Κάθε άλλο παρά δημοσιονομικά ουδέτερο, θα είναι όπως φαίνεται το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, καθώς η Τρόικα θεωρεί ότι ο μόνος τρόπος για να διασφαλιστεί μεγάλο μέρος των εσόδων από τη φοροδιαφυγή για την επόμενη 3ετία, είναι να αλλάξει απλώς τα. φώτα στους φορολογούμενους.
Όπως επισημαίνουν, δε, υπηρεσιακοί παράγοντες, η συζήτηση περί κατάργησης του αφορολογήτου που έχει ξεκινήσει εδώ και μήνες, όταν το ΔΝΤ είχε παραδώσει τη σχετική Έκθεση στον Λουκά Παπαδήμο, δεν πρέπει να συνδέεται με τις συζητήσεις για τις σχεδιαζόμενες περικοπές, καθώς είναι πολύ πιθανόν να εφαρμοστούν όλα ανεξαιρέτως!
Είναι ενδεικτικό ότι στις πρόσφατες συζητήσεις της Τρόικας με το οικονομικό επιτελείο, ζητήθηκαν από το ΚΕΠΥΟ στοιχεία για τα εισοδήματα που δηλώνουν οι υπόχρεοι ανά κατηγορία (επαγγελματίες, μισθωτοί, συνταξιούχοι, εισοδηματίες, αγρότες), έτσι ώστε να εκτιμηθεί ποιο είναι το δημοσιονομικό όφελος ή κόστος από τη κατάργηση ή διατήρηση του αφορολογήτου, αντιστοίχως.
Σύμφωνα, δε, με πρόχειρους υπολογισμούς, από τη πλήρη κατάργηση του αφορολογήτου ο Προϋπολογισμός θα είχε ένα όφελος περίπου 3 δις ευρώ.
«Παρέα» με το αφορολόγητο πάνε και οι αποδείξεις, καθώς με δεδομένο ότι το νέο σύστημα υπολογισμού των εισοδημάτων (έσοδα- δαπάνες) δεν θα είναι έτοιμο εγκαίρως, η σκέψη που επικρατεί είναι να διατηρηθούν μεν οι αποδείξεις αλλά να ενισχυθούν ως κίνητρο με τη μετατροπή τους από κάλυψη του αφορολογήτου σε έκπτωση από το εισόδημα.
Η διαφορά σε αυτή τη περίπτωση είναι ότι δεν θα λαμβάνονται υπόψιν όλες ανεξαιρέτως οι δαπάνες, αλλά κυρίως ή μόνο αυτές που αφορούν σε υπηρεσίες «υψηλού κινδύνου φοροδιαφυγής», δηλαδή με βάση τα στοιχεία του ΣΔΟΕ, κυρίως τεχνικές υπηρεσίες (ηλεκτρολόγοι, υδραυλικοί, συνεργεία κλπ). Σε μια τέτοια περίπτωση, οι αποδείξεις αυτές θα λειτουργούν ως «μαξιλάρι» στη περίπτωση πλήρους κατάργησης του αφορολογήτου, καθώς θα έχουν τη μορφή επιστροφής φόρου μέχρι ένα ορισμένο ύψος.