Δριμεία κριτική ασκεί η Κουμουνδούρου στον υπουργό Οικονομικών, Γιάννη Στουρνάρα, σχετικά με τις πληροφορίες που τον θέλουν να ζητάει αναπροσαρμογή του ελληνικού προγράμματος, τονίζοντας ότι ο ίδιος αποτελούσε έναν από τους πιο ένθερμους θιασώτες και των τριών Μνημονίων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ σημειώνει ότι από το 2010 ως πρόεδρος του ΙΟΒΕ ο Γιάννης Στουρνάρας δήλωνε ότι το Μνημόνιο «αποτελεί διαβατήριο για τη σωτηρία της Ελλάδας», ότι «τα μέτρα του [πρώτου] μνημονίου είναι αναγκαία για την ανάταξη της ελληνικής οικονομίας» ότι «δεν γνωρίζουμε να υπάρχει εναλλακτική λύση» και ότι «όσοι ακόμα επιχειρηματολογούν υπέρ της αναδιάρθρωσης [του δημόσιου χρέους] δείχνουν να αγνοούν τη νέα πραγματικότητα στην Ευρωζώνη».
Προσθέτει ότι ο υπουργός Οικονομικών, σε αντίθεση με την τότε αντιπολιτευτική-αντιμνημονιακή γραμμή Σαμαρά, ζητούσε να περιληφθούν στο τότε πρώτο Μνημόνιο, ακόμη περισσότερα μέτρα διαρθρωτικού χαρακτήρα, κάτι που συνέβη στο δεύτερο Μνημόνιο.
Συνεπώς, συμπεραίνει, ο ΣΥΡΙΖΑ η αναπροσαρμογή του προγράμματος που ζητάει η ελληνική κυβέρνηση δεν θα αμφισβητεί τον «πυρήνα της μνημονιακής πολιτικής, δηλαδή άγρια λιτότητα, τους μισθούς και εργασιακές σχέσεις σκλαβοπάζαρου και την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας», αλλά επιθυμεί παραμετρικές αλλαγές λιγότερο σημαντικές.
Επιτίθεται, τέλος στην κυβέρνηση σημειώνοντας ότι γνώριζε για το λάθος του ΔΝΤ, το οποίο το είχε παραδεχθεί από τον Οκτώβρη, αλλά δεν φρόντισε να να αμφισβητήσει την ουσία του προγράμματος, παρά μόνο συμφώνησε στο Μνημόνιο 3 που «κινείται επιθετικότερα στην ίδια κατεύθυνση».
Αναλυτικά :
«Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, στο τελευταίο Eurogroup ο κ. Γ. Στουρνάρας έθεσε θέμα αναπροσαρμογής του ελληνικού προγράμματος με αφορμή τις λανθασμένες εκτιμήσεις του ΔΝΤ για την ύφεση, το περίφημο λάθος στον πολλαπλασιαστή.
Επισημαίνουμε ότι ο κ. Στουρνάρας υπήρξε και εξακολουθεί να είναι ένας από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές στην Ελλάδα της καταστροφικής πολιτικής του Μνημονίου.
Το καλοκαίρι του 2010 (δηλαδή λίγο μετά την ψήφιση το πρώτου Μνημονίου) σε εκδήλωση του ΙΟΒΕ ο ίδιος υποστήριζε (σε πλήρη αντίθεση από την τότε αντιμνημονιακή θέση της κ. Σαμαρά) ότι το Μνημόνιο «αποτελεί διαβατήριο για τη σωτηρία της Ελλάδας», ότι «τα μέτρα του [πρώτου] μνημονίου είναι αναγκαία για την ανάταξη της ελληνικής οικονομίας» ότι «δεν γνωρίζουμε να υπάρχει εναλλακτική λύση» και ότι «όσοι ακόμα επιχειρηματολογούν υπέρ της αναδιάρθρωσης [του δημόσιου χρέους] δείχνουν να αγνοούν τη νέα πραγματικότητα στην Ευρωζώνη».
Επίσης, εμμέσως πλην σαφώς, ζητούσε να περιληφθούν στο Μνημόνιο ακόμη περισσότερα μέτρα διαρθρωτικού χαρακτήρα (όπως πχ οι ιδιωτικοποιήσεις) πράγμα που πράγματι συνέβη με το δεύτερο Μνημόνιο της κυβέρνησης Παπαδήμου. Ο κ. Στουρνάρας μετά την παταγώδη οικονομική αποτυχία και των δύο Μνημονίων, μετά την απίστευτη κοινωνική καταστροφή και ανθρωπιστική κρίση, ο ίδιος ήταν από τους πιο ένθερμους υποστηριχτές του τρίτου Μνημονίου νέας άγριας λιτότητας και ύφεσης που συμφώνησε η συγκυβέρνηση τον προηγούμενο Νοέμβριο.
Επομένως, η «αναπροσαρμογή του προγράμματος» που ενδεχομένως ζητάει η ελληνική κυβέρνηση θα αφορά ήσσονος σημασίας παραμετρικές αλλαγές που δεν θα αμφισβητούν τον πυρήνα της μνημονιακής πολιτικής, δηλαδή την άγρια λιτότητα, τους μισθούς και εργασιακές σχέσεις σκλαβοπάζαρου και την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας. Αυτό αποδεικνύεται επίσης και από το γεγονός ότι μετά την παραδοχή του σφάλματος από το ΔΝΤ (η οποία σημειωτέον έγινε πρώτη φορά τον περασμένο Οκτώβριο) η ελληνική κυβέρνηση όχι μόνο δεν έκανε την παραδοχή αυτή σημαία της για να αμφισβητήσει την ουσία του προγράμματος, αλλά απεναντίας συμφώνησε στο τρίτο μνημόνιο που κινείται επιθετικότερα στην ίδια ακριβώς κατεύθυνση. Πόσο μάλλον όταν, όπως αναφέρεται σε ερώτηση βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, το ίδιο το ΥΠΟΙΚ πολύ πριν διέθετε στοιχεία/ενδείξεις για πολλαπλασιαστές ακόμη μεγαλύτερους και από αυτούς που παραδέχεται το ΔΝΤ.
Με έμφαση επισημαίνουμε ότι τόσο το λάθος που παραδέχεται το ΔΝΤ όσο και τα στοιχεία του ΥΠΟΙΚ για ακόμη μεγαλύτερους πολλαπλασιαστές επιβεβαιώνουν περίτρανα τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για τη δυνατότητα ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας μέσω αναπροσαρμογής των δημοσίων δαπανών, ιδιαίτερα αύξηση των δαπανών για το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, και των δαπανών για την άμεση ανάσχεση της ανθρωπιστικής κρίσης και την αποτροπή κατάρρευσης του κοινωνικού κράτους. Αυτό συμβαίνει για τον εξής λόγο: εφόσον ο πολλαπλασιαστής είναι τόσο πολύ υψηλός, αν αυξηθούν οι δημόσιες δαπάνες τότε το ΑΕΠ θα αυξηθεί πολύ (αυτό ακριβώς σημαίνει υψηλός πολλαπλασιαστής) πράγμα το οποίο σημαίνει ότι θα υπάρξει ανάσχεση της ανεργίας, συγκράτηση της πτώσης του βιοτικού επιπέδου και γενικότερα ανάκαμψη της οικονομίας. Όποιος λοιπόν επιδιώκει πραγματικά να μειωθεί η ανεργία, να αντιμετωπιστεί η φτώχεια και η ανθρωπιστική κρίση, να ανακάμψει η ελληνική οικονομία: ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα».