Μέχρι πρότινος ένα από τα βασικά επιχειρήματα κατά των τρόπων με τους οποίους ασκείται η πολιτική στη σύγχρονη εποχή συνίστατο στη διαπίστωση ότι οι πολιτικοί έχουν χάσει την επαφή τους με την πραγματικότητα και τους πολίτες που την υφίστανται καθημερινά.
Εν ολίγοις, ότι στερούνται εμπειρικής επαφής με την καθημερινή ζωή και γνώσης αυτής, την οποία γνωρίζουν μονάχα μέσα από αριθμούς και στατιστικά δείγματα που αναλαμβάνουν να τους δώσουν μία αφηρημένη «εικόνα» του τι συμβαίνει εκεί έξω.
Με τη ραγδαία τα τελευταία χρόνια εξάπλωση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης – αρχικά του facebook και ακόμη περισσότερο του Twitter – ένας μεγάλος αριθμός πολιτικών επανήλθε στο προσκήνιο της καθημερινής εμπειρίας και έκθεσης, χωρίς ωστόσο κάτι τέτοιο να σημαίνει ότι άλλαξαν ουσιαστικά και οι όροι διεξαγωγής του πολιτικού παιχνιδιού.
Αν έχει αλλάξει κάτι είναι η αύξηση των γκαφών και των διαγραφών, οφειλόμενων στην από κεκτημένη ταχύτητα μη ελεγχόμενη «ειλικρίνεια» στην οποία το μέσο εξαναγκάζει το χρήστη, ειδικά όταν ο λόγος του έχει αντίκτυπο.
Γενικά, το Twitter αποτελεί ένα πρώτης τάξεως όπλο στη φαρέτρα του πολιτικού σήμερα για πολύ συγκεκριμένους λόγους που ξεπερνούν τα όρια της «μόδας» και πρώτα απ' όλα, όπως έχει αποδειχτεί σε πολλές περιπτώσεις στο εξωτερικό όσο και στην Ελλάδα, επειδή χρησιμεύει ως εξαιρετικά αποτελεσματικό μέσο άμεσης και πρόωρης αξιολόγησης-σφυγμομέτρησης των αντιδράσεων σε ανακοινώσεις προτού αυτές παρουσιαστούν σε επίσημες συνεντεύξεις τύπου.
Επειδή όμως, όπως λέει και ο Γιόντα στον Πόλεμο των άστρων, η πολλή δύναμη συνεπάγεται και μεγάλη ευθύνη, είναι πολύ εύκολο το μέσο να στραφεί ενάντια στους χρήστες και να τους εκθέσει ανεπανόρθωτα. Και τούτο διότι είναι την ίδια στιγμή ιδιωτικό και συνάμα απολύτως δημόσιο, πράγμα που εμπεριέχει ένα ασύμμετρο ρίσκο.
Όσο κι αν ενδείκνυται για την αποτελεσματικότερη προώθηση του εξατομικευμένου προφίλ ενός πολιτικού προσώπου, το Twitter φανερώνει όλα του τα πλεονεκτήματα και τη δυναμική του όταν τίθεται στην υπηρεσία εκλογικών εκστρατειών και αντιπολίτευσης, σε καμία περίπτωση όμως διακυβέρνησης.
Το κέλευσμα «ελάτε να αλλάξουμε τον κόσμο» είναι ευκολότερο να χωρέσει σε 140 χαρακτήρες απ' ό,τι το να προσπαθήσει κάποιος υπουργός να εξηγήσει μία αποτυχία. Το συγκεκριμένο μέσο κοινωνικής δικτύωσης είναι έτσι φτιαγμένο ώστε να πριμοδοτεί κυρίως τα αρνητικά σχόλια ή τις άμεσα θετικές προτροπές και προκλήσεις/προσκλήσεις και όχι την αναλυτική παρουσίαση εξαιρετικά πολύπλοκων καταστάσεων.
Εκεί ακριβώς το μέσο φανερώνει τον ελλιπή χαρακτήρα και τις εγγενείς αδυναμίες του, οι οποίες γίνονται και αδυναμίες του πολιτικού λόγου,του πολιτικού δραν και του πολιτικού φαίνεσθαι που μεσολαβείται μέσω αυτού.
Σε έρευνα που διεξήχθη πριν από καιρό από την Φλάισμαν Χίλαρντ, μεγάλη εταιρεία δημοσίων σχέσεων στην Ουάσινγκτον, οι ειδικοί διαπίστωσαν πως οι Ρεπουμπλικάνοι του Λευκού Οίκου τουίταραν πέντε φορές περισσότερο από τους δημοκράτες.
Εν κατακλείδι, για άλλη μία φορά αποδεικνύεται πως, πράγματι, το μέσο είναι το μήνυμα στο βαθμό που η μορφή του πρώτου επιδρά καταλυτικά στη διαμόρφωση του δεύτερου, επιβάλλοντας συγκεκριμένους τυποποιημένους τρόπους και κανάλια επικοινωνίας, η ισχύς των οποίων ξεπερνά κατά πολύ τις προθέσεις των χρηστών τους.