Δεν υπάρχει ταινία του Κρόνενμπεργκ που να μην έχει τρομακτικό ενδιαφέρον, με εξαίρεση ίσως το απλοϊκά νατουραλιστικό Μία επικίνδυνη μέθοδος που – κατά την άποψη του γράφοντος – δεν στάθηκε αντάξιο του προς πραγμάτευση θέματός του. Δεν ισχύει όμως το ίδιο και για το Cosmopolis του 2012, που βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του μεγάλου Αμερικανού συγγραφέα Ντον ντε Λίλο.
Παρ' όλα αυτά, όλες του οι δημιουργίες από τα πρώτα πειραματικά φιλμς της δεκαετίας του 1960 μέχρι και τα πρόσφατα έργα του είναι πραγματικά κινηματογραφικά δοκίμια, δείγματα ενός auteur τόσο διαβασμένου και με τέτοιο εύρος αναφορών που κατατάσσεται αυτομάτως σε ένα εξαιρετικά ολιγάριθμο κλαμπ «εικονοποιών διανοουμένων» που ξέρουν ότι το να φιλοσοφείς δεν σημαίνει να αμπελοφιλοσοφείς, αλλά να κατασκευάζεις εννοιακούς κόσμους (οπτικούς, ακουστικούς, λεκτικούς), ακόμη και αλλοπρόσαλλους, για να πεις αυτό που υπάρχει. Το πραγματικό.
Θέμα της ταινίας μία ημέρα από τη ζωή του μεγαλοχρηματιστή Έρικ Πάκερ – το ρόλο ενσαρκώνει ο ομορφάντρας «βρυκόλακας» Ρόμπερτ Πάτινσον – ο οποίος αναγκάζεται να περάσει μεγάλο μέρος της ημέρας του στο πίσω κάθισμα της λιμουζίνας του, λόγω της προεδρικής αυτοκινητοπομπής που έχει επιφέρει κυκλοφοριακό χάος στους δρόμους της Νέας Βαβυλώνας-Νέας Υόρκης. Στόχος της μετακίνησής του ένα κούρεμα. Όχι όμως ένα οποιοδήποτε κούρεμα, όπως θα ανακαλύψει ο θεατής.
Ντυμένος στην τρίχα, σε άψογη φυσική κατάσταση, συναισθηματικά ατάραχος, ο Πάκερ ζει σε έναν κόσμο αποτελούμενο από ψηφιακούς αλγόριθμους, στατιστικούς δείκτες χρηματιστηρίου και ροές δεδομένων.
Τότε είναι που η κατ' απόλυτο τρόπο διατεταγμένη και προβλέψιμη ζωή του, άμεσα συνδεδεμένη με τη μικρή οθόνη υπολογιστή στο πλάι του, αρχίζει να διαταράσσεται από μία σειρά από μη υπολογίσιμα σφάλματα, διαλυτικές τυχαιότητες και απροσδιόριστους παράγοντες. Ο Κάφκα συναντάει τον Χάιζενμπεργκ και τον Τόμας Πίντσον.
Ωστόσο, παρά τις αλλεπάλληλες ανατροπές στο πρόγραμμά του, ο ίδιος μοιάζει απορροφημένος στον εαυτό του και στην υπαρξιακή κατάστασή του, ως εάν να πάσχει από ένα έλλειμμα βιώματος, αίσθησης και νοήματος.
Κάθε πρόβλημα που ανακύπτει στη ροή της ημέρας του, με αποκορύφωμα την τελική σκηνή, έχει να κάνει αποκλειστικά και μόνο με τη βίαιη εισροή του χάους, της μη υπολογισιμότητας, της απροσδιοριστίας και της ρευστότητας στον εγχαραγμένο, οριοθετημένο, εύτακτο κόσμο του.
Σε αυτόν τα πάντα μετρώνται βάσει υπολογισμού, μαθηματικών σχέσεων και αναλογιών, αποδεικνύοντας ένα παλιό ρητό του Όσκαρ Ουάιλντ για τους κερδοσκόπους συμπατριώτες του:
«Γνωρίζουν τα πάντα για την τιμή των πραγμάτων και τίποτα για την αξία τους».