Την ανάγκη επιθετικής αύξησης του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων επισημαίνουν οι αναλυτές της Eurobank με παράλληλη αύξηση των ενεργειών κατά της φοροδιαφυγής, αλλά και αναδιάρθρωση του φοροεισπρακτικού μηχανισμού του κράτους.
Σε έκθεση της τράπεζας που δημοσιεύει το vima σημειώνονται μια σειρά από νέα στοιχεία για τον τρόπο άσκησης της δημοσιονομικής πολιτικής στη χώρα.
Αναλυτικά:
«-Η συσταλτική επίπτωση στο ΑΕΠ της Ελλάδας για κάθε ένα ευρώ σύσφιξης της δημοσιονομικής πολιτικής αυξάνεται με το μέγεθος της συνολικής δημοσιονομικής σύσφιξης και είναι μεγαλύτερη όταν η τελευταία λαμβάνει χώρα σε περίοδο ύφεσης (δηλ. συρρίκνωσης του ΑΕΠ της χώρας).
-Η συσταλτική επίπτωση στο ΑΕΠ της Ελλάδας για κάθε ένα ευρώ σύσφιξης της δημοσιονομικής πολιτικής εξαρτάται από το μείγμα και την διάρθρωση της δημοσιονομικής προσαρμογής και είναι σημαντικά υψηλότερη όταν η τελευταία στοχεύει στην περικοπή των δημοσίων δαπανών αντί αύξησης των δημοσίων εσόδων.
Ενδεικτικά, η δυνητική συσταλτική επίπτωση μιας προσαρμογής που στοχεύει σε βελτίωση της πρωτογενούς θέσης της γενικής κυβέρνησης κατά περίπου 3% εκτιμάται ότι μπορεί να ανέλθει σωρευτικά σε 1.89 ευρώ σε βάθος τριετίας (για κάθε 1 ευρώ δημοσιονομικής προσαρμογής) όταν αυτή αναμένεται να προέλθει αποκλειστικά από τη μείωση των πρωτογενών δαπανών.
Παρόλα αυτά, η εκτιμώμενη συσταλτική επίπτωση στο ΑΕΠ της χωράς εκτιμάται ότι μπορεί να είναι αρκετά μικρότερη (περίπου 0.5 ευρώ σωρευτικά σε βάθος τριετίας για κάθε 1 ευρώ δημοσιονομικής προσαρμογής) όταν η προσαρμογή αυτή στηρίζεται εξ' ολοκλήρου σε αύξηση των δημοσίων εσόδων.
Οι αναλυτές της Eurobank αναφέρουν πως το ανωτέρω αποτέλεσμα δεν αποτελεί άμεση προτροπή για περαιτέρω αύξηση των φορολογικών συντελεστών στην Ελλάδα, αφού οι τελευταίοι παραμένουν σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης. Αντί αυτού, αποτελεί ισχυρότατο επιχείρημα υπέρ μιας επιθετικότερης πολιτικής στο μέτωπο της αναδιοργάνωσης του φοροεισπρακτικού μηχανισμού και πάταξης της φοροδιαφυγής μέσω μιας συνολικότερης αναδιάρθρωσης του δημόσιου τομέα της χώρας.
Οι αναλυτές της τράπεζας επισημαίνουν, ακόμη, πως οι εκτιμώμενοι πολλαπλασιαστές του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων είναι ιδιαίτερα υψηλοί, κυρίως όταν η οικονομία βρίσκεται σε φάση βαθιάς ύφεσης. Όπως υποστηρίζουν, κάτω υπό ορισμένες προϋποθέσεις, η θετική επίπτωση στο ΑΕΠ της χώρας λόγω αύξησης του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων θα μπορούσε να ανέλθει σωρευτικά σε βάθος τριετίας σε 2,91 με 3,99 ευρώ για κάθε ένα ευρώ αύξησης της πραγματικής δαπάνης για δημόσιες επενδύσεις».