Κάθε φορά που κάποιος πορνοστάρ – κυρίως γκέι – αυτοκτονεί, αμέσως ξεπηδούν θεωρίες, τις οποίες μάλιστα ο κόσμος υποστηρίζει με θέρμη και βεβαιότητα. Το ίδιο συνέβη και στην περίπτωση του 45χρονου Άρπαντ Μίκλος, ο οποίος αφαίρεσε τη ζωή του την 3η Φεβρουαρίου του 2013.
Ως συνήθως, οι εξηγήσεις που δόθηκαν έκαναν λόγο για ναρκωτικά, κακή μεταχείριση από την πλευρά των στούντιο, για απελπισία και κενότητα μετά από τόσα χρόνια στη βιομηχανία του πορνό και πλείστα άλλα...
Φαίνεται πως υπάρχει μία ισχυρή τάση της κοινωνίας να μετατρέπει τέτοιου τύπου συμβάντα όπως μία αυτοκτονία πορνοστάρ σε μείζονα πολιτισμικά γεγονότα, κάτι που δεν συμβαίνει με άλλους τομείς, όπως λόγου χάρη ο τραπεζικός ή ο αγροτικός. Και πράγματι, ο θάνατος ενός αγρότη ή τραπεζίτη δεν φέρει για το κοινωνικό σύνολο το ίδιο ηθικό βάρος όσο εκείνος ενός πορνοστάρ, ειδικά δε όταν αυτός είναι γκέι, δηλαδή άπτεται μίας ευρύτερης γκάμας κοινωνικών ταμπού.
Οι άνθρωποι θέλουν οπωσδήποτε να κατανοήσουν το γεγονός της αυτοκτονίας μέσα από την εμπλοκή του ατόμου στην βιομηχανία του πορνό, αποκλείοντας τις υπόλοιπες ιδιότητές του που συνθέτουν το συνολικό φάσμα της ύπαρξής του.
Αυτό έχει γίνει κάτι παραπάνω από προφανές (σε πολλούς ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης) στην περίπτωση του Άρπαντ Μίκλος, όπου ο θάνατός του συνδέεται – με βεβαιότητα – με την ενοχή, την επιθυμία και το σεξ.