Το χρονικό του προαναγγελθέντος... μηδενικού αποτελέσματος ολοκληρώθηκε στο Eurogroup. Ο Γιάννης Στουρνάρας πήρε μόνο... αυστηρές προειδοποιήσεις. Τι φοβάται τώρα η ελληνική κυβέρνηση, για τους επόμενους μήνες; Τι ελπίζει;
Υπό τις εξαιρετικά δυσμενείς - ούτως ή άλλως- συνθήκες, η «νωπή» ελληνική κυβέρνηση εναποθέτει τις ελπίδες της κυρίως σε... υποθέσεις εργασίας. Όχι όμως κατ' ανάγκη αυθαίρετες.
Αν τα καλά λόγια έχουν πρακτικό αντίκρυσμα...
Στο σκέλος των ελπίδων, μπορεί κανείς να επισημάνει τα εξής:
- Πρώτον, η Αθήνα μπορεί να ευελπιστεί ότι ενδέχεται να μετατραπεί σε άτυπη, «σιωπηρή» παροχή χρόνου η «ζεστή» επιστολή Σόιμπλε προς τον κ. Στουρνάρα, καθώς και η δεδηλωμένη θετική εντύπωση, την οποία αποκόμισε - σε προσωπικό επίπεδο- η Τρόικα από τις συναντήσεις της με τους νέους υπουργούς.
Επί της ουσίας, η νέα κυβέρνηση προσδοκά ότι θα εξασφαλίσει εμπράκτως κάποια ανοχή εκ μέρους των δανειστών, αφενός χάρη σε αυτήν ακριβώς την ιδιότητα της «νέας» κι αφετέρου επειδή οι εταίροι τη θεωρούν κατ' αρχήν «καλή», «συνεργάσιμη». Και μάλιστα μια «καλή» κυβέρνηση, της οποίας η πολιτική ήδη αμφισβητείται εντόνως (μαχητική αντιπολίτευση ΣΥΡΙΖΑ για τις ιδιωτικοποιήσεις, παραίτηση Νικολόπουλου,κλπ).
-Δεύτερον, η «ζέση» με την οποία η κυβέρνηση έχει... ριχτεί στο μέτωπο των αποκρατικοποιήσεων ενδέχεται να εκτιμηθεί δεόντως σε Βερολίνο και Βρυξέλλες. Αυτό τουλάχιστον ευελπιστεί η Αθήνα.
- Τρίτον, όπως φάνηκε στο Eurogroup, αυτήν την περίοδο ο πραγματικός «πονοκέφαλος» της Γερμανίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης αφορούν στην κατάσταση της Ισπανίας, ενώ εντονότατες είναι και οι ανησυχίες για την άλλη μεγάλη οικονομία του ευρωπαϊκού Νότου, την ιταλική.
Έντοκα γραμμάτια, καλού κακού, τον Αύγουστο...
Υπό προϋποθέσεις – και χωρίς τίποτε να θεωρείται βέβαιο ή εύκολο- η ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε ίσως να αξιοποιήσει το γεγονός ότι οι εταίροι τώρα αγωνιούν για το τι συμβαίνει με τα «μεγάλα ψάρια» του... «ενυδρείου» της Ευρωζώνης. Υπό προϋποθέσεις...
- Τέταρτον, σε ό,τι αφορά το εγχώριο κλίμα στην αγορά, η κυβέρνηση ελπίζει πως διαθέτει τρόπους να μετριάσει τον εκνευρισμό, το άγχος και την αρνητική ψυχολογία που απορρέουν από την αβεβαιότητα για την τύχη της δόσης του Αυγούστου. Ένα από αυτά τα «καταπραϋντικά» παραπέμπει στο ενδεχόμενο να εκδοθούν έντοκα γραμμάτια μέσα στον Αύγουστο, ούτως ώστε να επιτευχθεί κάποια ρευστότητα.
Κάπου εδώ εξαντλούνται οι κυβερνητικές ελπίδες. Ποιοι είναι οι κυβερνητικοί φόβοι;
- Πρώτον, αυτά που αναμένουν οι δανειστές να γίνουν και για τα οποία καταλογίζουν απαράδεκτες καθυστερήσεις είναι πολλά και εφ' όλης της ύλης: Από τις αποκρατικοποιήσεις μέχρι την απελευθέρωση των «κλειστών επαγγελμάτων» κι από τις επιδόσεις των εισπρακτικών μηχανισμών έως τις απολύσεις στο Δημόσιο.
Η κυβέρνηση ανησυχεί πως όσο κι αν «επιταχύνει», οι δανειστές – εάν δεν υιοθετήσουν ανεκτική στάση- θα έχουν επιχειρήματα ώστε να αξιολογούν δυσμενώς, καθώς μοιραία θα είναι πολλά κι αυτά που δεν θα έχουν γίνει.
Άλλωστε, αξιωματούχοι και προηγούμενων ελληνικών κυβερνήσεων κατά καιρούς... ψιθύριζαν πως δεν νοείται πλήρης υλοποίηση των όρων της δανειακής σύμβασης, χωρίς οδυνηρές, επιπρόσθετες συνέπειες στα πεδία της ύφεσης, της συρρίκνωσης της οικονομίας, αλλά και των «προνοιακών και κοινωνικών» λειτουργιών του κράτους.
Μηδενική κατανόηση των δανειστών στις εσωτερικές «επικοινωνιακές» ανάγκες
- Δεύτερον, εάν οι Βρυξέλλες και το Βερολίνο δεν λάβουν υπόψη τις πολιτικές- επικοινωνιακές ανάγκες και... αγωνίες της συγκυβέρνησης στο εσωτερικό μέτωπο, τότε τα πράγματα θα γίνουν κατά πολύ δυσκολότερα.
Παράδειγμα, το φλέγον και... εύφλεκτο θέμα των αποκρατικοποιήσεων. Στο επικοινωνιακό – πολιτικό πεδίο, η κυβέρνηση αντιπαραθέτει στις μομφές που δέχεται (ιδίως για την επικείμενη πώληση κερδοφόρων εταιρειών) το επιχείρημα, το οποίο συμπυκνώνεται σε ένα σλόγκαν: «Κάθε ευρώ που θα μπαίνει στα δημόσια ταμεία από τις αποκρατικοποιήσεις θα είναι ένα ευρώ που διασώζεται από μισθούς και συντάξεις».
Για να τελεσφορήσει όμως το επικοινωνιακό «όπλο» που προβάλλει τις σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις ως αντίβαρο στο περαιτέρω... «σάρωμα» εισοδημάτων, θα πρέπει οι δανειστές να «παγώσουν» κάπως τις αξιώσεις τους για τη συνέχιση της «εσωτερικής υποτίμησης». Κάτι το οποίο, μέχρι στιγμής, δεν δείχνουν διατεθειμένοι να κάνουν.
Αντιθέτως, στις ημέρες κατά τις οποίες η κυβέρνηση δείχνει αποφασισμένη να προχωρήσει σε εκτεταμένες ιδιωτικοποιήσεις, παρουσιάζοντάς τες ως «ανάχωμα» απέναντι σε νέες περικοπές μισθών, η μεν Τρόικα ζητά να συρρικνωθεί ο «βασικός» στα 450 ευρώ, ο δε Χορστ Ράινμπαχ υπενθυμίζει ότι η μείωση του μισθολογικού κόστους είναι όρος των των ων ουκ άνευ για να ανακτήσει η ελληνική οικονομία την ανταγωνιστικότητά της.
Έτσι οι δανειστές, δείχνοντας ότι εξακολουθούν να θεωρούν την «εσωτερική υποτίμηση» άμεση προτεραιότητα, δίχως ουσιαστικά να τη συσχετίζουν με τα αποτελέσματα του «δρομολογημένου» προγράμματος αποκρατικοποιήσεων, καθιστούν δυσχερή την πολιτική θέση της κυβέρνησης, στο εσωτερικό μέτωπο.
Με τέτοια ύφεση και ανεργία...
- Τρίτον, η κυβέρνηση δεν μπορεί να γνωρίζει εκ των προτέρων πώς ακριβώς θα εντάξουν οι εταίροι το «ελληνικό θέμα», σε μια ευρωπαϊκή «τάξη πραγμάτων» που χαρακτηρίζεται από τα σοβαρότατα προβλήματα της Ευρωζώνης, εν γένει.
Το «καλό» σενάριο, αυτό της «χαλάρωσης» της πίεσης προς την Ελλάδα για να μην διακυβευτεί το μέλλον της Ευρωζώνης, είναι απλώς ένα από τα ενδεχόμενα...
Υπάρχει και το «κακό» σενάριο: Να κρίνουν Βερολίνο και Βρυξέλλες πως ενδείκνυται η τήρηση μιας σκληρής, «παραδειγματικής» στάσης απέναντι στην Ελλάδα, για να μη φανεί πως σε αυτήν την κρίσιμη – για την Ευρωζώνη- ώρα η Ευρώπη λειτουργεί χωρίς κανόνες...
- Τέταρτον, με οικονομική συρρίκνωση που - όπως προβλέπει το ΙΟΒΕ- θα βρεθεί σύντομα στο τρομακτικό 7%, συνοδευόμενη από ανεργία του 24%, αναπόφευκτα κυριαρχεί ο φόβος πως κάθε πολιτικός, τακτικός, στρατηγικός σχεδιασμός μπορεί ανά πάσα στιγμή να «τιναχτεί στον αέρα»...