχάς, ας αποτιμήσουμε την έκλειψη. Δεν μιλάμε απλώς για ένα βιβλιοπωλείο. Ηταν ο χώρος που υπέθαλψε την πεζογραφία της γενιάς του '30, του συνεκτικότερου και επιδραστικότερου πνευματικού κινήματος του 20ού αιώνα - με εκπροσώπους όπως ο Θεοτοκάς, ο Καραγάτσης, ο Βενέζης... Θύλακος της αστικής συντήρησης, επιβίωσε της πρώτης μεγάλης διεύρυνσης της αγοράς του βιβλίου μετά τη δικτατορία προσαρμοζόμενο στις τότε καινούργιες συνθήκες: χωρίς να χάσει τη σοβαρότητά του, διεύρυνε την απήχησή του, αφενός εκδίδοντας και συγγραφείς που δεν ήταν συντηρητικοί (από τον Γκίντερ Γκρας μέχρι τον Κούντερα), αφετέρου τοποθετώντας στα ράφια βιβλία ευρύτερου ιδεολογικού ενδιαφέροντος - με μοναδική πρόνοια «να μην μπαίνουν στο μαγαζί σκουπίδια». Οι δεκαετίες του 1980 και του 1990 ήταν ευτυχισμένες. Το βιβλιοπωλείο ήταν στέκι φανατικών για γράμματα. Το ευνοούσαν άλλωστε και τα γύρω μέρη, όπου έθαλλαν τα καφενεία και τα μπαρ, χώροι όπου μπορείς να παρκάρεις τον ελεύθερο χρόνο σου, τμήμα του οποίου μπορεί να ανήκει, προφανώς, και στα βιβλία.
Το Βιβλιοπωλείον της Εστίας είχε ένα ακόμη πλεονέκτημα: το φοβερό υπόγειό του, τίγκα στους δυσεύρετους θησαυρούς από το παρελθόν ενός παραγωγικότατου οίκου. Στον οργανωμένο λαβύρινθο του υπογείου βρισκόταν για δεκαετίες ο βιβλιοπώλης Νίκος Παντελάκης, ο οποίος πάντα ήξερε κάτω από ποια στοίβα είναι αυτό που ψάχνεις. Οταν πέθανε, τον Απρίλιο του 2008, τίποτα πια δεν ήταν ίδιο στο υπόγειο του μαγαζιού της οδού Σόλωνος.
Αλλά ούτε και στην επιφάνεια ήταν ίδιο. Η αγορά του βιβλίου είχε αλλάξει. Τα βιβλιοπωλεία που κέρδιζαν έδαφος ήταν αεικίνητα, πιο λαϊκά, πιο σουπερμάρκετ, εύρισκαν τρόπους να κάνουν, σε ένα ακριβό, ούτως ή άλλως, είδος, εκπτώσεις... Και το αθηναϊκό κέντρο γινόταν όλο και πιο άβολο για να παρκάρεις τον ελεύθερο χρόνο σου.
Μόλις ανακοινώθηκε το κλείσιμο του Βιβλιοπωλείου της Εστίας, το Διαδίκτυο γέμισε με οιμωγές και κλάματα: χάνουμε τον πολιτισμό μας, τα νιάτα μας, τη ζωή μας... Υπερβολές. Την ώρα που κλαίμε, παραβλέπουμε ότι στο κέντρο άνοιξαν άλλα βιβλιοπωλεία, διεκδικούν να γίνουν με τη σειρά τους στέκια των φανατικών για γράμματα. Ομάδες δραστήριων πολιτών προσπαθούν να αναστήσουν τη ζωή στην καταρρακωμένη πόλη. Η εμπορική δραστηριότητα επιμένει - νέα στέκια διεκδικούν να στεγάσουν τον ελεύθερο χρόνο των κατοίκων και των επισκεπτών της πρωτεύουσας. Ακόμη και για την Εστία, η ζωή συνεχίζεται - το βιβλιοπωλείο έκλεισε, αλλά ο εκδοτικός οίκος συνεχίζει και αν αναπτύξει τον γνωστό δυναμισμό θα καβαντζάρει τον ύφαλο.
Οχι δάκρυα, λοιπόν, για την Εστία.