Έχει σχεδιάσει πυρηνικούς πυραύλους και έχει καταφέρει να στείλει αστροναύτες στο διάστημα. Μία όμως ζωτικής σημασίας τεχνολογία εξακολουθεί να παραμένει «άπιαστο όνειρο» για την παντοδύναμη Κίνα, που αν την υλοποιήσει, αυτό θα σημάνει κυριολεκτικά την παγκόσμια κυριαρχία της. Και η στιγμή που θα συμβεί αυτό είναι πολύ κοντά...
Όσο απίστευτο κι αν ακούγεται, παρά τις δεκαετίες ερευνών και αποτυχημένων προσπαθειών, η Κίνα δεν έχει καταφέρει ακόμη να κατασκευάσει έναν αξιόπιστο, υψηλής απόδοσης αεριωθούμενο κινητήρα – μία τεχνολογία η έλλειψη της οποίας την καθιστά άμεσα εξαρτώμενη τόσο από το ρωσικό όσο και από το δυτικό στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα.
Σύντομα, όμως, αυτό αναμένεται να αλλάξει, καθώς ο κινεζικός τομέας αεροπλοΐας εντείνει τις προσπάθειές του ώστε να επιτευχθεί το πολυπόθητο αποφασιστικό βήμα που θα βάλει τέλος στην εξάρτησή του από τους ρωσικής και δυτικής κατασκευής κινητήρες στρατιωτικών και εμπορικών αεροσκαφών.
Το πρόβλημα είχε ξεκινήσει ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και τα γεγονότα της εξέγερσης οπότε και η Δύση (ΗΠΑ & Ευρώπη) είχε απαγορεύσει την πώληση στρατιωτικών εξοπλισμών στην Κίνα, με τους ξένους κατασκευαστές κινητήρων να δείχνουν και αυτοί απρόθυμοι να μεταβιβάσουν στους Κινέζους την απαραίτητη τεχνογνωσία.
Αυτή η εξέλιξη σήμανε την αδυναμία της Κίνας να καλύψει ένα σημαντικό κενό στον τομέα της τεχνολογίας, καθώς της στέρησε τη δυνατότητά της να κάνει αυτό που γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα: να αντιγράψει.
Ο λόγος για τον οποίο είναι τόσο δύσκολο να κατασκευαστούν υψηλής απόδοσης αεριωθούμενοι κινητήρες είναι ότι, τόσο για την εμπορική όσο και για την πολεμική αεροπλοΐα, οι διαδικασίες σχεδιασμού και κατασκευής πρέπει να είναι σε τέτοιο βαθμό μελετημένες, επεξεργασμένες, συντονισμένες και τεκμηριωμένες, ώστε να πληρούν τα κριτήρια πιστοποίησης.
Πλέον, η εγχώρια κατασκευή και παραγωγή αεριωθούμενων κινητήρων υψηλής απόδοσης για στρατιωτική χρήση θεωρείται ζωτικότατης σημασίας για το μακροπρόθεσμο σχέδιο του Πεκίνου να αυξήσει τον αριθμό μαχητικών αεροσκαφών κατά 1.000 κομμάτια, με στόχο τόσο τη διασφάλιση της κυριαρχίας επί της Ταϊβάν, όσο και για την προάσπιση των νότιων και ανατολικών ακτών της.
Εάν στα παραπάνω προσθέσει κανείς και τις προβλέψεις της εταιρείας Boeing ότι μέχρι το 2031 η Κίνα θα χρειαστεί να αυξήσει τον εμπορικό και επιβατικό της στόλο κατά 5.260 κομμάτια συν 2.400 επιχειρηματικά τζετ, τότε αντιλαμβάνεται κανείς πως, δεδομένου ότι απαιτούνται για κάθε αεροσκάφος πάνω από δύο κινητήρες, ο συνολικός αριθμός κινητήρων θα ανέλθει στις 16.000, με τον καθένα να κοστίζει περί τα 10 εκ. δολάρια.
Τα ποσά είναι υπερβολικά υπέρογκα για να επαναπαυθεί η Κίνα στους ξένους κατασκευαστές, οι οποίοι ωστόσο θεωρούν ότι η κυριαρχία τους στην κινεζική αγορά θα συνεχιστεί για αρκετά χρόνια ακόμη, μέχρι οι Κινέζοι να διασφαλίσουν την απαραίτητη τεχνογνωσία.
Πηγή: Reuters