Τέσσερις από τις πιο σαρκοβόρες λέξεις που κάθε άνθρωπος φτάνει κάποια ευτυχή στιγμή στη ζωή του να ψελλίσει, με τα χείλη του μόλις που να αγγίζουν το λοβό του αυτιού της/του παρτεναίρ του και με το σώμα τεταμένο, τρεμάμενο να τείνει να εισέλθει ολόκληρο στο αλλότριο σώμα και να το γεμίσει, να το πληρώσει, να το διανοίξει στον κόσμο για να χωρέσει τα πάντα.
Το πώς ακριβώς θα συμβεί αυτό παραμένει αδιευκρίνιστο. Ωστόσο, η ορμή δεν ψεύδεται. Ό,τι λέει το εννοεί. Θέλει να «καταπιεί» το αντικείμενό της, να το αφομοιώσει και να το αναλώσει. Δια των γεννητικών οργάνων, των χεριών, του στόματος, της γλώσσας, των δοντιών.
Υπό το καθεστώς της ανεξέλεγκτης ηδονής και παραζάλης, τα φύλα βρίσκουν τον προορισμό τους: διατίθενται προς βρώση. Ζουμερά, διεγερμένα, αιματωμένα. Σαν το μαλακό saignant φιλέτο που αποζητά την οδοντοστοιχία που θα μπηχτεί μέσα του, με τα ζουμιά του να λούζουν τη στοματική κοιλότητα.
Οι συμβολικές δυνάμεις του σώματος εξάπτονται σε σημείο βρασμού, εκρήγνυνται και απελευθερώνονται, προκαλώντας ηφαιστειακών διαστάσεων εκλύσεις ενέργειας.
Το ίδιο συμβαίνει και με τις εγκεφαλικές λειτουργίες. Η ακραία σύγχυση και η νοητική κένωση που επιφέρει η απελευθέρωση μεγάλων ποσοτήτων ντοπαμίνης, εκβάλλει σε μία κατάσταση συναισθησίας, όπου τα χρώματα αναδίδουν οσμές, οι λέξεις γεννούν γεύσεις και τα μέρη του σώματος απορροφώνται μέσα σε ένα λεκτικό κέλυφος έτοιμο να ρουφηχτεί με βουλιμία, σαν σαλιγκάρι ή στρείδι ορθάνοιχτο.
Πρόκειται για το βασίλειο της μεταφοράς, όπου τα πάντα είναι και μπορούν να γίνουν τα πάντα, σαν τους πίνακες του μυστικιστή ζωγράφου Αντρέ Μασόν, όπου σώματα, αντικείμενα, Μινώταυροι, φαλλοί σε στύση, αιδοία και ποταμοί ηφαιστειακής λάβας συγχέονται μέσα σε ένα περιδινούμενο σύμπαν, εισδύουν το ένα μέσα στο άλλο, διαλύονται, χάνουν τις ταυτότητές τους, διαστέλλονται στο χρόνο και το χώρο, δίχως αρχή και τέλος.
Μέσα σε αυτή την έξαρση της μεταφορικής δύναμης, το σώμα γίνεται γλώσσα και η γλώσσα γίνεται σώμα, σε σημείο που ο λοβός του αυτιού να είναι την ίδια στιγμή τρυφερός βλαστός, ταλαντευόμενη κλειτορίδα, σάρκα βερίκοκου και χίλια δυο πράγματα, όσα και οι νευρωνικές συνάψεις του εγκεφάλου.
Να θυμηθούμε την Ιστορία του ματιού του ύψιστου Ζορζ Μπατάιγ και τη σκηνή της ταυρομαχίας, όπου τα εισερχόμενα στο αιδοίο και στον πρωκτό της θεατού Σιμόν βραστά – προς θεού, όχι μελάτα – αβγουλάκια, αποτελούν μέρος μίας αλυσίδας σημαινόντων, στην οποία το «αβγό» συντήκεται με τον «οφθαλμό» και ο «οφθαλμός» με τον «όρχι» μέσα σε ένα ατέρμονο παιχνίδι μεταθέσεων και αντιμεταθέσεων σημασιών και νοημάτων που διεγείρουν την όρεξη σε σημείο αυτή να θέλει να κορεστεί πάραυτα;
Τέρμα και τελείωσε: τα φύλα είναι προς βρώση και κατάποση. Μοιραίος προορισμός τους είναι – πέραν του να «φαγωθούν» μεταξύ τους – να φαγωθούν κατά κυριολεξία. Να εισέλθουν στην corrida του έρωτα και να γίνουν κομμάτια.
Αυτή είναι η μοναδική οδός και η μοναδική υπόσχεση ανανέωσης και επανένωσής τους υπό ένα νέο σωτήριο νόμο.