Με βάση τις πληροφορίες για το περιεχόμενο του επικρατέστερου «Σχεδίου Β» στο οποίο φέρεται να έχει καταλήξει η κυπριακή κυβέρνηση για την εξασφάλιση δανειακής στήριξης από την τρόικα, Βρετανοί αναλυτές έχουν επισημάνει τα σημεία στα οποία αυτό χωλαίνει.
Η Deutsche Bank στο Λονδίνο εκτιμά ότι το κομμάτι της αναδιάρθρωσης της Λαϊκής θα μπορούσε να εκληφθεί ως αξιόπιστο. Η πρόβλεψη για τη δημιουργία του Επενδυτικού Ταμείου Αλληλεγγύης, ωστόσο, θα μπορούσε να προσκρούσει στα περιουσιακά στοιχεία που θα μεταφερθούν σε αυτό και στην ποιότητά τους. Όσο για το 1 δισεκατομμύριο ευρώ που θα απέμενε για συγκεντρωθεί στο ζητούμενο ποσό των 5,8 δισ., το σημείωμα της επενδυτικής τράπεζας σχολιάζει ότι είναι στον αέρα αν όχι απίθανο να βρεθεί, εφόσον δεν σημειώνεται πρόοδος στη Ρωσία.
Η JP Morgan από την πλευρά της σημειώνει ότι θα είναι δύσκολο για την Τρόικα να αξιολογήσει τα περιουσιακά στοιχεία που θα αξιοποιηθούν σύμφωνα με το νέο σχέδιο.
Προσθέτει ότι η «επιδρομή» στις συντάξεις ίσως επηρεάσει την άποψη του ΔΝΤ για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους και πως η ενδεχόμενη αξιοποίηση των αποθεμάτων χρυσού της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου θα ενοχλούσε την ΕΚΤ, ότι δεν θα εκπληρωνόταν ο στόχος του Eurogroup να υποστούν πλήγμα οι Ρώσοι μεγαλοκαταθέτες και ότι δεν θα διαλυόταν η αίσθηση πως η Κύπρος ακόμα προσπαθεί να αποφύγει την επιλογή μεταξύ ενός μέλλοντος ως μέλος της ΕΕ ή «ενός ρωσικού υπεράκτιου οικονομικού παραδείσου».
Εν τω μεταξύ, η «Τέλεγκραφ» σχολιάζει ότι η Κύπρος είναι αρκετά μικρή για αφεθεί να βγει από την ευρωζώνη, όπως φάνηκε και από τη συζήτηση στην ομάδα εργασίας του Eurogroup που αποκάλυψε το πρακτορείο Reuters. Ενα μεγάλο ρίσκο για την ευρωζώνη, ωστόσο, προσθέτει η ανάλυση, είναι ο πανικός στις ευρωπαϊκές τράπεζες λόγω του πανικού στις κυπριακές τράπεζες, πολύ δε περισσότερο υπό το φως της καταφανούς ακύρωσης της αρχής της προστασίας των καταθέσεων και της απόδειξης ότι η εγγύηση ισχύει μόνο αν μπορεί να καλυφθεί από την εκάστοτε κυβέρνηση. Το ίδιο επιζήμια θα είναι και η επιβολή περιορισμών στη διακίνηση κεφαλαίων. Το ερώτημα τώρα, αναφέρει η «Τέλεγκραφ», είναι αν το ευρώ μπορεί να επιβιώσει αν φύγει η Κύπρος.
Στο νέο του τεύχος, ο «Εκόνομιστ» σχολιάζει ότι ακόμα και σε σύγκριση με τις πρόσφατες πολιτικές αποφάσεις της Ευρώπης οι ενέργειες στο θέμα της Κύπρου έχουν υπάρξει καταστροφικές, μετά από μια φαινομενική επιτυχία στην αποκατάσταση της σταθερότητας στην ευρωζώνη. Το περιοδικό σημειώνει ότι είχε υποστηρίξει την απευθείας ανακεφαλαιοποίηση των ευρωπαϊκών τραπεζών από τον ESM και την εξαίρεση από τη διάσωση των καταθετών και των εξασφαλισμένων ομολογιούχων. Διατυπώνεται η προειδοποίηση ότι θα ήταν λάθος να θεωρήσουν οι Ευρωπαίοι πως η Κύπρος είναι πολύ μικρή για να αφεθεί να βγει από τη νομισματική ένωση χωρίς συνέπειες, καθώς και ότι η δημιουργία μίας «Κυπρωσίας», με ρωσική πρόσβαση σε τράπεζες και φυσικό αέριο της Κύπρου, δεν είναι η καλύτερη επιλογή.
Ως καλύτερη λύση τώρα ο «Εκόνομιστ» συνιστά την εξαίρεση των καταθετών και την αύξηση του ποσού της διάσωσης από την τρόικα. Προσθέτει ότι με δεδομένη την κατάρρευση του τραπεζικού μοντέλου της Κύπρου και το φυσικό αέριο ακόμα να απέχει, η καλύτερη λύση για τη χώρα θα ήταν η επανένωση του νησιού που θα ενίσχυε τον τουρισμό και το ΑΕΠ. Συνολικότερα για την ευρωζώνη, ο «Εκόνομιστ» σχολιάζει ότι οι πολιτικές συνέπειες της κυπριακής κρίσης είναι τοξικές. «Το ευρώ υποτίθεται ότι ήταν η έκφραση ενός μεγάλου πολιτικού εγχειρήματος. Μοιάζει περισσότερο με γάμο χωρίς αγάπη, στον οποίο το κόστος της διάλυσης είναι το μόνο πράγμα που κρατά τους συντρόφους μαζί», καταλήγει.
Αναλυτές σημειώνουν επίσης ότι η απόφαση διακοπής παροχής ρευστότητας από την ΕΚΤ στις κυπριακές τράπεζες, ενώ μπορεί να εξηγηθεί με οικονομικούς όρους, όπως επισημαίνει για παράδειγμα το Open Europe, είναι απόφαση πολιτική. Εξηγείται ότι όπως και σε άλλες περιπτώσεις θα μπορούσε να κριθεί ότι το πρόβλημα της Λαϊκής είναι πρόβλημα ρευστότητας και όχι αξιόχρεου. Μέχρι και το πρωί πάντως, όπως μεταφέρουν οι «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς», υπήρχε μερίδα αναλυτών που θεωρούσαν ότι η ΕΚΤ τελικά δεν θα άρει τη στήριξή της στις κυπριακές τράπεζες.
Εν τω μεταξύ, καταθέτες της Λαϊκής Τράπεζας στο Λονδίνο έχουν εκφράσει ανησυχίες για την τύχη των χρημάτων τους. Η τράπεζα δεν προβαίνει σε κανένα σχόλιο έως ότου ληφθούν οι οριστικές αποφάσεις στη Λευκωσία, τονίζοντας στην τελευταία ανακοίνωσή της ότι το σχέδιο επιβολής φόρου στις καταθέσεις δεν αφορά το εξωτερικό.