Ο πρωτάρης Angel Garcia κάνει το ντεμπούτο του προσφέροντάς σου άλλον έναν λόγο να μισείς την Jane Austen, με τηλεοπτικού επιπέδου μεταφορά της Λογικής κι Ευαισθησίας στις ζωές δυο αδελφών στο σύγχρονο LA που ξεπέφτουν απ’ τα σαλώνια στ’ αλώνια, μα στην πορεία συναντούν την αλήθεια της αληθινής αγάπης. Στις αίθουσες την Πέμπτη 9 Ιούνη.
Προφανώς μια απ’ τις πιο πολυδιαβασμένες γυναίκες συγγραφείς των χρονικών της τυπωμένης μελάνης, η Jane Austen έχει ξεπέσει και στην προειδοποιητικότερη των προειδοποιήσεων για θεατές που δεν έχουν εγκεφαλικά κύτταρα για κάψιμο, ή ορμονικές ανακατωσούρες να ρυθμίσουν, όταν το όνομά της εμφανίζεται σε credits εμπνεύσεων ταινιών, αφού την τελευταία δεκαετία έχει γίνει εύκολα ο πλεόν ταλαιπωρημένος στόχος σεναριογράφων που ψάχνουν αρχετυπική βάση να στηρίξουν το ρομάντζο με τους υπαρξιακούς ιδεασμούς τους.
Πέραν των ελαχίστων εξαιρέσεων όπου αποφασίζουν ν’ ασχοληθούν μαζί της στιβαρά κινηματογραφικά ονόματα όπως o Ang Lee (που έστειλε την Emma Thompson να παραλάβει Όσκαρ γυναικείας ερμηνείας για το δικό του Sense and Sensibility (1995)), ή ο Joe Wright (που έφτασε την Keira Knightley στις υποψηφιότητες με το Pride and Prejudice (2005)), η Austen έλαχε μεταχείρισης συμβατής με αυτήν που της επεφύλλαξαν κι οι κληρονόμοι της, όταν στα τέλη του 19ου αιώνα ξεκινούσαν να ολοκληρώνουν μόνοι τους ημιτελή έργα της συγγραφέως και να μοιράζουν δεξιά κι αριστερά άδειες για συνέχειες και παραλλαγές των κειμένων της. Οπότε το λες λογικό την Austen να την χειριστεί η μεγάλη οθόνη, όπως όριζε και μια τέτοια λευκή κάρτα ασέλγειας επί της παρακαταθήκης της: σαν μια πιονέρο της γκομενολογοτεχνίας (περίτεχνης μεν, γκομενολογοτεχνίας ωστόσο), στην οποία βασίστηκαν ντουζίνες γκομενορομεντί με στόχο το ίδιο κέρδος που είχαν κι οι απόγονοι της Βρετανίδας συγγραφέως.
Τέτοιος είναι κι ο στόχος του Angel Garcia, με το επιπρόσθετο δόλωμα του να στοχεύει την δική του εκδοχή του Sense and Sensibility απευθείας στην μειονότητα της καταγωγής του, με τον ίδιο τρόπο που το κάνει ας πούμε ένας τίτλος που αυτοπροσδιορίζεται ως queer film, ή afro movie. Μια Latina εκδοχή της ιστορίας λοιπόν, όπως έλεγε και το προωθητικό της ταινίας στην Αμερική, το From Prada to Nada βάζει στο επίκεντρο της ιστορίας του την Camilla Belle και την Alexa Varga ως σπανιόλες του σύγχρονου LA, που χάνουν τη γη κάτω απ’ τα πόδια τους όταν χάνουν ξαφνικά τον πατέρα τους και στην κληρονομιά του βρίσκουν μονάχα χρέη. Χρέη που τις αφήνουν χωρίς σπίτι, λούσα και χρυσαφικά, να προσπαθούν να εγκλιματιστούν στην λατίνικη γειτονιά της ολιγαρκούς θείας τους, και να εξοικειωθούν με τη λατίνικη κληρονομιά που ποτέ τους δε δέχτηκαν, ισορροπώντας τους ολότελα διαφορετικούς λατίνικους χαρακτήρες τους με τις ολότελα καινούριες λατίνικες προκλήσεις που απλώνονται γύρω τους.
Με τη διακριτικότητα και τη χάρη ελέφαντα που χορεύει passo doble σε πίστα από σπασμένα γυαλιά, ο Angel Garcia απλώνει τα ρομάντζα που θα τις κάνουν να ανακαλύψουν την αξία της αληθινής αγάπης, αφού τη χάσουν πρώτα βέβαια, και παραγεμίζει το ενδιάμεσο με χοντροκομμένα ενσταντανέ αφελούς ανακάλυψης των ομορφιών της λατίνικης κληρονομιάς και παράδοσης, χτίζοντας κλισέ για να τα ανατρέψει με κλισέ τρόπους, που είναι κλισέ διαδικασία από μόνη της. Κλισέ εις την τρίτη δηλαδή, οπότε να σου μιλήσω για την προβλιψότητά του είναι μάλλον κλισέ κι αυτό, γι’ αυτό θα σε αφήσω με την απορία του τί κάνει μια straight to DVD ταινία στις ελληνικές αίθουσες εν μέσω θερινού μπλοκμπαστερικού καύσωνα. Που είναι θέμα για άλλη στήλη, άλλη ώρα.