Αληθινές ιστορίες με ανθρώπους που θάφτηκαν ζωντανοί περιέχει ένα βιβλίο το οποίο πρωτοκυκλοφόρησε το 1905 και επανακυκλοφόρησε τώρα. Η ιστορία της 17χρονης Μαρίας Μπεστ που το 1871 προσβλήθηκε από χολέρα, ξεχωρίζει...
Η νεαρή Ινδή είχε προσβληθεί από χολέρα. Η θετή της μητέρα, την εγκατέλειψε και έμεινε μόνη να προσπαθεί να αντιμετωπίσει τους πόνους που είχε σε όλο της το σώμα και τις κράμπες στο στομάχι. Ο γιατρός που κλήθηκε να την εξετάσει διέγνωσε το θάνατό της. Λίγη ώρα αργότερα θάφτηκε στο κοιμητήριο της Καλκούτα.
Η διαδικασία της ταφής έγινε με σύντομες διαδικασίες, κάτι το οποίο συνήθιζαν τότε, με στόχο να περιορίσουν την εξάπλωση της ασθένειας.
Δέκα χρόνια αργότερα, όταν ο τάφος της Μαρίας ανοίχθηκε ξανά προκειμένου να θάψουν ένα συγγενικό της πρόσωπο, αποκαλύφθηκε πως η 17χρονη όταν τοποθετήθηκε στο φέρετρο δεν ήταν νεκρή. Είχε χάσει απλά τις αισθήσεις της.
Το θέαμα που αντίκρισαν όσοι άνοιξαν τον τάφο ήταν αποκρουστικό: Το καπάκι από το φέρετρο ήταν ανοιχτό και ο μισός σκελετός της κοπέλας ήταν έξω από αυτό, το ίδιο και το μισό κρανίο της. Τα δάχτυλα της ήταν λυγισμένα σαν να προσπαθούσε να κρατήσει κάτι και τα ρούχα της σκισμένα στην προσπάθειά της να βγει από το φέρετρο.
Τα στοιχεία αυτά έκαναν τους ειδικούς που ερεύνησαν τότε την υπόθεση να συμπεράνουν πως η κοπέλα δεν είχε πεθάνει, αλλά είχε χάσει απλά τις αισθήσεις της. Κάποια στιγμή και ενώ είχε θαφτεί ανέκτησε τις αισθήσεις της και προσπάθησε να βγει. Κανείς δεν άκουσε τις φωνές της για βοήθεια και η 17χρονη έμεινε μόνη, θαμμένη κάτω από το χώμα να προσπαθεί να βγει από τον τάφο. Στην προσπάθειά της να βγει, χτύπησε το κεφάλι της σε μια πέτρα και πέθανε ακαριαία.