«Δεν ελπίζω τίποτα, δε φοβάμαι τίποτα, είμαι λέφτερος»: είναι η φράση που ο Νίκος Καζαντζάκης ζήτησε να τον συνοδεύει για πάντα. Μια φράση που οι Έλληνες αγαπούν να επαναλαμβάνουν, ως στοιχείο ταυτότητας και φιλοσοφίας ζωής. Κυρίως στις οριακές στιγμές – όπως τώρα...
Η είδηση για το θάνατο του Νίκου Καζαντζάκη διαδόθηκε μέσα σε λίγες ώρες σε όλη τη χώρα το βράδυ της 26ης Οκτωβρίου του 1957– γεγονός θαυμαστό αν αναλογιστεί κανείς τα διαθέσιμα μέσα επικοινωνίας ήταν ελάχιστα. Όμως ο Νίκος Καζαντζάκης, αιρετικός και ποιητής, βαθιά Έλληνας και γνήσιος κοσμοπολίτης, υπήρξε ένα πρότυπο ιδιαίτερο για κάθε Έλληνα. Πρότυπο Κρητικής ανδρείας και αδούλωτης ψυχής, όσο και αν ενόχλησε ή εξόργισε με το έργο και τις απόψεις του. Χαρακτηρίστηκε ταυτόχρονα αναρχικός, εθνικιστής και κομμουνιστής, άθεος και θρησκόληπτος, μισογύνης και σωβινιστής. Ο «Καπετάν Μιχάλης» και κυρίως ο «Τελευταίος Πειρασμός» του εξόργισε της εκκλησία. Τι κι αν έγραφε στο «Φτωχούλη του Θεού»: «Είπα στη μυγδαλιά, αδελφή, μίλησέ μου για το Θεό. Κι η μυγδαλιά άνθισε.»
Ο Ζορμπάς του έγινε συνώνυμο του Έλληνα παγκοσμίως. Ακόμη και σήμερα στο εξωτερικό κυριαρχεί η εικόνα του «έξω καρδιά» καλοπερασάκια ξέγνοιαστου Έλληνα. Ο «Τελευταίος Πειρασμός» ενέπνευσε τον Σκορτσέζε να δημιουργήσει ένα φιλμ που έδειξε πως ο Καζαντζάκης μπορεί ακόμα να προκαλέσει πάθη Δέχθηκαν να του δώσουν συνεντεύξεις ο Μουσολίνι, ο Φράνκο, ο Ριβέρα, αρθρογραφούσε στην Πράβντα. Μετάφρασε τη Θεία Κωμωδία Δάντη μέσα σε 45 μέρες, αλλά και ολόκληρη την Ιλιάδα μαζί με τον Ι. Θ. Κακριδή. Κατά την Οκτωβριανή Επανάσταση δούλεψε για τον επαναπατρισμό δεκάδων χιλιάδων Ελλήνων του Καυκάσου, ενώ προτάθηκε τρεις φορές για Νόμπελ Λογοτεχνίας. Όρισε τη νέα ελληνική φιλοσοφία στην Ασκητική του:: «Δε ζυγιάζω, δε μετρώ, δε βολεύομαι! Ακολουθώ το βαθύ μου χτυποκάρδι».
Υπήρξε ένας θρύλος και ο θάνατός του συγκλόνισε τη χώρα. Πέθανε στις 10.20 το βράδυ της 26ης Οκτωβρίου του 1957, σε κλινική στο Φράινμπουργκ της Γερμανίας. Είχε μόλις επιστρέψει από την Κίνα, ταλαιπωρημένος από μία γρίπη που επιδείνωσε την κακή του κατάσταση: ήταν ήδη 8 χρόνια άρρωστος με λευχαιμία. Στην Ελλάδα από τη στιγμή που έγινε γνωστός ο θάνατός του, άρχισαν να περίμενουν να μεταφερθεί η σορός τους για να τιμηθεί όπως του αξίζει, όμως η Εκκλησία έχει αντίθετη άποψη. Η γυναίκα του Ελένη ζητά να εκτεθεί σε λαϊκό προσκύνημα στην Αθήνα μέχρι να μεταφερθεί στο Ηράκλειο της Κρήτης για την κηδεία (εκεί επιθυμούσε να ταφεί ο ίδιος).
Το σώμα του φτάνει στο στρατιωτικό αεροδρόμιο στην Ελευσίνα στις 3 Νοεμβρίου. Ο Ωνάσης είχε προσφερθεί να διαθέσει αεροσκάφος της Ολυμπιακής για τη μεταφορά, όμως δεν ήταν τελικά εφικτό. Καθώς γίνεται η μεταφορά στην Αθήνα, ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Θεόκλητος αρνείται το αίτημα της οικογένειας. Η σορός μένει σε ένα παρεκκλήσι στο κοιμητήριο του Α΄Νεκροταφείου, ενώ ο Γιώργος Παπανδρέου που ήταν φίλος του Καζαντζάκης προσπαθεί να μεταπείσει την κεφαλή της εκκλησίας. Αποτυχαίνει. Ταυτόχρονα ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έχει δώσει εντολή να γίνει δημοσία δαπάνη η κηδεία.
Ο Υπουργός Παιδείας Αχιλλέας Γεροκωστόπουλος συνοδεύει τη σορό μαζί με έναν ιερέα, τον Κρητικό Σταύρο Καρπαθιωτάκη που αργότερα θα υποστεί κυρώσεις από την εκκλησία. Το απόγευμα της 4ης Νοεμβρίου φτάνει η σορός στο Ηράκλειο, για να την υποδεχθούν περισσότερα από 700 άτομα στο αεροδρόμιο της πόλης. Οι βρακοφόροι της Κρήτης φρουρούν τη σορό μέχρι την επόμενη μέρα της κηδείας και του ενταφιασμού στο Ενετικό Προμαχώνα Μαρτινέγκρο. Ο τάφος του μέχρι σήμερα αποτελεί ένα από τα πλέον επισκέψιμα σημεία της Κρήτης. Εκεί αύριο Σάββατο 27 Οκτωβρίου στις 11 το πρωί θα τελεστεί μνημόσυνο για την επέτειο του θανάτου του.