Η πρώτη αναφορά στην ιστορία της Ελλάδας για συνταξιοδοτικό δικαίωμα γίνεται το 1827, στο ψήφισμα της Εθνικής Συνέλευσης της Τροιζήνας. Εκεί γίνεται αναφορά στους εθνικούς αγωνιστές και αναφέρεται ότι «...αι χήραι και τα ορφανά των υπέρ της πατρίδος θανατουμένων θέλει έχουσιν σταθερόν πόρον ζωής των...».
Το 1828, με απόφαση του Πρωθυπουργού Ιωάννη Καποδίστρια δίνονται οι πρώτες συντάξεις σε στρατιωτικούς, σε χήρες στρατιωτικών με το μισό της σύνταξης ενώ με το ίδιο ποσό συνταξιοδοτούνται και τα ορφανά των αγωνιστών μέχρι το 16ο έτος της ηλικίας τους.
Επειδή όμως από τότε ίσχυε το μέσον και όσοι είχαν πρόσβαση στην κεντρική εξουσία επωφελούνταν εις βάρος άλλων δημιουργήθηκε σύγχιση για το ποιοί είναι πραγματικά οι αγωνιστές με αποτέλεσμα πραγματικοί ήρωες του '21 να ζητιανεύουν για να ζήσουν.
Η κοινωνική πρόνοια στα σπάργανα
Τα κενά που υπάρχουν στο νεοσύστατο κράτος για την κοινωνική πρόνοια ευνοούν την ιδιωτική πρωτοβουλία και η συντεχνία των ναυτικών των εύπορων νήσων Υδρας, Σπετσών και Ψαρών δημιουργούν δικό τους ταμείο και ένα ποσοστό από τα έσοδα πήγαινε για τις συντάξεις των απόμαχων ναυτικών και των οικογενειών τους.
Το 1856 η κυβέρνηση επιχειρεί να εισάγει τον συνταξιοδοτικό θεσμό αλλά αποτυγχάνει. Πέντε χρόνια αργότερα, τον Αύγουστο του 1861 ψηφίζεται τελικά ο νόμος «Περί συντάξεως των πολιτικών υπαλλήλων» που περιελάμβανε δημοσίους υπαλλήλους οι οποίοι εδικαιούντο σύνταξη μετά από 25 χρόνια υπηρεσίας. Το δικαίωμα μεταβιβαζόταν σε περίπτωση θανάτου στη χήρα και στα παιδιά. Η εισφορά του εργαζομένου ήταν το 5% του μισθού του ενώ ο νόμος εισήγαγε για πρώτη φορά στην Ελλάδα και την αναπηρική σύνταξη για όσους λόγω νόσου ή ατυχήματος δεν μπορούσαν να εργαστούν.
Οι πρώτοι άμεσα ευνοημένοι ήταν δάσκαλοι, δικαστές, ναυτικοί, υπάλληλοι της Εθνικής Τράπεζας, εργαζόμενοι στα μεταλλεία κλπ.
Ομως, ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα ξεκίνησε το πρόβλημα της βιωσιμότητας των ασφαλιστικών ταμείων. Οι εφημερίδες της εποχής έγραφαν:
«Αλλά εάν από έτους εις έτος προβαίνομεν εις απονομήν συντάξεων μετά τοιαύτης καλπαζούσης ταχύτητος πού θα ευρεθεί το Κράτος ύστερα από ολίγα έτη και πόθεν θα πληρώνονται οι συνταξιούχοι;»
Ολοι οι Ελληνες παίρνουν σύνταξη
Μόνο μετά την Μικρασιατική καταστροφή ψηφίστηκε νόμος για τριπλή συνταξιοδοτική συνεισφορά κράτους, εργαζομένου και εργοδότη ενώ πέντε χρόνια αργότερα καθιερώθηκε η υποχρεωτική ασφάλιση στο ΙΚΑ. Ο Πρωθυπουργός του δικτάτορα Πάγκαλο Αθανάσιος Ευταξίας το καλοκαίρι του 1926 διαμαρτυρόταν ότι το σύστημα δεν θα αντέξει:
«Η αναθεώρησις του νόμου περί συντάξεων εκρίθη αναγκαία λόγω του ότι σήμερον κατήντησε να λαμβάνουσιν σύνταξιν όλοι σχεδόν οι Ελληνες. Εάν το 1922 επληρώνομεν συντάξεις 22 εκατομμυρίων σήμερον πληρώνομεν 500 με κίνδυνον να φθάσωμεν τα 700 εάν παραταθή αυτή η κατάστασις...»
Ανάπηροι μαιμού
Τον Μάιο του 1908, σύμφωνα με το αφιέρωμα του Τύπου της Κυριακής, το Ελεγκτικό Συνέδριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όλος ο μηχανισμός συγκέντρωσης πιστοποιητικών για τις αναπηρικές συντάξεις ήταν διάτρητος και υπήρχαν «ύποπτα πιστοποιητικά».
Το Ελεγκτικό Συνέδριο προειδοποιούσε ότι οι αρμόδιες Αρχές προβαίνουν στην έκδοση αναπηρικών συντάξεων με μεγάλη ευκολία και πρότεινε να συσταθεί επιτροπή ώστε να καταστεί η έκδοση των συντάξεων πιο ακριβής.