Tην ανησυχία της εκφράζει η Διεθνής Αμνηστία σχετικά με την απόφαση των ελληνικών Αρχών για τη δημοσιοποίηση των στοιχείων των ιερόδουλων που βρέθηκαν θετικές στον ιο HIV.
Οι γυναίκες αυτές έχουν κατηγορηθεί από τις ελληνικές αρχές για βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη, σύμφωνα με τον Ελληνικό Ποινικό Κώδικα, καθώς και για παραβάσεις της εθνικής νομοθεσίας για τους εργαζομένους του σεξ (Νόμος 2734/1999).
Σε δημόσια δήλωσή της η Διεθνής Αμνηστία δηλώνει ανήσυχη σχετικά με τη διαταγή του εισαγγελέα να δημοσιευθούν τα προσωπικά στοιχεία και οι φωτογραφίες των 29 γυναικών στην ιστοσελίδα της Ελληνικής Αστυνομίας.
«Η Διεθνής Αμνηστία πιστεύει ότι τα μέτρα που υιοθετήθηκαν από τις ελληνικές αρχές είναι εντελώς εσφαλμένα και αναποτελεσματικά σχετικά με τους δηλωμένους στόχους πολιτικής, και ότι θα οδηγήσουν σε περαιτέρω στιγματισμό των ατόμων που εργάζονται στο σεξ και των ατόμων που ζουν με τον ιό HIV. Οι τιμωρητικές προσεγγίσεις για τη ρύθμιση της εργασίας του σεξ έχουν αποδειχθεί αναποτελεσματικές ως προς τον περιορισμό της μετάδοσης του ιού HIV ανάμεσα σε ανθρώπους που παρέχουν σεξουαλικές υπηρεσίες και τους πελάτες τους.
Επιπρόσθετα, η δημοσίευση ονομάτων, φωτογραφιών και θετικής κατάστασης στον ιό HIV αποτελεί θεμελιώδη παραβίαση του απορρήτου και εκθέτει τους εργαζομένους του σεξ στο στιγματισμό και τη βία. Τέτοια μέτρα είναι πιθανό να επιφέρουν περαιτέρω διακρίσεις και θα μπορούσε να οδηγήσουν σε μειωμένη πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας που χρειάζονται» σημειώνεται στη δήλωση της Οργάνωσης, η οποία καλεί τις ελληνικές αρχές «να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα και να παράσχουν σε όσα άτομα έχουν βρεθεί θετικά στον ιό HIV συμβουλές και πληροφορίες, και να ενθαρρύνουν την εθελούσια συμβουλευτική και εξέταση όσων αγνοούν ότι είναι φορείς του ιού HIV».
Η οργάνωση καλεί τις ελληνικές Αρχές «να σταματήσουν την ποινικοποίηση και το στιγματισμό των εργαζομένων του σεξ, ιδιαίτερα, όσων βρέθηκαν θετικές στον ιό HIV».