Με τα αγάλματα της ελληνικής αρχαιότητας ισχύει ό,τι και για τις ασπρόμαυρες ταινίες: για όλους σχεδόν η κλασική αρχαιότητα σημαίνει λευκό μάρμαρο, όπως ακριβώς ο παλιός κινηματογράφος είναι συνώνυμος του ασπρόμαυρου φιλμ. Δεν ίσχυε όμως το ίδιο και για τους αρχαίους Έλληνες, οι οποίοι φαντάζονταν και έπλαθαν τους θεούς τους με ζωηρά έντονα χρώματα.
Σύμφωνα με μελέτες, η χρήση του λευκού μαρμάρου ήταν ο κανόνας από την εποχή της Αναγέννησης, όταν άρχισαν να έρχονται στην επιφάνεια τα πρώτα αρχαιολογικά ευρήματα της κλασικής αρχαιότητας.
Το ζήτημα του ποιο μπορεί να ήταν το κυρίαρχο αισθητικό μοντέλο της αρχαιότητας είχε εξακολουθητικά αποτελέσει αντικείμενο διαμαχών στις οποίες είχαν συμμετάσχει ο Μιχαήλ Άγγελος και πολλοί σύγχρονοί του, οι οποίοι τελικά ενέδωσαν στο φυσικό χρώμα της πέτρας με την οποία έφτιαχναν τα αγάλματά τους.
Έτσι, προλείαναν το δρόμο για το νεο-κλασικισμό, το ύφος του οποίου διαμόρφωσε αποφασιστικά την μέχρι σήμερα αντίληψή μας για το αισθητικό μοντέλο της αρχαίας ελληνικής τέχνης.
Από τις αρχές του 19ου αιώνα, οι συστηματικές ανασκαφές σε ελληνικούς και ρωμαϊκούς αρχαιολογικούς χώρους «ξέβρασαν» στην επιφάνεια ένα πλήθος αγαλμάτων και άλλων ευρημάτων που έφεραν σκόρπια ίχνη χρώματος, τα οποία αποτέλεσαν αντικείμενο εξειδικευμένης έρευνας.
Ήδη, όμως, τον 18ο αιώνα, ο πρωτοπόρος αρχαιολόγος και ιστορικός τέχνης Γιόχαν Βίνκελμαν είχε διατυπώσει μία διαφορετική άποψη: είχε θεωρήσει τις γυμνές πέτρινες φιγούρες ως καθαρές πλατωνικές μορφές, φορείς μιας απόλυτης αυστηρότητας: «όσο πιο λευκό είναι το σώμα, τόσο πιο ωραίο είναι» έγραφε ο ίδιος. Και προσέθετε: «το χρώμα συμβάλλει μεν στην ωραιότητα, αλλά δεν είναι ωραίο από μόνο του. Το χρώμα θα πρέπει να διαδραμάτιζε ήσσονα ρόλο στην αρχαία θεώρηση του ωραίου, επειδή η δομή και όχι το χρώμα ήταν αυτή που συνιστούσε την ουσία του».
Παρ' όλες, λοιπόν, τις ενδείξεις που παρέσχε η αρχαιολογική έρευνα του 19ου αιώνα, η άποψη του Βίνκελμαν κατάφερε να κυριαρχήσει, καθιστώντας κάθε άλλη θέση ως εκκεντρική ή ακόμη και προκλητική.
Έως ότου ο εξίσου Γερμανός Βίντζενζ Μπρίνκμαν ανέλαβε να αποκαταστήσει την αλήθεια: εξοπλισμένος με υψηλής έντασης λάμπες, κάμερες και άλλες φυσικο-χημικές μεθόδους πέρασε ολόκληρες δεκαετίες με σκοπό να αποκαταστήσει το «πολύχρωμο» (κάποιοι θα το βρουν «κακόγουστο», «υπερφίαλο», ακόμη και «κιτς») μεγαλείο των αρχαίων Ελλήνων.
Μάλιστα, φρόντισε να δώσει σάρκα και οστά στα επιστημονικά ευρήματά του, δημιουργώντας πλήρους κλίμακας αντίγραφα γλυπτών επιχρωματισμένα με τις ίδιες χρωστικές ουσίες και τα ίδια συστατικά που χρησιμοποιούσαν και οι αρχαίοι: πράσινο από μαλαχίτη, μπλε από αζουρίτη, κίτρινο και ώχρα από συστατικά του αρσενικού, κόκκινο από κιννάβαρη και μαύρο από ψημμένο κόκαλο και σταφύλι.
Τα δημιουργήματά του κάνουν το γύρο του κόσμου, φιλεξενούμενα σε σημαντικά μουσεία και εκθέσεις ανά την υφήλιο.