Η Γερμανία αναμένεται να αποφασίσει εάν θα ξεκινήσει νέα δικαστική διαδικασία με στόχο την απαγόρευση του νεοναζιστικού κόμματος NPD. Την προηγούμενη φορά που το επιχείρησε, το Συνταγματικό Δικαστήριο απέριψε το αίτημα.
Στη διάρκεια της ιστορίας της, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας έθεσε εκτός νόμου δυο κόμματα: το ακροδεξιό Σοσιαλιστικό Κόμμα του Ράιχ (SRP) το 1952 και το σταλινικό KPD το 1956.
Το NPD ιδρύθηκε το 1964 και στις εκλογές του 2009 έλαβε το 1,5% των ψήφων. Ποτέ δεν εισήλθε στην Μπούντεσταγκ, καθώς για την είσοδο ενός κόμματος στην Κάτω Βουλή απαιτείται ποσοστό 5%.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε τον Μάρτιο, το 77% των Γερμανών επιθυμεί την απαγόρευση του NPD, παρόλο που το 75% θεωρεί ότι αυτό δεν αρκεί για να πληγεί η ακροδεξιά.
Αύριο οι υπουργοί Εσωτερικών των γερμανικών κρατιδίων θα αποφασίσουν εάν θα προχωρήσουν ή όχι στη διαδικασία αυτή ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Καρλσρούης, του μόνου αρμοδίου να αποφασίσει εάν το NPD μπορεί και πρέπει να τεθεί εκτός νόμου.
Η απαγόρευση ενός κόμματος βασιεται στο άρθρο 21.1 του γερμανικού Συντάγματος, που προβλέπει ότι είναι αντισυνταγματικά τα κόμματα που ως στόχο έχουν «να πλήξουν τη φιλελεύθερη και δημοκρατική συνταγματική τάξη».
Ο εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης Στέφεν Ζάιμπερτ πάντως δεν έδειξε αισιόδοξος: «Μια τέτοια διαδικασία έχει πιθανότητες να επιτύχει, ωστόσο παρουσιάζει και κινδύνους. Το αίτημα πρέπει να είναι καλά προετοιμασμένο, γιατί, σύμφωνα με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, δεν πρέπει να υπάρξει δεύτερη αποτυχία στο Συνταγματικό Δικαστήριο» δήλωσε ο Ζάιμπερτ.
Το θέμα της απαγόρευσης του NPD ανακινήθηκε μετά την ανακάλυψη το 2011 μια ακροδεξιάς εγκληματικής οργάνωσης, του λεγόμενου «Εθνικοσοσιαλιστικού Άντεργκραουντ (NSU)». Μέλη της οργάνωσης αυτής που πρόσκεινται στο NPD, κατηγορούνται για τη δολοφονία δέκα μεταναστών, στην πλειοψηφία τους Τούρκων, στο διάστημα 2000-2006.