Ο Τάσος (ΤΑΖ) Θεοδωρόπουλος, βρίσκει τον Χριστό στο 63ο φεστιβάλ του Βερολίνου, λίγο πριν χάσει το πορτοφόλι του και σταματήσει τα αντικαταθλιπτικά.
AΓΑΠΗΤΟ ΜΟΥ ΜΠΕΡΛΙΝΟΛΟΓΙΟ – ΗΜΕΡΑ 6η & 7η, 12 – 13 / 2
Περπατάγαμε στην Ερμού. Η Μαλβίνα, η αγαπημένη της βοηθός η Άντα κι εγώ. Χαρούμενοι, κι αθώοι σαν αγαπημένοι. Μπαίναμε μέσα στα καταστήματα, τα κάναμε άνω κάτω, ο κόσμος εκβίαζε το σινεμασκόπ χαμόγελό της με όποιον τρόπο μπορούσε, κι εκείνη του το χάριζε απλόχερα συνωμοτώντας . Η Άντα προσπαθούσε να καταλάβει, εγώ έβρισκα την ευκαιρία να ψηλώσω τρεις πόντους με την ευκαιρία της παρουσίας της δίπλα μου και να κάνω καμάκι σε όποιον μου γυάλιζε, η Μαλβίνα το έπιανε και τα έκανε όλα μαντάρα σαν άγγελος της ζαβολιάς. Και κάθε τόσο γυρνούσε και συμβούλευε την Άντα που είχε έρθει από μια γειτονική χώρα: «Με ρωτάς για το θέατρο. Τι να το κάνεις το θέατρο παιδάκι μου; Εδώ είναι το θέατρο, στο δρόμο, στη ζωή. Τώρα είσαι στη σκηνή, δεν κάνεις πρόβα. Μια κι έξω. Απόλαυσέ το».
ΕΝΑ ΠΟΝΤΙΚΙ ΨΑΧΝΕΙ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥ
Στο Βερολίνο, πάντα τη σκέφτομαι. Όχι όταν είμαι μέσα στις αίθουσες. Δε θα άντεχε καμία φεστιβαλική αίθουσα με αυτά τα αρτιστίκ απολειφάδια που συνήθως προβάλλονται, τη Μαλβίνα μέσα της. Ούτε κι εκείνη θα άντεχε την αίθουσα αλλά η αίθουσα θα υποχωρούσε πρώτη. Στο δρόμο τη σκέφτομαι. Όταν περπατάω μέσα σε αυτό το υπέροχο κρύο που σε κάνει να αισθάνεσαι γεννημένος ξανά, μέσα στη σιωπή των δρόμων, με μοναδικό ήχο το τρίξιμο του λασπωμένου χιονιού κάτω από τις μπότες σου. Την ώρα που όλες οι λεπτομέρειες μεγεθύνονται και γίνονται όσο πιο σινεμά μπορείς να φανταστείς. Τόσο όμορφο και αυθεντικό που μπορείς να δακρύσεις. Μου έτυχε μια δυο φορές. Περίμενα το τρένο στη Νόλεντορφ Πλατς, 3 το πρωί, μέσα στο κρύο. Ένα μαύρο ποντίκι, σαν κινούμενο σοκολατάκι Malteser, τόσο μικρό ήταν, βγήκε από τις σιδεριές, άρπαξε ένα πεσμένο κράκερ στο στόμα του, κι έτρεξε πάλι πίσω στη κρυψώνα του, αρχίζοντας να το μασουλάει. Το παρατηρούσα σαν να έβλεπα το πιο όμορφο πράγμα στον κόσμο. Ήμουν στο παρά πέντε να το πάρω στη χούφτα μου, να του φορέσω το μπρελόκ μου σαν λουράκι στο λαιμό και να το έχω μαζί μου πάντα, να τρώμε παρέα όσα κράκερ θέλουμε μακριά από το αγριεμένο πλήθος (και τους δύο γάτους μου, που αν μάθουν Μπερλινολόγιό μου ότι αγάπησα ένα ποντίκι θα με εξορίσουν από το σπίτι μας όταν γυρίσω στην Αθήνα.)
Στην ουρά για να πάρω εισιτήρια σε προβολές που είχα χάσει. Λίγο κουρασμένος και με μια περίεργη ταχυπαλμία, να πυροδοτεί ξεχασμένες κρίσεις πανικού. Μια παρέα χαμογελαστών παιδιών με πλησιάζουν. Ένας από αυτούς, όμορφος σαν 20χρονος Ιησούς με μακριά μαλλιά, γένια και λαμπερό βλέμμα, με ρωτάει αν ξέρω αγγλικά. Μου δείχνει ένα χαρτί και μου εξηγεί ότι παίζουν ένα παιχνίδι χαμένου θησαυρού. Ψάχνουν να βρουν κάποιον με μπλε μπουφάν και κόκκινο κασκόλ. Έτσι γράφει με πορτοκαλί μαρκαδοράκι το χαρτί που μου δίνει να διαβάσω. Του απαντώ πως δεν μπορώ να τον βοηθήσω. Μου δείχνει τα ρούχα μου και μου εξηγεί πως αυτός είμαι εγώ. Όντως, φοράω ένα μπλε μπουφάν με κόκκινο κασκόλ. Τα χάνω, δεν ξέρω τι να του πω, η πρώτη μου κίνηση είναι ενστικτωδώς να πιάσω τις τσέπες μου, να δω αν τα λεφτά μου, το κινητό μου είναι στη θέση τους και δεν έχω πέσει θύμα μια εξελιγμένης εκδοχής πορτοφολά. Ο 20χρονος μου χαμογελάει, και μου λέει «ο Ιησούς σε αγαπάει. Για αυτό σε ψάχναμε, για να στο πούμε, αυτό είναι όλο». Δεν προλαβαίνω να του απαντήσω ευχαριστώ κι έχουν φύγει από κοντά μου. Μένω σαστισμένος, προσπαθώντας να ορθολογήσω το συμβάν. Το πιο πιθανό είναι να με είδαν, και να έγραψαν μετά το χαρτί, σκέφτομαι. Αλλά για ποιο λόγο; Δεν προσπάθησαν να με προσηλυτίσουν, ενώ το κινητό μου και τα λεφτά μου είναι στη θέση τους. Αισθάνομαι μια περίεργη γαλήνη για λίγο, σαν να παρακολούθησα ένα όνειρο, λίγο πριν ξυπνήσω ζαλισμένος με μια γλυκιά, παράδοξη αίσθηση ηρεμίας. Αναρωτιέμαι πως είναι να σε αγαπάει ο Ιησούς. Εντάξει, το ομολογώ, για λίγο αναρωτήθηκα πως είναι να σε αγαπάει και ο όμορφος 20χρονος που έμοιαζε με τον Ιησού αλλά μετά ντράπηκα για τη σκέψη μου.
ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΤΗ ΧΡΥΣΗ ΑΡΚΟΥΔΑ
Έχω κι άλλα να σου πω, πολλά άλλα που συνέβησαν αυτές τις δύο μέρες και πολύ πιο ενδιαφέροντα από τις ταινίες και τους διάσημους που βαριέμαι τρελά να σου γράφω, αλλά από την άλλη, αν δεν υπήρχε η Μπερλινάλε για να είμαι εδώ δε θα υπήρχαν κι αυτά που μου αρέσει να σου γράφω οπότε σταματάω τη γκρίνια και πάω στα του φεστιβάλ, να ξεμπερδεύω. Λοιπόν το σκηνικό σαν να και να καθαρίζει λίγο πολύ, όσο πλησιάζουμε προς το τέλος ακόμα μιας φεστιβαλιάδας. Θα μου πεις τώρα εσύ και με το δίκιο σου, νοιάζει κανέναν αυτό; Κάποιες φορές, ναι, τον νοιάζει. Υπάρχουν ταινίες που βγήκαν από φεστιβάλ και άλλαξαν όλη την ιστορία του σινεμά. Όχι, κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί φέτος από την Μπερλινάλε, πίστεψε με. Βασικά, κάτι τέτοιο έχει να συμβεί εδώ και πολλά χρόνια από οποιοδήποτε φεστιβάλ, αλλά ας μην ανοίξουμε τώρα τη συζήτηση του τι λόγο ύπαρξης έχουν τα φεστιβάλ (μόνο για τους διανομείς ίσως;) γιατί θα βαρεθούμε. Στο ξεκαθάρισμα αυτό Μπερλινολόγιο μου, τρία φαίνεται να είναι τα άλογα που προπορεύονται. Η «Gloria» από τη Χιλή, το «Child's Pose» από τη Ρουμανία, το «Αn Episode in the life of an iron picker» από τη Βοσνία – Ερζεγοβίνη, και η «Καμίλ Κλοντέλ: 1915» από τη Γαλλία. Θα σου πω εν τάχει τα χαμπέρια των δύο τελευταίων γιατί για τους δύο πρώτους, τα είπαμε τις προηγούμενες μέρες.
Η «Καμίλ Κλοντέλ» έχει το αβαντάζ μιας πρωτοεμφανιζόμενης, άγνωστης ηθοποιού, της Ζιλιέτ Μπινός σε μια από τις καλύτερες ερμηνείες της ζωής της, στο ρόλο της άμοιρης γλύπτριας και γκόμενας του Ροντέν που πέρασε τις 3 τελευταίες δεκαετίες της ζωής της κλεισμένη από την οικογένειά της σε ψυχιατρείο. Εκεί βασικά αρχίζει και τελειώνει η ταινία, στη ζωή της μέσα στο «ίδρυμα». Ποιο είναι το πρόβλημα μου? Ο σκηνοθέτης, Μπρούνο Ντιμόν του οποίου οι εκμεταλλευτικές εφευρέσεις, το ζορισμένο διανοουμενίστικο ψάξιμο, η εκμεταλλευτικότητα και η πετριά του «τι μεγάλος καλλιτέχνης που είμαι ο άτιμος», με βρίσκουν «κλειδωμένο» απέναντί του. Εντελώς αντίθετη από την στρίτζα του Ντιμόν, η Μπινός μπροστά στους φακούς των φωτογράφων να κάνει σέρτσα και χοροπηδητά σαν κοριτσάκι. Μάλλον είναι θέμα ψυχής, γιατί η ομορφιά των χαρακτηριστικών αυτής της φωτεινής, εύθραυστης γυναίκα που είχα κάποια στιγμή τη χαρά να τη γνωρίσω από κοντά, διατηρείται αναλλοίωτη στο πέρασμα του χρόνου, όχι σαν αποτέλεσμα επεμβάσεων, αλλά σαν καθρέφτης της ψυχής της.
Το «An episode...» από τον βραβευμένο με Όσκαρ το 2001 Ντάνις Τάνοβιτς για το «No Man's Land» διασχίζει τα όρια μεταξύ μυθοπλασίας και πραγματικότητας, αφηγούμενο ένα πραγματικό περιστατικό με πρωταγωνιστές τσιγγάνους, που προκάλεσε μεγάλο σκάνδαλο στη Βοσνία. Αναμιγνύοντας τους ηθοποιούς με τους ίδιους τους πρωταγωνιστές της ιστορίας οι οποίοι καλούνται να αναπαραστήσουν τα συμβάντα. Ασυμβίβαστο, με αισθητική τραχύτητα και ιδεολογική τιμιότητα σινεμά, χωρίς εξωραϊσμούς και αυταπάτες για τις ζωές των ανθρώπων στα άκρα της φτώχιας και της κοινωνίας. Κουβαλάει μέσα του τεράστια κοχόνες και το βλέπω να φλερτάρει έντονα με το Χρυσό Αρκούδο
Υπάρχουν και άλλα τρία κινηματογραφικά oreo cookies: Το «Νight train to Lisbon» του Μπιλ Όγκουστ , που η μοναδική του κινηματογραφική προσφορά στη φετινή Μπερλινάλε είναι το look του Τζέρεμι Άιρονς στο photocall. Δεσ' τον να ποζάρει να το πιστέψεις, ξεμωράθηκε η Τζέρεμι, αυτό είναι σίγουρο, αλλά ακόμα και το ξεμώραμά της, ξέρει να το κάνει με στιλ ιππέα σε απόσυρση λόγω υπερπροσπάθειας στο καβάλημα, βρετανικού τύπου.
Η ΧΑΠΑΚΩΜΕΝΗ ΚΑΙ Η ΤΑΙΝΙΑ ΜΕΣ' ΤΟ ΚΕΪΚ
Το «Side Effects», η τελευταία σύμφωνα με τα λεγόμενα του ταινία του Στίβεν Σόντερμπεργκ που μας τα έχει ζαλίσει τον τελευταίο καιρό σε σχέση με το πότε πρόκειται να αποσυρθεί κι όσο μας τα ζαλίζει, τόσο βγάζει τρεις ταινίες τη χρονιά. Ένα ψυχολογικό, στιλάτο θρίλερ πάνω στα συνταγογραφημένα «ναρκωτικά», μια πρωτοκλασάτη ένοχη απόλαυση που δε χρειάζεται να την πάρεις ιδιαίτερα στα φεστιβάλ απλά να την ευχαριστηθείς. Με τους κριτικούς διχασμένους, να μιλανε για την απόλυτη τρικυμία εν κρανίω οι μισοί και οι άλλοι μισοί να το βαφτίζουν «μεταμοντέρνο Χίτσκοκ». Και μια εξαίρετη τετράδα πρωταγωνιστών Κάθριν Ζέτα Τζόουνς (δεν ήρθε Βερολίνο γιατί είναι μια κυρία), Τσάνινγκ Τέιτουμ (δεν ήρθε γιατί φοβάται μην τον απαγάγουν για σεξουαλικά όργια οι Βρολινέζοι) Τζουντ Λο και Ρούνι Μάρα (παρόντες). Ο Λο, είναι νομίζω η καλύτερη απόδειξη του πως το ντεκαβλέ μπορεί να γίνει άκρως ελκυστικό αν συνοδεύεται από στιλ και τυπάδικο στήσιμο, και η Μάρα, στο photocall ήταν μια πραγματική έκπληξη μεταμόρφωσης για όσους τη θυμάστε από το «Κορίτσι με το Τατουάζ» με ένα από τα πιο αγαπημένα μου outfit στη φετινή Μπερλινάλε.
Από τις ταινίες των ημερών που πέρασαν, υπάρχει επίσης η συμπαθητική «Layla Fourie» από τη Νότια Αφρική που μάλλον θα πάει άκλαφτη, υπάρχει όμως και ο φυλακισμένος στη οικεία του στο Ιράν από την κυβέρνηση της χώρας του, η οποία του έχει απαγορεύσει να γυρίσει ξανά ταινία, Τζαφάρ Παναχί. Τελευταία φορά που ο Παναχί κυκλοφόρησε παράνομα ταινία, ήταν το 2011, με το ντοκιμαντέρ «This is Not a Film» που προβλήθηκε στο φεστιβάλ των Καννών και «βγήκε» από τα σύνορα του Ιράν, μέσα σε ένα usb που ήταν κρυμμένο σε ένα κέικ. Αυτή τη φορά ο Παναχί αψηφά για άλλη μια φορά την κυβέρνηση της χώρας του, αποδεικνύοντας τη δύναμη της επιθυμίας για καλλιτεχνική δημιουργία και έκφραση. Και σκηνοθετεί μαζί με τον Καμπόζια Παρτόβι ένα αυτοαναφορικό, αλληγορικό μετα φιλμ, με τον ίδιο τον σκηνοθέτη σε πρωταγωνιστικό ρόλο. Αναμφισβήτητα σημαντικό ως ντοκουμέντο και συγκινησιακά φορτισμένο από τον εγκλεισμό του σκηνοθέτη σινεμά, που κανείς δεν ξέρει πως κατάφερε να φτάσει στο Βερολίνο. Προφανώς ξανά σε συμπιεσμένη ψηφιακή μορφή αν κρίνει κανείς από την ποιότητα της εικόνας. Όμως η αξία της ταινίας βρίσκεται πολύ περισσότερο στο μύθο και τις δυσκολίες της πραγματοποίησης της σε παρά στην ίδια, ως κινηματογραφική εμπειρία.
ENAΣ ΙΕΡΕΑΣ ΨΑΧΝΕΙ ΓΙΑ ΣΕΞ ΚΙ ΕΝΑΣ ΚΩΦΑΛΑΛΟΣ ΓΙΑ ΑΓΑΠΗ
Στο σινεμά του Παναχί, ο κινηματογράφος και η πραγματικότητα της ζωής του, μπλέκονται σε ένα ιρανικό, πειραματικό υβρίδιο Ιονέσκο και Πιραντέλο. Όπως συμβαίνει και με τη ζωή τις νύχτες του Βερολίνου, εκεί που τα πάντα μπορούν να συμβούν σαν να μη συνέβησαν ποτέ. Ξημερώματα στο «Βull's», οι τελευταίοι και μάλλον τελειωμένοι των Μοϊκανών της νύχτας, κινούμαστε με υπνωτιστική απάθεια, παίζοντας εναλλάξ τους ρόλους του σεξουαλικού κυνηγού και του θηράματος. Ο Μπενουά, ένας μπον βιβέρ, φραγκάτος γάλλος παραγωγός που γνωρίζω από τις Κάννες και ήταν πρώην ιερέας, μπαινοβγαίνει με ή χωρίς το παντελόνι του στο dark room φιλώντας στο στόμα το μισό μπαρ. Ένας κουβανός μου βάζει χέρι μόνο και μόνο για να διαπιστώσω ότι ο στόχος του ήταν η κωλότσεπη μου από την οποία λίγο μετά απουσιάζουν μυστηριωδώς 50 ευρώ. «Να βάζεις τα λεφτά σου στα παπούτσια σου σε τέτοια μέρη» μου λέει ο Μπενουά, πράγμα που είναι λογικό γι αυτόν από τη στιγμή που περιφέρεται στο μπαρ μόνο με το σώβρακο. «Και τι θα κάνω αν πέσω σε πελματολάγνο;» του απαντώ.
Ένας κωφάλαλος καθισμένος σε ένα φθαρμένο, βρώμικο καναπέ, μου κάνει σινιάλο. Αρχίζει να με φλερτάρει γράφοντας σημειώσεις σε κομμάτια χαρτιού που έχει πάνω του. «Είσαι ένα πολύ όμορφο αγόρι» αυτός. «Ευχαριστώ» εγώ χτυπώντας τα χέρια μου στην καρδιά μου. «Θέλω να σε αγκαλιάσω, για να δω τις δονήσεις του σώματός σου» αυτός, συνεχίζοντας να γράφει σε χαρτί. Τον αγκαλιάζω. Του πιάνω στοργικά το κεφάλι, αισθάνομαι ότι έχει ανάγκη την ανθρώπινη επικοινωνία, του χαϊδεύω τα μαλλιά. Γύρω μας, τα θηράματα και οι κυνηγοί συνεχίζουν το παιχνίδι τους, ντυμένοι ή γυμνοί. Ο κωφάλαλος έχει κουρνιάσει στο στήθος μου, σαν να φοβάται να το αφήσει, μια σχεδόν θρησκευτική φάλτσα νότα τρυφερότητας και επαφής, που μεγεθύνεται από την παρακμιακό σκηνικό του Bull''s. Με κοιτάζει στα μάτια. Μου γράφει ξανά και ξανά. Μου λέει ότι του αρέσει η ενέργεια που εκλύει το σώμα μου. Μέχρι την ώρα που μου ζητάει να πάμε σπίτι του κι εγώ του απαντώ, «συγγνώμη, αλλά δεν με ελκύεις ερωτικά» το τραπεζάκι μπροστά μας έχει γεμίσει από σημειωμένα χαρτιά με το διάλογό μας. Ο Μπενουά έχει εξαφανιστεί κι εγώ έχω βγει στην κρύα νύχτα για να επιστρέψω σπίτι μου με ένα ανάλαφρο χαμόγελο παιδιού. «Ο Ιησούς σε αγαπάει» μου έρχονται στο μυαλό τα λόγια του 20χρονου από το απόγευμα. Δεν ξέρω αν ο Ιησούς υπάρχει. Αν υπάρχει θα μου άρεσε να αγαπάει. Αλλά μέχρι να το μάθω αυτό, μου αρέσει να μαθαίνω να αγαπάω τους ανθρώπους. Να ακούω τη σιωπή τους σαν ένα άλλο σινεμά. Σίγουρα διαφορετικό από αυτό που έχω συνηθίζει να ζω και να σκηνοθετώ στο Βερολίνο, χωρίς πολλές σκηνές δράσεις και με διαφορετικού είδους ανατροπές, αλλά σινεμά όμορφο, παρ' όλα αυτά. Σαν μια βόλτα με τη Μαλβίνα.
***ακολουθήστε τον ΤΑΖ στο facebook στο www.facebook.com/tazthebuzz, στο twitter ως klarinabourana, κάντε LIKE στην επίσημη σελίδα του fb SIGAIKA PRODUCTIONS, για να μαθαίνετε όσα χρειάζεστε, προκειμένου να καίτε τον εγκέφαλο (των άλλων) ή επικοινωνήστε με το terra_gelida@hotmail.com για μέιλ και υποθέσεις προσωπικής εκδίκησης.