Ο οικολόγος ευρωβουλευτής Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ, που εδώ και 45 χρόνια είναι μια εμβληματική φυσιογνωμία της ευρωπαϊκής πολιτικής σκηνής, επιβεβαιώνει σε βιβλίο του το οποίο κυκλοφορεί σήμερα ότι αποσύρεται και δεν θα διεκδικήσει καμιά εντολή στις ευρωεκλογές του 2014, παρόλο που είχε ονειρευτεί μια τελευταία υποψηφιότητά του στην Ελλάδα.
«Αποφάσισα να μην διεκδικήσω έδρα το 2014. Έχω ήδη δώσει πολλά και θα αρκεστώ πλέον στο να συνεχίσω να διαδηλώνω και να... ψηφίζω», γράφει ο βουλευτής σ΄ ένα μικρό βιβλίο με τίτλο «Για να καταργηθούν τα πολιτικά κόμματα!; Σκέψεις ενός απάτριδος χωρίς κόμμα».
Η απόφαση να πάρει τη σύνταξή του όταν θα είναι ένας «αληθινός εξηνταοχτάρης», στις 4 Απριλίου, χρονολογείται από τα τέλη Ιανουαρίου 2010. «Στα 68 μου, θα είμαι ένας εξηνταοχτάρης, αληθινός, ολοκληρωμένος και αυτό θα είναι το τέλος της πολιτικής για μένα», είχε δηλώσει τότε.
Ταραγμένος βίος
Ο Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ γεννήθηκε το 1945 στο Μοντωμπάν στη νότια Γαλλία από πατέρα Γερμανοεβραίο και μητέρα Γαλλίδα. Θα επιλέξει σε ηλικία 18 ετών την γερμανική υπηκοότητα για να αποφύγει την στρατιωτική θητεία.
Αρχικά μέλος της Αναρχικής Ομοσπονδίας την οποία θα εγκαταλείψει με μια ομάδα συμφοιτητών του στο πανεπιστήμιο της Ναντέρ του Παρισιού για να ενταχθεί στο κίνημα «Μαύρο και Κόκκινο». Από τους πρωταγωνιστές των γεγονότων του Μάη του '68 θα εκδιωχθεί από το γαλλικό έδαφος και θα του απαγορευτεί η είσοδος μέχρι το 1978. Τα γεγονότα δεν του επέτρεψαν να κάνει ποτέ σπουδές. Στη Γερμανία εργάστηκε ως βοηθός νηπιαγωγός και στη συνέχεια στο βιλιοπωλείο Καρλ Μαρξ, στη Φραγκφούρτη. Δηλώνει συγγραφέας και δημοσιογράφος.
Το 1984 θα ενταχθεί στους Γερμανούς Πράσινους. Το 1989 θα εκλεγεί αντιδήμαρχος Φρανκφούρτης και το 1994 ευρωβουλευτής. Το 1999 θα ηγηθεί της ευρωλίστας των Γάλλων Πράσινων αλλά το 2004 θα επανεκλεγεί στη Γερμανία. Από το 2002 είναι συν-πρόεδρος, μαζί με την Μόνικα Φρασόνι, της κοινοβουλευτικής ομάδας Πρασίνων στο Ευρωκοινοβούλιο.
Δέχεται κριτική
Από τον Μάη του '68 ως σήμερα κύλησε πολύ νερό στον Σηκουάνα. Σήμερα δηλώνει «κοινωνικο-φιλελεύθερος», υποστηρίζει την ιδιωτικοποίηση ορισμένων δημοσίων υποδομών και οι απόψεις του αυτές τον απομακρύνουν από τους Οικολόγους Πράσινους που πιστεύουν ότι το φιλελεύθερο δόγμα δεν είναι συμβατό με τη δική τους ιδεολογία. Το περιοδικό των Οικολόγων La Decroissance παρουσιάζει συχνά τον Κον Μπεντίτ σαν «οικο-ταρτούφο» και τον περιγράφει ως εξής :
«Εχει το χρώμα της επανάστασης, την οσμή της επανάστασης, τη γεύση της επανάστασης αλλά δεν είναι επανάσταση. Είναι η κλασική καπιταλιστική ιδεολογία με ένα χαμογελαστό και αχτένιστο προσωπείο. Ενα καλό προιόν μάρκετινγκ».
O,τι και να λένει οι ομοιεδεάτες του, ο άνθρωπος ανήκει στην κάστα εκείνων που μπαίνουν στην Ιστορία ενόσω ζουν. Μιλάει με τα εντόσθιά του, μπορεί να ουρλιάζει για μια άποψη σε τηλεοπτικό πάνελ, χειρονομεί σαν αιώνιος έφηβος.
Οσο τον θαυμάζουν άλλο τόσο τον μισούν. Τον καταγγέλουν ότι κατέληξε «δικηγόρος του καπιταλισμού» ή άνθρωπος που το σύστημα χρησιμοποιεί για να περάσει ευκολότερα τα μέτρα εναντίον των πολιτών. Του προσάπτουν ότι μπήκε στο κόμμα των Πρασίνων από καιροσκοπισμό, ότι η πορεία του τον φέρνει σιγά-σιγά κοντά σε μια «μη ενοχική Δεξιά», ότι είναι υμνητής της παγκοσμιοποίησης,αγαπημένο παιδί των Μίντια, ότι βασίζεται «σε επιφανειακά επιχειρήματα και σε απάτη που υπηρετούν στην πραγματικότητα το υπερ-εγώ του».
Μυστική ζωή
Στην πραγματικότητα ο «κόκκινος Ντάνυ» είναι μια μη τυπική προσωπικότητα που ενοχλεί όχι μόνο την πολιτική τάξη της Γαλλίας αλλά όλης της Ευρώπης. Είναι καταρχήν ένα πρόσωπο με μυστική ζωή. Εβραίος, Γερμανός γεννημένος στη Γαλλία, μεγαλωμένος ανάμεσα σε διανοούμενους του Παρισιού και του κόσμου, δεν μυεί ποτέ κανέναν στην προσωπική του ζωή.
Για τους περισσότερους παραμένει ένα σούπερ προιόν των Μίντια αφού επιμένει να εκπλήσσει με εναλλαγές, οπισθοδρομήσεις, μπρος-πίσω ιδεολογικά και συνεχείς μεταμορφώσεις.
Ο Μάης του '68
Μπήκε στο πολιτικό πάνθεον της Γαλλίας τον Μάιο του '68 όταν ξεκίνησαν από την Ναντέρ οι φοιτητικές διαδηλώσεις και ο Κον Μπεντίτ γίνεται γνωστός στον Τύπο. Ο φοιτητής γίνεται εκπρόσωπος του κινήματος και γρήγορα μπαίνει στη μαύρη λίστα της κυβέρνησης. Η αστυνομία εκκενώνει το κτίριο και ο Κον Μπεντίτ, ακολουθούμενος από άλλους φοιτητές καταλαμβάνει το κτίριο της Σορβόνης, στο κέντρο του Παρισιού. Επιστρέφοντας από ένα σύντομο ταξίδι στη Γερμανία ανακαλύπτει ότι έχει απαγόρευση εισόδου στη χώρα. Βάφει τα μαλλιά του και κατορθώνει να εισέλθει στο γαλλικό έδαφος κρυφά, μπαίνει στη Σορβόνη και θεοποιείται. Λανσάρει το σύνθημα «Είμαστε όλοι Εβραίοι Γερμανοί» και ο Τύπος του κολλάει το παρατσούκλι «Ο κόκκινος Ντάνυ».
Αναγκάζεται να εγκατασταθεί στη Γερμανία και συνδέεται στενά με τον Γιόσκα Φίσερ. Μαζί συχνάζουν στους κύκλους των αναρχικών της Φραγκφούρτης, καταλαμβάνουν κτίρια και κάνουν διαδηλώσεις σε επιχειρήσεις. Το 1981 ο Κον Μπεντίτ διακόπτει με τους αναρχικούς κύκλους και γίνεται μέλος των Πρασίνων της Γερμανίας και αργότερα εκλέγεται βουλευτής. Το 1986 δημοσιεύει το βιβλίο «Την αγαπήσαμε πολύ την Επανάσταση». Είναι η πορεία προς τον πολιτικό ρεαλισμό.