Η απόλυση μιας εργαζόμενης μπορεί να κριθεί καταχρηστική, χωρίς να χρειάζεται να αποδειχθεί σεξουαλική παρενόχληση της υπαλλήλου από ανώτερο στέλεχος επιχείρησης, αφού αρκεί και η απλή εκδήλωση ερωτικού «ενδιαφέροντος» που, όταν αποκρούστηκε, προκάλεσε καταγγελία της εργασιακής σχέσης λόγω εμπάθειας.
Αυτό έκρινε ο Άρειος Πάγος και ανέτρεψε προηγούμενη απόφαση του Εφετείου που υποστήριζε ότι, για να θεωρήσει καταχρηστική την απόλυση, έπρεπε να έχει υπάρξει και σεξουαλική παρενόχληση (κάτι που δεν κατήγγειλε η απολυμένη).
Με τη σημαντική αυτή απόφαση, την οποία αποκαλύπτει το «Έθνος», το ανώτατο δικαστήριο της χώρας προσφέρει ουσιαστική προστασία σε όσες εργαζόμενες απειλούνται επειδή δεν ενδίδουν στο «ενδιαφέρον» που εκδηλώνει ο προϊστάμενος ή ο εργοδότης. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, 45χρονη καλλονή από τη Βόρεια Ελλάδα, γραμματέας σε μεγάλη επιχείρηση περίπου 25 χρόνια, άρχισε να έχει προβλήματα όταν ήλθε στην εταιρεία νέος διευθυντής. Όπως αναφέρει στην αγωγή της, ο συγκεκριμένος την αντιμετώπιζε καθημερινά με υπερβολικά «φιλικό» τρόπο και άκρως κολακευτικά σχόλια για την εξωτερική της εμφάνιση.
Ο διευθυντής διαρκώς πηγαινοερχόταν στο γραφείο της με διάφορα προσχήματα, χωρίς να υπάρχουν αντικειμενικοί υπηρεσιακοί λόγοι. Η συνεχής παρουσία μαζί με τους κολακευτικούς χαρακτηρισμούς του ξεπερνούσαν μεν τα όρια της ευγένειας και συναδελφικότητας, ωστόσο δεν άγγιξαν τα όρια προσβολής της προσωπικότητάς της. Η κοπέλα ήρθε σε δύσκολη θέση και αμηχανία, με αποτέλεσμα έπειτα από μερικές εβδομάδες, να ζητήσει από τον διευθυντή της να σταματήσει επειδή ενδιαφέρεται μόνο για την οικογένειά της και την εργασία της. Ομως από τότε -κατά την αγωγή- εκείνος άλλαξε στάση, την αντιμετώπιζε εχθρικά και προσβλητικά, δημιουργώντας αδικαιολόγητα προβλήματα.
Επειδή η κατάσταση χειροτέρευε, η εργαζόμενη ζήτησε την προστασία του προέδρου της επιχείρησης, που τη διαβεβαίωσε ότι θα γίνουν συστάσεις και το πρόβλημα θα λήξει. Πράγματι, οι ενοχλήσεις σταμάτησαν. Όμως λίγους μήνες αργότερα το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών της εταιρείας πέρασε σε άλλους και ο διευθυντής εισηγήθηκε στον γενικό διευθυντή της εταιρείας την απόλυσή της. Η επιχείρηση την απομάκρυνε, δίνοντάς της πλήρη αποζημίωση για την πολυετή παρουσία της.
Μετά από αυτό, η γυναίκα κατέφυγε στη δικαιοσύνη θεωρώντας την απόλυση άκυρη και καταχρηστική, καθώς υποστήριζε ότι ήταν προϊόν εμπάθειας και εκδικητικότητας επειδή απέκρουσε το ενδιαφέρον του διευθυντή και προκάλεσε τις σε βάρος του συστάσεις. Το Πρωτοδικείο τη δικαίωσε ακυρώνοντας την απόλυση, ωστόσο το Εφετείο δέχθηκε έφεση της επιχείρησης ότι δεν υπήρξε από εργοδοτικής πλευράς καταχρηστική συμπεριφορά, γιατί ελλείπει ο ισχυρισμός για σεξουαλική παρενόχληση. Όμως ο Άρειος Πάγος ανέτρεψε ως εσφαλμένη την εφετειακή απόφαση, γιατί η ακυρότητα της απόλυσης ως καταχρηστικής μπορούσε να θεμελιωθεί σε εμπάθεια και έχθρα του στελέχους της επιχείρησης ενώ δεν χρειαζόταν να αξιώσει το Εφετείο περισσότερα στοιχεία, όπως να υπάρχει και σεξουαλική παρενόχληση...