Όποιον και αν ρωτήσεις – άντρα εννοείται – θα ακούσεις και μια διαφορετική ιστορία: για το πώς κατόρθωσε να εξασφαλίσει μία θέση σε κινηματογράφο όπου παιζόταν η πρώτη ταινία της ή για το πώς βρήκε το κουράγιο να ρίξει τα μούτρα του, να πάει στην «απαγορευμένη» γωνιά του συνοικιακού βίντεο κλαμπ και να σηκώσει την πολυπόθητη κασέτα για να την πάει τρεμάμενος στο ταμείο.
Και όλα αυτά προς τι; Μα για να απολαύσει το εφηβικό μυτερό στήθος και τις ολοστρόγγυλες ροζ «ιμπρεσιονιστικές» ρώγες, τις αέρινες γάμπες και το θεϊκό θαμνώδες «άνθος» της Ολλανδέζας Ηγερίας του σοφτ αισθησιακού κινηματογράφου, Σίλβια Κριστέλ.
Έχουν ακουστεί απίστευτες ιστορίες για τύπους που περπάτησαν δεκάδες χιλιόμετρα από τα χωριά τους για να την απολαύσουν στην πρώτη ταινία της. Άλλοι περιγράφουν με μοναδικά γλαφυρό τρόπο την ιώβειο υπομονή με την οποία περίμεναν να πάρουν δρόμο οι γονείς τους για να βάλουν ευλαβικά τις βίντεο κασέτες της στην οικογενειακή συσκευή και να σαρώσουν με το βλέμμα τους το περίγραμμα της αριστουργηματικής φιγούρας της, τα βαθιά πρασινογάλανα μάτια της και την αιθέρια κίνησή της, τη στωικότητα και την παγωμένη λαγνεία με την οποία υπέμενε όλα όσα επιτελούνταν πάνω στο κορμί της, μια ολόκληρη ήπειρος αφιερωμένη στην εξερεύνηση και την περιπέτεια.
Η απαλή αυτή ύπαρξη που πρωταγωνίστησε στις τέσσερις από τις επτά ταινίες της σειράς Εμμανουέλα και η οποία υπέκυψε χθες στον καρκίνο, συνέπεια μανιώδους καπνίσματος από την ηλικία των έντεκα και μάλιστα άφιλτρων – έτσι, για να μπορεί να απομακρύνει αισθησιακά με τη γλώσσα τα κομματάκια καπνού που κολλάνε στα χείλη – θα μείνει για πάντα στη μνήμη ενός μεγάλου μέρους του ανδρικού πληθυσμού μεταξύ σαράντα και εξήντα ως εκείνη που έκανε πράξη στο παίξιμό της αυτό που είχε δηλώσει άλλοτε ως ζητούμενο της υποκριτικής της:
«The only thing I was trying to portray was serenity. Also, innocence, vulnerability and elegance» [«Το μόνο πράγμα που προσπάθησα απεικονίσω ήταν η γαλήνη, όπως και την αθωότητα, την ευαλωτότητα και την κομψότητα»].