Η αφορμή για ό,τι ακολουθεί δεν επιδέχεται ούτε χιουμοριστικής αντιμετώπισης ούτε σάτιρας. Πρόκειται για μία αληθινή τραγωδία με πραγματικά θύματα, ζωντανά και νεκρά. Για τη γνωστή ιστορία της παπαδιάς, του εραστή της και του δολοφονηθέντος ιερέα συζύγου της, που αυτές τις μέρες κατέχει περίοπτη θέση στην επικαιρότητα. Ο χρόνος όμως είναι μη αναστρέψιμος. Το κακό έχει πια συντελεστεί και ο λαός μας έχει αποδείξει ότι όταν συντελείται ένα κακό, έχει τη δύναμη και τη διάθεση να το πραγματεύεται ελευθερόστομα.
Αυτό που ακολουθεί είναι μία σειρά από γνωστά και άλλα λιγότερο γνωστά γαμοτράγουδα και βωμολοχικά άσματα με θέμα την παρώδηση της ηφαιστειώδους σεξουαλικότητας της παπαδιάς, αλλά και του κλήρου εν γένει.
Πρόκειται για βακχικά άσματα που ανάγονται στις διονυσιακές εορτές της αρχαιότητας και έχουν επιβιώσει έως σήμερα.
Προειδοποίηση: ό,τι ακολουθεί ουδεμία σχέση έχει με την εν λόγω παπαδιά της τραγωδίας. Μοναδικό κοινό στοιχείο η ιδιότητα της «παπαδιάς» που αποτελεί και την πραγματική αφορμή της παρούσας δημοσίευσης.
Ι
Τί τηράτε, τί γελάτε,
και δεν μας το μαρτυράτε;
Δυο κυπριά και μια κουδούνα,
παπαδιά κατσαρομούνα.
Η χήρα η παπαδιά
Τις μεγάλες αποκρές
φέραν δυο σακκιά ψωλές.
Τις χοντρές και τις στριμμένες,
τ'ς αγαπούν οι παντρεμένες.
Τις λιανές με τις πλεξούσες
τ'ς αγαπούν οι κοπελλούδες.
Και μια χήρα παπαδιά
δεν επρόφτασε καμιά.
Πιάνει, τ'νάζει τα τσουβάλια,
βρίσκει μια με δυο κιφάλια.
Τούτη είναι για τα μένα,
πουν'αι τα σκέλια μ'αναμμένα.
Να τη βάλω στο λεϊνι,
να χοντρύνει, να παχύνει.
Να χοντρύνει να παχύνει,
κι απ'τις δυο μεριές να χύνει.
Της παπαδιάς
Μια παπαδιά κοσκίναγε κι βρήκε ένα αρχίδι,
κι από την καύλα την πολλή το βάζει βρονταρίδι,
στον ουρανό εκύταζε, το Θιό παρακαλούσε,
Θέ μου να βρω το ταίρι του και το κοπανιστήρι.
Μια παπαδιά τηγάνιζε ψαράκια θίκι – θίκι,
κι απάνω στο τηγάνισμα θυμήθ'κε το γαμήσι.
Φάτε γάτες τα ψάρια μου κι σκύλοι το ψωμί μου,
και γω θα πάω να γαμηθώ, να σβήσω τον καϊμό μου.
Μια παπαδιά τηγάνιζε ψαράκια στο κελί της,
και κει που τα τηγάνιζε καύλωσε το μουνί της.
Πετάει τα ψάρια 'πό τη μνια, το λάδι 'πο την άλλη,
και τρέχει τον κατήφορο να πάει να βρει μεγάλη.
Της παπαδιάς ο μούναρος κοιμάται δίχως έννοια,
μακρύνανε οι τρίχες του, σαν του παπά τα γένια.
Της παπαδιάς ο μούναρος ο κλειδωπινακάτος,
τον τσίμπησε ένα ψώλαρος, τρίου χρόνου βαρβάτος,
και πρίσκανε τ'αχείλα του και δεν χωράει ο φίλος του.
Συμβουλές μιας Ηγουμένης
-Τι έχεις πάθει κόρη μου κι είσαι έτσι αλαφιασμένη;
-Έχω φαγούρα στο μουνί Αγία Ηγουμένη
-Σύρε μπροστά στην είσοδο εκεί στην Άγια Βρύση
και τρίψε το με Αγιασμό. Θα σε ανακουφίσει
-Πήγα μπροστά στην είσοδο, πήγα στην Άγια Βρύση
μα δεν ανακουφίστηκα, χρειάζομαι γαμήσι
-Τι λόγια λες αμαρτωλή; Σώπα και μας ακούνε
κι εμάς μας λείπει η ψωλή αλλά δε βλασφημούμε...
-Και τι να κάνω η χριστιανή που είμαι καυλωμένη;
Εσείς δεν έχετε ορμές Αγία Ηγουμένη;
-Λες να μην έχω κόρη μου; Τι λες; Να 'χω αγιάσει;
Καμιά αδερφή μες στη μονή δεν έχει τέτοια κράση...
-Και τότε; Πως τη βγάζετε; Ποιο είναι το μυστικό σας;
Πείτε μου και δε θα το πω. Δίνω όρκο στο Θεό σας
-Κοίτα να δεις κοπέλα μου. Είσαι μικρή, δεν ξέρεις
μα αν συνεχίσεις όπως πας, για πάντα θα υποφέρεις.
Τόσο καιρό που φύλαγες την τρύπα σου για προίκα
σου γίναν τα μουνόχειλα σα ξεραμένα σύκα
Πρέπει λοιπόν σιγά σιγά τον πόνο να απαλύνεις
Γι αυτό σου λέω με Αγιασμό την τρύπα σου να πλύνεις.
-Την πίσω τρύπα ή την μπροστά; Ποιο δάχτυλο να βάλω;
Πες μου πως γίνεται σωστά. Αχ! Δεν αντέχω άλλο.
-Άκουσε κόρη μου καλά. Δώσε την προσοχή σου.
Ποτέ δεν πρέπει μόνη σου να πλένεις το μουνί σου.
Τράβα λοιπόν στην είσοδο, εκεί στην Άγια Βρύση
Κι εγώ θα στείλω άμεσα κάποιον να σε φροντίσει
-Ποιος θα ναι; Πως θα λέγεται; Και ποια η καταγωγή του;
Θα 'χει λεφτά; Θα 'χει όνομα; Αξίες στη ζωή του;
-Κόρη μην είσαι αφελής. Αφού κι εσύ το ξέρεις
πως όταν φτάνει η στιγμή της καύλας κι υποφέρεις
δεν έχουν νόημα τα λεφτά ούτε η ανατροφή του
μα να έχει μήκος αρκετό και πάχος το καυλί του
να στέκεται αγέρωχο, περήφανο γενναίο
κι όσο κι αν το ταλαιπωρείς να παραμένει ακμαίο
Τράβα λοιπόν και μη ρωτάς. Στη Βρύση που σου είπα
Και συμβουλή. Πρώτη φορά, ποτέ την πίσω τρύπα.
Συμβουλές μιας Ηγουμένης μέρος β'
Μετά τα λόγια τα σοφά που είπε η Ηγουμένη
η κόρη έφυγε τρέχοντας κι απ τη χαρά χεσμένη
πήγε αμέσως μόνη της και στήθηκε στη βρύση
προσμένοντας καρτερικά κάποιον να τη φροντίσει
Ήταν ντυμένη ελαφρά κιλότα δε φορούσε
γιατί η κάψα στο μουνί την (ε)ταλαιπωρούσε
πέφτει στα δυο τα γόνατα τάχα πως προσευχόταν
και μέσα της τον ψωλαρά περίμενε κι ευχόταν
να ναι μαζί της τρυφερός μα κι άγριος όταν πρέπει
και να ναι η πούτσα του ορθή σαν την Αγία Σκέπη
να φέρεται με σεβασμό να ξέρει να προσφέρει
αυτό που δεν κατάφερνε μονάχη με το χέρι...
Κι εκεί, σκυφτή στα τέσσερα βλέπει ένα καβαλάρη
που είχε ωραία κορμοστασιά, τεράστιο παπάρι
και βγάζει ένα αναστεναγμό που πλάνταξε η φύση
Να τονε το λεβέντη μου! Αυτός θα με γαμήσει!!
Σηκώνει το κεφάλι της και του γελάει με τρόπο
κλείνει το μάτι πονηρά του κάνει λίγο τόπο
να έρθει από τα δεξιά τη φόρα του να πάρει
και να μπορέσει εύκολα την τρύπα να κεντράρει
Κι ο καβαλάρης βλέποντας τον κώλο τον παρθένο
έτσι άσπρο και λαχταριστό έτσι καλοστημένο
αρπάζει το παπάρι του φωνάζει Εν Τούτω Νίκα
και της το βάζει άγαρμπα από την πίσω τρύπα
Τι ήταν να το κάνει αυτό; Την ξάφνιασε την Κόρη
της γύρισαν τα μάτια της. Βροντάστραψαν τα όρη
Έβγαλε δυνατή κραυγή της κόπηκε η ανάσα
της λύγισαν τα γόνατα της έφυγαν τα ράσα
Όμως μετά το ξάφνιασμα, μετά την πρώτη αντάρα
μετά το σοκ που ένιωσε της κόρης η κωλάρα
ο πόνος -τι παράξενο!- άρχισε να 'χει γλύκα
πολύ το φχαριστιότανε αυτό το Εν Τούτω Νίκα
Τι κι αν λιγάκι πιο νωρίς την είχαν ορμηνέψει
διείσδυση στον κώλο της να μην την επιτρέψει;
Τι κι αν η κάψα στο μουνί ήταν το πρόβλημά της;
Τι κι αν την ξάφνιασε άγαρμπα ο ωραίος αναβάτης;
Αυτή το φχαριστιότανε. Θα το 'κανε και πάλι
θα το 'κανε και με ψωλή ακόμα πιο μεγάλη
Άσ' την να λέει την άσχετη την Άγια Ηγουμένη
διπλά σε φτιάχνει το καυλί που από πίσω μπαίνει...
Συμβουλές μιας Ηγουμένης Τέλος Τριλογίας
-Τι έχεις πάθει κόρη μου και πας σα συγκαμένη;
-Μου κάναν Οθωμανικό Αγία Ηγουμένη
-Σου άρεσε;
-Μου άρεσε
-Θα ξαναπάς;
-Δεν ξέρω. Καλό το πισωκολλητό μα τώρα υποφέρω...
-Δώσε καιρό στον κώλο σου να ηρεμήσει λίγο
-Πόσο καιρό; Πονάω πολύ τα πόδια σαν ανοίγω
-Σε δύο μέρες αρχικά θα πάψεις να υποφέρεις
έπειτα θέλει άλλες εφτά μέχρι να συνεφέρεις
ό,τι σου λέω οι σοφοί πατέρες μας το βρήκαν
του κώλου τα εννιάμερα πως λες εσύ να βγήκαν;