Δικαστές και εισαγγελείς αναλαμβάνουν δράση και συστήνουν μια ομάδα κρούσης με σκοπό να εκκαθαρίσει υποθέσεις διαφθοράς, πολιτικού χρήματος και οικονομικού εγκλήματος με πολιτικές απολήξεις ενώ παράλληλα, πρόθεση της κυβέρνησης είναι και η θεσμοθέτηση ειδικού εισαγγελέα διαφθοράς, με στόχο την επιτάχυνση των ερευνών.
Σύμφωνα με την Καθημερινή για το Πρωτοδικείο της Αθήνας μελετάται η ανάθεση καθηκόντων ειδικών ανακριτών για υποθέσεις πολιτικής και κρατικής διαφθοράς, και σε άλλους, πλην των έξι δικαστικών που ήδη χειρίζονται υποθέσεις σκανδάλων.
Η κίνηση αυτή θα γίνει με βάση τον ειδικό νόμο για την ταχεία διεκπεραίωσή τους, με την υπαγωγή σε αυτούς και των ανακριτών -περί τους δέκα- που χειρίζονται, προς το παρόν, υποθέσεις που παραπέμπονται ειδικά με τον νόμο περί καταχραστών του δημοσίου χρήματος.
Ανάλογη κινητικότητα παρατηρείται και στην Εισαγγελία, όπου θα ενισχυθεί το τμήμα του οικονομικού εγκλήματος που έφερε σε πέρας την έρευνα για τις μίζες στην υπόθεση Τσοχατζόπουλου, αλλά και δεκάδες άλλες υποθέσεις με διασπάθιση δημοσίου χρήματος εκατομμυρίων ευρώ.
Την ίδια ώρα, οι δικαστικές αρχές ζητούν τεχνικά μέσα, υπολογιστές και εξειδικευμένους επιστήμονες για τον έλεγχο οικονομικών δεδομένων και τραπεζικών λογαριασμών σε μόνιμη βάση. Στόχος είναι -ακόμα και υπό τις σημερινές συνθήκες δημοσιονομικής κατάρρευσης- να δοθεί δυνατότητα στην ομάδα «ράμπο», δικαστών και εισαγγελέων, να αποκαλύψουν τους αποδέκτες του πολιτικού χρήματος και να εξιχνιάσουν σοβαρές υποθέσεις οικονομικής εγκληματικότητας.
Παράλληλα, στην Εισαγγελία της Αθήνας δέκα εισαγγελικοί λειτουργοί συγκροτούν την ομάδα «κρούσης» για το οικονομικό έγκλημα, ερευνώντας δεκάδες υποθέσεις με τεράστιο πολιτικό και οικονομικό ενδιαφέρον.
Εν προκειμένω έμφαση δίνεται, πέραν των εξοπλιστικών, στις νοσοκομειακές δαπάνες, τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις και σε πολλές συμβάσεις του Δημοσίου που «μπάζουν» από παντού και υποκρύπτουν παράνομες δοσοληψίες και πολιτικό χρήμα.