Υπό άλλες συνθήκες, το ΚΚΕ θα «υποδεχόταν» μια κυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ επιδεικνύοντας απόλυτη πολιτική, «πολεμική» ετοιμότητα. Ιδίως μια κυβέρνηση όπως η σημερινή, με το «βαθύ γαλάζιο» πρόσημο και με τη διαδοχή στελεχών του τραπεζικού συστήματος στην ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών. Κι όμως, το ΚΚΕ δεν δείχνει καθόλου «ετοιμοπόλεμο»...
Η παρέμβαση του ΚΚΕ στις μετεκλογικές εξελίξεις, μέχρι στιγμής εξαντλείται σε ανακοινώσεις για κορυφαία, «κεντρικά» πολιτικά θέματα, όπως πχ ο σχηματισμός κυβέρνησης.
Δεν λείπει μόνο η έντονη «κινηματική» δράση του κόμματος, η οποία σε άλλες εποχές χαρακτήριζε και νωπές μετεκλογικές περιόδους. Λείπουν οι «πυκνές» δηλώσεις, λείπει η πολιτική εξωστρέφεια.
Το διπλό σοκ φέρνει «ενδοσκόπηση»
Η εξήγηση είναι απλή. Το οδυνηρό εκλογικό αποτέλεσμα έχει βυθίσει – μέχρι νεωτέρας, φυσικά- το ΚΚΕ σε περισυλλογή απολύτως εξηγήσιμη, εάν ληφθεί υπόψη πόσο ισχυρό ήταν το σοκ που υπέστη το κόμμα, στις αναμετρήσεις του Μαϊου και του Ιουνίου. Σοκ σε ... δύο δόσεις.
Το ποσοστό που συγκέντρωσε το ΚΚΕ στις 6 Μαϊου (8,48%) δεν ήταν καθόλου άσχημο, αντιθέτως ήταν το υψηλότερο της τελευταίας εικοσαετίας. Το σοκ όμως προήλθε από την εντυπωσιακή ανατροπή των συσχετισμών στην ίδια την Αριστερά, την οποία επέφερε η αλματώδης άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ.
Το ΚΚΕ για πρώτη φορά από τη διάσπαση του 1968 έχασε την πρωτοκαθεδρία στην Αριστερά κι αυτό ήταν στοιχείο ικανό προκαλέσει «παγωμάρα» όχι μόνο στον Περισσό, αλλά και σε σημαντικό τμήμα της εκλογικής βάσης του κόμματος.
Το σοκ της 17ης Ιουνίου ήταν πολύ ισχυρότερο – με αμφότερα τα κριτήρια. Το ΚΚΕ που κάποτε κυριαρχούσε στην Αριστερά με εκλογική αναλογία «ένας προς πέντε» έναντι του ΚΚΕ εσωτερικού του Λεωνίδα Κύρκου, βρέθηκε να υστερεί έναντι του ΣΥΡΙΖΑ με αναλογία «ένας προς έξι».
Ταυτοχρόνως, το 4,50% που συγκέντρωσε το κόμμα στις πρόσφατες εκλογές είναι το χαμηλότερο ποσοστό από το 1974 και εντεύθεν. Μικρότερο και από το μέχρι τότε εκλογικό ναδίρ, το 4,54% του 1993, το οποίο όμως είχε σημειωθεί σε μία εξαιρετικά άσχημη για την Αριστερά περίοδο (τότε ήταν που έμεινε εκτός Βουλής ο Συνασπισμός της Μαρίας Δαμανάκη).
Οι τρεις πιθανοί δρόμοι και ο ΣΥΡΙΖΑ
Για να αντιληφθεί κανείς πόσο ... αφύσικο ήταν για τα «ιστορικά μέτρα» του ΚΚΕ αυτό το 4,50%, αρκεί να αναζητήσει τα επόμενα – κατά τάξη μεγέθους- αρνητικά αποτελέσματά του. Τότε θα «τσεκάρει» το 5,52% του 1996 και κατόπιν θα συναντήσει το 5,76% του ... Ιανουαρίου 1936!
Το σημερινό, προφανές «μούδιασμα» του ΚΚΕ μπορεί να οδηγήσει σε τρεις «ατραπούς».
Πρώτη εκδοχή: Η ηγεσία του κόμματος μένει αλώβητη από την κριτική και την αμφισβήτηση της ορθότητας της πολιτικής της «γραμμής», κριτική η οποία είναι αισθητή στις τάξεις των μεσαίων (κι όχι μόνο) στελεχών. Ο Περισσός κατορθώνει να εμφυσήσει αυτό που παλιά στο ΠΑΣΟΚ αποκαλούσαν «φυγή προς τα εμπρός». Δηλαδή μια εξωστρεφή μαχητικότητα στη βάση της σημερινής πολιτικής γραμμής, με το πνεύμα «βλέποντας και κάνοντας».
Δεύτερη εκδοχή: Η ηγεσία του ΚΚΕ διατηρεί τον ... έλεγχο, αλλά ταυτοχρόνως τροποποιεί «διακριτικά» την πολιτική γραμμή, η οποία έχει χαρακτηριστεί – εκ των ένδον- ακόμη και ως «ρότα αναχωρητισμού».
Τρίτη εκδοχή: Η ηγεσία αμφισβητείται εντόνως και το ΚΚΕ εισέρχεται σε μια περίοδο επανεξέτασης ... των πάντων. «Γραμμής», ηγετικής ομάδας, κλπ. Ερώτημα σε αυτήν την περίπτωση είναι το κατά πόσο η αμφισβήτηση θα προκαλέσει και σοβαρή κρίση, πέραν των απλών – μάλλον αναπόφευκτων- «αναταράξεων».
Είναι ασφαλώς νωρίς για να διαφανεί ποια από τις τρεις εκδοχές συγκεντρώνει περισσότερες πιθανότητες να μετουσιωθεί σε πραγματικότητα.
Πολλά θα εξαρτηθούν, ασφαλώς, από την αντιπολιτευτική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ: Εάν ο Περισσός κατορθώσει να πείσει τμήμα του πολιτικού ακροατηρίου του κόμματος (που ασφαλώς δεν περιορίζεται στο 4,50%) ότι η «υπεύθυνη πολιτική» της Κουμουνδούρου είναι μια διαδικασία «ενσωμάτωσης στο σύστημα» ή και «ουσιαστικής αποδοχής των Μνημονίων», η οποία δικαιώνει όσα έχει πει έως τώρα το ΚΚΕ, τότε ενδέχεται να αμβλυνθεί κάπως η πίεση εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ.
Ειδάλλως, ένας ΣΥΡΙΖΑ που θα παραμένει σε τροχιά εξουσίας και τον οποίο θα θεωρεί αρκούντως ριζοσπαστικό ο «βασικός κορμός» του κόσμου της Αριστεράς, μοιραία θα αναγκάσει το ΚΚΕ να κινηθεί υπό συνθήκες έλλειψης «πολιτικού οξυγόνου».