Ένα εξαιρετικά εύστοχο -και επίκαιρο- παραλληλισμό μεταξύ της ιταλικής οικονομίας και του ποδοσφαίρου έκανε ο Ιταλός πρωθυπουργός τον Ιούλιο του 1982, μετά την νίκη της Ιταλίας επί της Γερμανίας με 3-1 στο Μουντιάλ, σε κείμενο που έγραψε και το οποίο αναδημοσιεύει σήμερα η Corriere della Sera.
«Έχουμε μεγαλύτερη φαντασία από τους Βραζιλιάνους και περισσότερη ομαδικότητα από τους Γερμανούς, αλλά αδυναμία μας παραμένει η οικονομία», ήταν το σχόλιο με το κατέληγε το γεμάτο ενθουσιασμό άρθρο του ο Μάριο Μόντι. Εκεί που επίσης σχολίασε ότι «στο ποδόσφαιρο, όπως και στην οικονομία, η Ιταλία ενεργοποιείται μόνο μπροστά σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης».
Ένα κείμενο που ξεκινούσε από μια κεντρική διαπίστωση: «Τα τελευταία χρόνια έχουν κάνει την εμφάνισή τους δύο κοινωνικά φαινόμενα: Η επικράτηση του θεάματος έναντι της ουσίας και η δυσπιστία απέναντι τόσο στον διπλανό μας, όσο και απέναντι στην αλήθεια. Η συλλογική τάση υπέρ οτιδήποτε θεαματικού είναι εμφανής τόσο στα κινηματογραφικά ή θεατρικά έργα που επιλέγουμε, όσο και στο γεγονός -στο επίπεδο του πολιτικού παιχνιδιού- ότι δίνεται μεγαλύτερη αξία στην εικόνα, παρά στο περιεχόμενο.
Η τάση για δυσπιστία, από την άλλη πλευρά, κινείται σε εντελώς αντίθετη κατεύθυνση. Όταν κάποιος μιλάει με κάποιον που δεν γνωρίζει καθόλου ή δεν γνωρίζει καλά, στο πίσω μέρος του μυαλού του έχει ότι ο άλλος μπορεί να είναι τρομοκράτης, μέλος μυστικής αδελφότητας ή κάτι αντίστοιχο σκοτεινό και μυστηριώδες.Κάτι που μπορεί να μην ανταποκρίνεται στην αλήθεια. Η' που μπορεί να είναι αλήθεια, αλλά δε θα το μάθουμε ποτέ.
Εδώ είναι που έρχεται η νίκη της Ιταλίας και παίρνει μια άλλη διάσταση. Γιατί πρόκειται για μια αλήθεια απλή, σημαντική και αυταπόδεικτη. «Πίσω της» δεν κρύβει τίποτα.
Πιστεύω ότι αυτή η νίκη δεν αποτελεί μια επιστροφή στον εθνικισμό, αλλά μια αναβίωση της δεκαετίας του '30 και του γεγονότος ότι ήμασταν παγκόσμιοι πρωταθλητές στα Μουντιάλ του 1934 και του 1938.
Ως οικονομολόγος, διαπιστώνω τρία κοινά χαρακτηριστικά ανάμεσα στον τρόπο παιχνιδιού της Ιταλίας εντός αγωνιστικού χώρου και στο τρόπο που «παίζει μπάλα» στην οικονομία. Η αστραπιαία μετάβαση από την αυτομαστίγωση στον ενθουσιασμό, η δυσκολία να κερδίσουμε τον σεβασμό που μας αρμόζει στο εξωτερικό και, πάνω από όλα, η ικανότητα να δρούμε αποφασιστικά, μόνο σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Είτε αυτό είναι ο κίνδυνος να μας πάρουν με τις ντομάτες οι φίλαθλοι όταν επιστρέψουμε στην χώρα ή μια νομισματική κρίση».