Την Παρασκευή που μας πέρασε το ευρώ σημείωσε τη μεγαλύτερη άνοδο της αξίας του μετά από ένα χρόνο. Και πρόκειται μονάχα για την αρχή, καθώς τους ερχόμενους μήνες αναμένεται να σημειωθεί μία αυξανόμενη τάση ανατίμησής του.
Πράγμα που συνιστά πρόβλημα για τις προσπάθειες επαναφοράς των οικονομιών της Ευρωζώνης, εφόσον ένα ισχυρότερο ευρώ καθιστά αυτομάτως τα ευρωπαϊκά αγαθά ακόμη πιο ακριβά για τους ξένους αγοραστές.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του qz.com, πρόκειται για μία σημαντική εξέλιξη στον παγκόσμιο νομισματικό πόλεμο που μαίνεται αυτή τη στιγμή και στον οποίο συμμετέχουν χώρες από όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη με στόχο φτηνότερα νομίσματα.
Ένας ζωτικός αγώνας δρόμου διεξάγεται σήμερα ανάμεσα στις μείζονες ανεπτυγμένες οικονομίες της αγοράς, οι οποίες προσπαθούν να κρατήσουν τα νομίσματά τους όλο και φτηνότερα, με την Ευρώπη όμως να μένει πίσω.
Η εκκολαπτόμενη δύναμη του ευρώ δεν αποτελεί και τόσο συνάρτηση της δύναμης της ευρωζώνης όσο της επιθετικής νομισματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας: πέρυσι, στην προσπάθειά της να αποτρέψει την παύση του δανεισμού από τον τραπεζικό τομέα, καθώς και την πτώχευση της Ισπανίας και της Ιταλίας, επέκτεινε τα τριετή δάνεια στις τράπεζες σε υπερβολικά χαμηλά επιτόκια δανεισμού.Οι τράπεζες είχαν δύο ευκαιρίες να εκμεταλλευτούν αυτά τα «δάνεια», τα οποία είναι γνωστά ως πράξεις μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης. Ως μέρος των όρων, οι τράπεζες μπορούσαν να ξεπληρώσουν τα κεφάλαια μέσα σε ένα χρόνο, εάν το επέλεγαν, είτε σε εβδομαδιαία βάση.
Την Παρασκευή, σύμφωνα με το δημοσίευμα, η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι 287 τράπεζες θα ξεπλήρωναν 137 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή σχεδόν οι μισές από τις 523 που συμμετείχαν στις πράξεις μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης συνολικού ύψους 489 δισεκατομμύρια ευρώ.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη συρρίκνωση των οικονομικών ισολογισμών της ΕΚΤ κι έτσι τον περιορισμό της προσφοράς χρήματος. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο είναι ακριβότερο το ευρώ σήμερα: πολύ απλά, κυκλοφορούν όλο και λιγότερα.
Παρ' όλο που η ΕΚΤ θα αρχίσει να απορροφά μέσα στην εβδομάδα αυτά τα κεφάλαια, ωστόσο δεν αναμένεται να χαλαρώσει την πολιτική της, αρνούμενη να ρίξει τα επιτόκια κάτω από το 0,75%.
Αυτή η πολιτική κάνει την ΕΚΤ την πρώτη μεγάλη κεντρική τράπεζα που ρίχνει – και όχι απλά παγώνει – τις υπερβολικά εύκολες νομισματικές πολιτικές της, πράγμα που θα έχει ως συνέπεια το «φούσκωμα» του νομίσματος έναντι των άλλων, τη στιγμή που οι κεντρικές τράπεζες του κόσμου σπρώχνουν τις αξίες προς τα κάτω.
Αυτή εξέλιξη αφήνει την Ευρώπη όχι μόνο έκθετη, αλλά και σε πολύ δύσκολη θέση, ιδίως εφόσον στόχος της είναι η ενίσχυση των εξαγωγών στην περιφέρεια.