Η διευθύντρια του γραφείου του υπουργού Οικονομικών Χρυσή Χατζή στην κατάθεση της στους οικονομικούς εισαγγελείς Γρηγόρη Πεπονη και Σπύρο Μουζακίτη υποστήριξε πως δεν θυμάται την ημερομηνία που την κάλεσε ο πρώην υπουργός Γιώργος Παπακωνσταντίνου στο γραφείο του προκειμένου να παραλάβει έναν εμπιστευτικό φάκελο για λογαριασμό του.
Σύμφωνα με πληροφορίες του iefimerida.gr η κ. Χατζή ανέφερε στους οικονομικούς εισαγγελείς «ο κ. Παπακωνσταντίνου, ο οποίος έλλειπε από το γραφείο μου ζλήτησε να παραλάβω έναν εμπιστευτικό φάκελο γι αλογαρισμό του, προερχόμενο από την Πρεσβεία μας στην Γαλλία. Πράγματι διπλωμάτης από την Πρεσβεία μας στο Παρίσι ήλθε στο Γραφείο μου, προερχόμενος κατ' ευθείαν από το αεροδρόμιο όπως δήλωσε και μου ενεχείρισε ένα κλειστό φάκελο εμπιστευτικό για τα χέρια του κ.Παπακωνσταντίου».
Ωστόσο η ίδια προσθέτει «δεν ενθυμούμαι το όνομα του προσώπου αυτού» και υπογραμμίζει πως «Μόλις επέστρεψε ο κ. Παπακωνσταντίνου στο γραφείο του παρέδωσα τον φάκελο χωρίς να τον ανοίξω. Ο κ. Παπακωνσταντίνου μου είπε ''είναι τα στοιχεία που περιμένω για τις καταθέσεις στο εξωτερικό''».
Αναφέρει μάλιστα πως και ο Γενικός Γραμματέας του υπουργείου Οικονομικών κ. Πλασκοβίτης την ρώτησε τις επόμενες ημέρες αν είχε έρθει ο φάκελος και εκείνη με τη σειρά της τον ενημέρωσε. Στη συνέχεια υποστηρίζει πως στις 24 Ιανουαρίου 2011 κλήθηκε να συμμετάσχει σε σύσκεψη με τους κ. Παπακωνσταντίνου, τον κ.Πλασκοβίτη, τον Ειδικό Γραμματέα του ΣΔΟΕ κ. Καπελέρη και το νομικό σύμβουλο του υπουργού κ.Αναστάσιο Μπάνο.
«Στη σύσκεψη ο υπουργός είπε ότι έλαβε από τη Γαλλία στοιχεία με ελληνικές καταθέσεις από Ελβετική Τράπεζα, τα οποία ήταν αμφιβόλου προελεύσεως και δεν είχαν παραδοθεί επισίμως από την Τράπεζα στις Γαλλικές Αρχές. Μας είπε πως κάποια από τα στοιχεία τα είχε δώσει στον κ. Καπελέρη προκειμένου να ελέγξει αν τα πρόσωπα αυτά ήταν υπαρκτά και να κάνει μία πρώτη διασταύρωση αν τα ποσά που εμφανίζοννται δικαιολογούνταν από τα δηλωθέντα εισοδήματα των προσώπων αυτών», πρόσθεσε βέβαια πως δεν θυμόταν τον αριθμό των ονομάτων των καταθετών.
Τόνισε βέβαια πως ο κ. Καπελέρης είπε πως για κάποιους δεν προέκυπτε ότι το εισόδημα και το επάγγελμα δικαιολογούν τόσο μεγάλα ποσά. «Αναφέρθηκε π.χ. σε υπάλληλο εταιρίας με καταθέσεις πεντακοσίων εκατομμυρίων δολαρίων, χωρίς όμως να αναφέρει όνομα».
Στη συνέχεια ο Υπουργός ρώτησε τη γνώμη των παρευρισκομένων για το πως θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν τα στοιχεία αυτά και προχωρήσει ο έλεγχος των καταθετών και στη συνέχεια είπε πως θα έπρεπε οπωσδήποτε να διαφυλαχθεί το απόρρητο των στοιχείων και να μην διαρρεύσει η έρευνα του ΣΔΟΕ.
Η κ.Χατζή αναφερόμενη στην αντικατάσταση από τη θέση του επικεφαλής του ΣΔΟΕ του κ. Καπελέρη από τον κ. Διώτη και την ενημέρωση του τελευταίου από κ.Παπακωνσταντίνου για το θέμα, είπε πως «στις αρχές Ιουνίου 2011 ο υπουργός μου είπε πως ενημέρωσε τον κ.Διώτη για τα στοιχεία των καταθέσεων και του τα έστειλε με την ασφάλεια του». Μάλιστα είπε πως «τα αρχεία αυτά δεν τα έχω δει ποτέ σε καμία μορφή, ηλεκτρονική ή έντυπη, CD, USB κλπ».
Τέλος επισημαίνει πως από τις αρχές Ιουνίου του 2011 και μετά δεν ξανακουσε τίποτα για το θέμα ούτε είχε κάποια ενημέρωση από τον υπουργό μέχρι που άκουσε για λίστα Λαγκάρντ από τα ΜΜΕ. Μάλιστα όταν άκουσε πως τα στοιχεία δεν είχαν δοθεί για πρωτοκόλληση αλλά για εμπιστευτική φύλαξη ρώτησε τον υπάλληλο του πρωτοκόλλου του υπουργού Νίκου Χρηστίδη αν είχε δει ποτέ ένα cd για πρωτοκόλληση με στοιχεία καταθετών, «ή αν υπήρχε περίπτωση να το είχαν κρατήσει χωρίς πρωτοκόλληση στο γραφείο πρωτοκόλλου του υπουργού ένα παρόμοιοι cd». Εκείνος της απάντησε αρνητικά.
Τέλος η κ.Χατζή τόνισε «Δεν γνωρίζω σε ποιον έδωσε ο υπουργός τα στοιχεία για φύλαξη και σε μένα δεν τα έδωσε».
Επιδημία «δεν είδα, δεν ξέρω» στους συνεργάτες του πρώην υπουργού
Δεν είδαν ποτέ το επίμαχο CD με τη λίστα Λαγκάρντ υποστήριξαν στις καταθέσεις τους οι πρώην επιστημονικές σύμβουλοι Λεμονιά Παπαδάκου και Σοφία Ρίτσου.
Οι δύο γυναίκες που εξετάστηκαν από τους οικονομικούς εισαγγελείς Γρηγόρη Πεπόνη και Σπύρο Μουζακίτη ανέφεραν πως υπηρετούσαν στο υπουργείο Οικονομικών την περίοδο που παρελήφθη το CD αλλά ούτε ενημερώθηκαν για την παραλαβή του, αλλά ούτε και το είδαν ποτέ.
Επίσης, δήλωσαν πως δεν ήταν στα άτομα που δόθηκε το CD για εμπιστευτική αποθήκευση, ενώ δεν γνωρίζουν και σε ποιούς θα μπορούσε να έχει δοθεί.
«Ουδέποτε άκουσα από τον υπουργό ή από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο κάτι σχετικό με αυτή τη λίστα. Η πρώτη φορά που άκουσα κάτι σχετικό ήταν από τα μέσα ενημέρωσης μόλις το θέμα πήρε δημοσιότητα το φθινόπωρο του 2012» υπογράμμισε σύμφωνα με πληροφορίες του iefimerida.gr η κ. Παπαδάκου.
«Εγώ δεν είχα καμία σχέση με την τήρηση του βιβλίου πρωτοκόλλου του γραφείου του κ. Υπουργού, γνωρίζω όμως ότι ετηρείτο βιβλίο γενικού και εμπιστευτικού πρωτοκόλλου» πρόσθεσε η κ. Λεμονιά Παπαδάκου, τονίζοντας πως ο μόνος που γνωρίζει που παρεδόθη προς φύλαξη το ψηφιακό αρχείο είναι ο ίδιος ο κ. Παπακωνσταντίνου.
Η κ. Ρίτσου που υπηρέτησε ως ειδική σύμβουλος επί θεμάτων ληξιπρόθεσμων χρεών από τον Απρίλιο του 2010 μέχρι τον Οκτώβριο του 2011, όταν ρωτήθηκε για τη χρησιμότητα της λίστας Λαγκάρντ ως εργαλείο καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, απάντησε πως αυτή η λίστα όπως και οποιαδήποτε άλλη οφείλει να αποτελεί βάση ελέγχου για τις αρμόδιες υπηρεσίες, σημειώνοντας πως «ο νόμος έχει συμπεριλάβει όλες τις ειδικές προβλέψεις για να το εξασφαλίσει αυτό σε επίπεδο θεσμών και διαδικασιών».
Παράλληλα, υποστήριξε πως η ομάδα είσπραξης οφειλών της οποίας ήταν επικεφαλής διενεργούσε διασταυρώσεις μόνο από τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων ή δημοσίων υπηρεσιών, τονίζοντας πως δεν γνώριζε τίποτα για την λίστα Λαγκάρντ.