Με αφορμή το ελληνικό ζήτημα και την επίσκεψη του Αντώνη Σαμαρά στις ευρωπαικές πρωτεύουσες προέκυψε ήδη η πρώτη δημόσια διαφωνία της Ανγκελα Μέρκελ με τον Φρανσουά Ολάντ οι οποίοι συναντώνται αύριο βράδυ στο Βερολίνο.
Οι δύο ηγέτες αναμένεται να συναντηθούν στο Βερολίνο σε ένα δείπνο εργασίας ενόψει της διπλής επίσκεψης που θα κάνει ο Πρωθυπουργός σε Βερολίνο και Παρίσι με βασικό αίτημα την επαναδιαπραγμάτευση όρων του Μνημονίου και επιμήκυνση του χρόνου προσαρμογής του ελληνικού προγράμματος.
Πριν το δείπνο Μέρκελ-Ολάντ είχε προγραμματιστεί να προηγηθεί μια συνέντευξη Τύπου αλλά οι δύο ηγέτες διαφωνούν για το πώς πρέπει να γίνουν οι δηλώσεις. Σύμφωνα με το γαλλικό πρακτορείο ειδήσεων AFP ο Γάλλος πρόεδρος «δεν έχει μιλήσει για την Ελλάδα εδώ και καιρό και επιθυμεί να παραχωρήσει μια μεγάλη συνέντευξη Τύπου» και να απαντήσει σε ερωτήσεις δημοσιογράφων, αναφέρει γαλλική διπλωματική πηγή. Αντίθετα, η Ανγκελα Μέρκελ επιθυμεί να κάνει μια πολύ σύντομη δήλωση και να μην επεκταθεί σε λεπτομέρειες.
Η γαλλική πλευρά μαθαίνοντας την άρνηση της Ανγκελα Μέρκελ αποφάσισε, σύμφωνα πάντα με το πρακτορείο, να παραχωρήσει ο Γάλλος πρόεδρος δική του συνέντευξη Τύπου στη γαλλική πρεσβεία του Βερολίνου, αμέσως μετά το δείπνο του με τη γερμανίδα καγκελάριο.
Το ειδησεογραφικό πρακτορείο επικοινώνησε με την γερμανική καγκελαρία η οποία δεν θέλησε να σχολιάσει το ενδεχόμενο ατομικής συνέντευξης Τύπου του κ. Ολάντ.
Η Ανγκελα Μέρκελ, σημειώνει το AFP, θέλει να επικοινωνήσει τα λιγότερα δυνατόν στοιχεία για το ελληνικό ζήτημα καθώς καμία απόφαση δεν έχει ακόμη ληφθεί. Η γερμανική πλευρά δεν θέλει, επιπλέον, να διαφανούν διαφορές στις θέσεις των δύο χωρών για την Ελλάδα.
Η διαφωνία Γερμανίας-Γαλλίας για το περιεχόμενο της συνέντευξης Τύπου δεν είναι τυπική. Είναι προφανές ότι οι δύο ηγέτες έχουν διαφορετική προσέγγιση για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Η Γερμανία επιμένει ότι καμία απόφαση δεν μπορεί να ληφθεί πριν η τρόικα παρουσιάσει την έκθεσή της, στα τέλη Σεπτεμβρίου. Ο Φρανσουά Ολάντ, από την πλευρά του, φέρεται διατεθειμένος να ζητήσει ανοχή για το ελληνικό πρόβλημα και να στηρίξει το ελληνικό αίτημα για επιμήκυνση του δημοσιονομικού προγράμματος.