Πρόσφατη επιστημονική έρευνα ρίχνει φως στο πρόβλημα της χρόνιας ιγμορίτιδας επισημαίνοντας ότι συχνά οφείλεται στη διαταραχή της φυσιολογικής μικροβιακής βιοποικιλότητας της μύτης, γεγονός που συνεπάγεται την αύξηση του πληθυσμού ενός κοινού βακτηρίου.
Το βακτήριο Corynebacterium tuberculostearicum ζει κανονικά στο ανθρώπινο δέρμα και θεωρείται άκακο υπό φυσιολογικές συνθήκες. Όμως όταν διαταράσσεται η ποικιλότητα των άλλων μικροοργανισμών, εκμεταλλεύεται την «αναστάτωση» για να αποικίσει μαζικά τα ιγμόρια της μύτης.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια ιατρικής Σούζαν Λιντς του πανεπιστημίου της Καλιφόρνια - Σαν Φρανσίσκο, συνέκριναν δείγματα των μικροβιακών κοινοτήτων από τις ρινικές κοιλότητες δέκα υγιών ατόμων και δέκα ασθενών με ιγμορίτιδα.
Η ανάλυση έδειξε ότι οι ασθενείς δεν διέθεταν πολλά διαφορετικά μικρόβια που κανονικά βρίσκονται στις μύτες των υγιών ατόμων. Στις μύτες των ασθενών υπήρχαν μεγάλες ποσότητες του Corynebacterium tuberculostearicum, το οποίο υπό κανονικές συνθήκες ζει στο μέτωπο, τα μάγουλα και τα μάτια.
Επίσης τα υγιή άτομα είχαν στη μύτη τους ένα κοινό βακτήριο (τον λακτοβάκιλλο Lactobacillus sakei) που φαίνεται πως προστατεύει από τις λοιμώξεις των ρινικών κόλπων και την ιγμορίτιδα και το οποίο δεν διέθεταν οι ασθενείς.
Οι επιστήμονες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η σωρεία μικροβίων στη μύτη είναι ακριβώς αυτή που προστατεύει τον οργανισμό απο μία πιθανή εξάπλωση ενός πληθυσμού βακτηρίων που θα μπορούσε να προκαλέσει ιγμορίτιδα
όπως δήλωσε ο ερευνητής χειρούργος Άντριου Γκόλντμπεργκ, τα πορίσμτα της έρευνας δείχουν την ανάγκη μιας διαφορετικής στρατηγικής αντιμετώπισης της πάθησης. Αν όντως η πραγματική αιτία της νόσου είναι η διαταραχή του μικροβιώματος που αποικίζει τον ιστό των ιγμορίων και των ρινικών κοιλοτήτων, τότε προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί στην αποκατάσταση των προστατευτικών βακτηρίων.