Από το 2003 γνώριζε η ΕΕ τον κίνδυνο που εγκυμονούσε για τη δημόσια υγεία το Ε.coli (VTEC), αφού η αρμόδια επιστημονική επιτροπή για τα κτηνιατρικά μέτρα είχε εκδώσει τότε σχετική γνωμοδότηση για τις επιπτώσεις της τοξίνης.
Συγκεκριμένα η επιστημονική γνωμοδότηση του 2003 ανέφερε ως επικίνδυνα τρόφιμα για παρουσία e-coli τα εξής: «Ωμό ή μη επαρκώς μαγειρεμένο βοδινό και πιθανόν κρέας άλλων μηρυκαστικών, κιμάς και βοδινό που έχουν υποστεί ζύμωση, νωπό γάλα και προϊόντα νωπού γάλακτος, νωπά προϊόντα και ιδίως σπόροι με φύτρο και μη παστεριωμένοι χυμοί φρούτων και λαχανικών».
Σύμφωνα με σημερινό δημοσίευμα της εφημερίδας Ελευθεροτυπίας γνώριζαν, αλλά υπάρχει ένα, μέχρι στιγμής, άλυτο πρόβλημα: Σύμφωνα με τη γνωμοδότηση (Οκτώβριος 2007) της ευρωπαϊκής αρχής για την ασφάλεια τροφίμων (EFSA) σχετικά με το θέμα της παρακολούθησης της VTEC και της ταυτοποίησης των ανθρώπινων παθογόνων ειδών VTEC «δεν υπάρχουν εναρμονισμένες τεχνικές». Αναλυτικά αυτό σημαίνει (δυστυχώς) ότι οι αναλυτικές μέθοδοι που χρησιμοποιούνται διαφέρουν από χώρα σε χώρα, αλλά επίσης διαφέρουν και τα ερευνητικά κίνητρα!
Ως αποτέλεσμα, έχουμε ένα αλαλούμ, αφού δεν υπάρχουν εναρμονισμένες τεχνικές για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων VTEC σε ζωικούς πληθυσμούς και κατηγορίες τροφίμων.
Εξαιτίας λοιπόν αυτής της έλλειψης εναρμόνισης «παρακωλύονται οι αναλύσεις των δεδομένων σε κοινοτικό επίπεδο και ως εκ τούτου δεν υπάρχει σαφής εικόνα για την εμφάνιση του ανθρώπινου παθογόνου VTEC σε πληθυσμούς ζώων και κατηγορίες τροφίμων στην Ευρωπαϊκή Ενωση».
Ο ευρωβουλευτής του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς Νικόλαος Χουντής, στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου στο Στρασβούργο δήλωσε: «Σε λιγότερο από έξι μήνες η Ευρώπη βρέθηκε αντιμέτωπη για δεύτερη φορά με μια σοβαρή διατροφική κρίση. Τον Ιανουάριο οι διοξίνες στη Γερμανία και τώρα το βακτήριο Ε.coli φέρνουν με εκρηκτικό τρόπο στην επιφάνεια το μεγάλο πρόβλημα της ανεπαρκούς ιχνηλασιμότητας των τροφίμων και της αξιοπιστίας του κοινοτικού συστήματος ελέγχου και τροφίμων».
Το ερώτημα που προβάλλει επιτακτικά κατόπιν όλων αυτών είναι η συλλήβδην ενοχοποίηση χωρίς αποδείξεις των αγροτικών προϊόντων των χωρών μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Δικαίως οι Ισπανοί ευρωβουλευτές από όλες τις πολιτικές ομάδες καταδίκασαν την χωρίς αποδείξεις ενοχοποίηση των αγροτικών προϊόντων της χώρας τους, ζητώντας αποζημιώσεις. Μάλιστα, ένας είπε χαρακτηριστικά: «Είναι απαράδεκτος ο τρόπος, με τον οποίο η Γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ αντιμετωπίζει τις χώρες του Νότου».
Στην ολομέλεια του Ε.Κ. ήταν παρών και ο αρμόδιος επίτροπος, ο οποίος ρωτήθηκε από τον κ. Χουντή χωρίς να πάρει ουσιαστική απάντηση:
«Στις 17 Ιανουαρίου, μιλώντας στην Ολομέλεια για τις διοξίνες, μας είχατε πει ότι στις άμεσες προθέσεις σας ήταν η λήψη μέτρων για μια πιο αυστηρή νομοθεσία, ώστε το σύστημα ελέγχου των τροφίμων να γίνει πιο αποτελεσματικό. Τέσσερις μήνες αργότερα, αντί να είστε εδώ για να μας ανακοινώσετε ποια είναι τα πιο αυστηρά μέτρα που πήρατε, προσπαθείτε να δικαιολογήσετε ότι όλοι οι μηχανισμοί δούλεψαν ρολόι στο δεύτερο διατροφικό σκάνδαλο.
«Πότε λέγατε αλήθεια;»
»Προχθές δηλώσατε ότι "το σύστημα είναι εξαιρετικό και ότι δεν πρόκειται για πρόβλημα ιχνηλασιμότητας". Πότε λέγατε την αλήθεια; Τότε ή τώρα; Και γιατί πρόκειται; Γιατί θρηνούμε 23 νεκρούς και πάνω από χίλια κρούσματα, χωρίς να έχει εντοπιστεί επακριβώς η εστία μόλυνσης;».
Τι να απαντήσει ο άνθρωπος, όταν δεν υπάρχει ενιαία πολιτική και υπάρχει έλλειμμα συντονισμού και όταν ακόμα και το άρθρο 18 του κανονισμού 178/2002 για τη γενική νομοθεσία που αφορά τα τρόφιμα και αναφέρεται στην ανιχνευσιμότητα δεν καλύπτει όλο το φάσμα και δεν εφαρμόζεται πλήρως και σωστά.