Οι ταινίες της εβδομάδας (5/5-12/5) - iefimerida.gr

Οι ταινίες της εβδομάδας (5/5-12/5)

NEWSROOM IEFIMERIDA.GR

Ο κριτικός κινηματογράφου Χάρης Καλογερόπουλος παρουσιάζει στην iefimerida τις ταινίες της εβδομάδας.

Ένα γαλλικό δράμα (Ατίθαση Λίλι) απαλών τόνων, μια δεύτερη μεταφορά μυθιστορήματος του Graham Greene (Ανήλικος Δολοφόνος) σε ύφος νουάρ και μελό, ένα ισπανικό art house (Η Τελευταία Ακροβάτις της Μαδρίτης) για γερά νεύρα, ένα κινέζικο art house, επίσης για γερά νεύρα αλλά λόγω… μινιμαλισμού (Chongqing Blues), η πέμπτη και διασκεδαστικότερη περιπέτεια fast and furious (Fast Five - Μαχητές των Δρόμων: Ληστεία στο Ρίο), μια ευρωπαϊκή ρομαντική κομεντί στα χιόνια (Το Κορίτσι του Σαλέ) και μια επανέκδοση του «Καθημερινού φασισμού» του Μιχαήλ Ρομ με τον νεώτερο τίτλο (Αληθινός Φασισμός) συνιστούν το μενού της νέας κινηματογραφικής εβδομάδας.

Ατίθαση Λίλι **1/2

(Lily sometimes)

H Λίλι, μια έφηβη που ζει με την μητέρα της σε εξοχικό, έχει μια άκρως ιδιόρρυθμη συμπεριφορά. Κοιμάται παρέα με γαλοπούλα, ντύνει κορμούς δέντρων, γενικά αφήνεται στις φαντασιώσεις της ως να ήταν ακόμη παιδί, χωρίς ακριβώς να της λείπει η επίγνωση της πραγματικότητας. Η μετρημένη, συνετή αδελφή της Κλάρα ζει με τον άντρα τη σε κοντινή πόλη. Η μητέρα πεθαίνει ξαφνικά από εγκεφαλικό και η Κλάρα καλείται να σταθεί στην Λίλι που αντιμετωπίζει το γεγονός με ακόμη μεγαλύτερες δόσεις «σουρεαλισμού». Η Κλάρα την επισκέπτεται τα weekends εμπιστευόμενη ενδιάμεσα μια οικονόμο που επιβλέπει. Οι δυο αδελφές θα προσπαθήσουν να βρουν ένα σημείο συνάντησης ανάμεσα από τις αντίθετες συμπεριφορές τους.

Η σκηνοθέτις Fabienne Berthaud, πάνω σε βιβλίο της οποίας έγραψε το σενάριο ο Pascal Arnold, εμπνέεται από την αληθινή περίπτωση μιας κοπέλας που γνώρισε σε μια κλινική όταν έκανε τα γυρίσματα της προηγούμενης ταινίας της «Frankie», για την ζωή ενός μανεκέν με πρωταγωνίστρια την σχετικά άγνωστη τότε Diane Kruger που άλλωστε παίζει και εδώ την μεγάλη αδελφή.

Το τέλος της ταινίας ολισθαίνει προς ένα κάπως χαζοχαρούμενο νεοχίπικο-new age μήνυμα, τύπου «ας αφεθούμε στην παρόρμηση, ας αρμενίσουμε χωρίς πυξίδα, ας γευτούμε την ελευθερία» κ.λπ. Είναι καλύτερα να σταθούμε εσωτερικά στην ιστορία και όχι στο μάλλον ατυχές κλείσιμο ( κάτι σαν Θέλμα και Λουίζ σε αναστροφή happy end ), να σταθούμε στην ίδια την Λίλι που την υποδύεται η Ludivine Sagnier με πειθώ και ζωντάνια όπως και στην σχέση των δυο αδελφών. Η Κλάρα την αγαπά, την νοιάζεται, την υπερασπίζεται έναντι των κριτικών σχολίων του άντρα της και των πεθερικών της….άραγε ως ποιο βαθμό ; Από την άλλη η Λίλι το τραβά στα άκρα. Κάνει το σπίτι άνω κάτω, τσακώνεται με κόσμο για ψύλλου πήδημα, παρασύρει γειτονόπουλα σε σεξουαλικά παιχνίδια με κίνδυνο να χαρακτηριστεί η πόρνη της περιοχής, στο τέλος κουβαλάει και τρεις ενήλικες τύπους με φορτηγάκι, που γνώρισε, ό ένας εκ των οποίων εγείρει την καταπιεσμένη διάθεση της Κλάρας για περιπέτεια. Υπάρχει μια σκηνή- κλειδί ( η σκηνή του μπάνιου, μπέρδεμα φαντασίας και πραγματικότητας, ας μην αποκαλύψουμε ) που φέρνει τα πάνω κάτω στη συσχέτιση των δυο ηρωίδων. Μήπως τελικά το πρόβλημα μοιράζεται και στην Κλάρα, όχι μόνο στην Λίλι; Η Λίλι σε τελευταία ανάλυση δεν αρνείται την πραγματικότητα, απλά την προσαρμόζει στις ανάγκες της. Μέτρο για τα πράγματα είναι οι επιθυμίες της, όχι τα πράγματα. Αν το πληρώσει…αδιαφορεί. Βέβαια η προφανής ανάγνωση της συμπεριφοράς της αφορά την ανασφάλεια. Μερικά χρόνια πριν, έχασε και τον πατέρα της με άσχημο τρόπο. Θέλει λοιπόν να κλέψει την Κλάρα για πάρτη της. Ωστόσο η οιστριονική ιδιοσυγκρασία της προϋπάρχει των τραυμάτων, που απλά οξύνουν την διαπλοκή των χαρακτήρων.

Το σενάριο είναι γεμάτο από το φαντασιακό της Λίλι και η Berthaud ζωγραφίζει με τα πλάνα της την φύση και τα ορμέμφυτα της με μια εμπρεσιονιστική όσο και εξπρεσιονιστική διάθεση, πετυχαίνοντας να βαπτίσει τους δυο χαρακτήρες και την σχέση τους, υπογείως σε μια διονυσιακή δοκιμασία που δεν θα λειτουργούσε το ίδιο αποτελεσματικά σε ένα αστικό περιβάλλον.

Ανήλικος Δολοφόνος *1/2

( Brighton Rock )

Brighton 1964, τη χρονιά που κορυφώθηκαν στην Αγγλία οι μάχες μεταξύ των Mods και Rockers. Μια μικρή συμμορία θέλει μερίδιο στην πιάτσα όπου κυριαρχεί ο τοπικός μαφιόζος Κολεόνι. Ο Πίνκι, μέλος της συμμορίας, βλέποντας να δολοφονείται ο αρχηγός-είδωλό του σε εσωτερική υπόθεσή τους, αντεκδικείται με ένα ακόμη φόνο. Από συγκυρίες, μια σερβιτόρα είναι πιθανή μάρτυς, ο Πίνκι την πλευρίζει ερωτικά και την παντρεύεται ώστε να μην μπορεί ως σύζυγος να καταθέσει εναντίον του, περίπτωση μάλλον απίθανη αφού η Ρόουζ είναι τρελά ερωτευμένη μαζί του, ταμένη. Παράλληλα η Άιντα, ιδιοκτήτρια του café όπου εργαζόταν η Ρόουζ, προσπαθεί να ξεσκεπάσει τον Πίνκι και να σώσει την Ρόουζ από μια αδιέξοδη ζωή που την περιμένει μαζί του. Το τέλος τραγικό.

Υπάρχει πρόβλημα σε αυτό το στόρι που ξεκινάει από το βιβλίο του Graham Greene ή τουλάχιστον από το σενάριο που ο ίδιος αρχικά έγραψε. Μανιοκαταθλιπτικός και στραμμένος στον Καθολικισμό, ο συγγραφέας προβληματίζεται πάνω στο θέμα της αμαρτίας και της εξιλέωσης όσο και της ψυχικής διαταραχής. Ο ήρωάς του είναι sociopath, τραβάει μαχαίρι για ψύλλου πήδημα, αλλά και μικρόνους, με όνειρα να γίνει σπουδαίος. Δηλαδή χαμένος εξ αρχής. Η Ρόουζ είναι επίσης μια απλοϊκή κοπέλα που τον βλέπει σαν θεό της – και οι δυο, διόλου τυχαία, καθολικοί. Ωστόσο η περιορισμένη συνείδηση των πραγμάτων και από τους δυο τους, δεν παρέχει ένα τερέν στο οποίο να παιχθεί ένα δυνατό δράμα. Άρα ο μόνος δρόμος είναι το λαϊκό μελόδραμα. Οι δυο τους μπορούν να κάνουν την υπέρβαση μέσα από τον έρωτα, έστω και έρωτα δυσλειτουργικό αφού ο Πίνκι δεν μπορεί να τον χειριστεί. Μοιάζει να επιθυμεί και να αποστρέφεται ταυτόχρονα. Αλλά η ιστορία του Greene είναι ασαφής και ακεντράριστη. Είναι μια ερωτική ιστορία που δεν καταφέρνει να είναι μια ερωτική ιστορία, ενταγμένη σε μια αστυνομική δράση που δεν είναι αστυνομική δράση - τόσο ισχνή που θα μπορούσε να περιγραφεί σε ένα δίλεπτο βίντεο κλιπ. Όσο για το τέλος…πρόκειται για ένα διακριτικά μεταφυσικό μελό, ποιητική αδεία – το κόλλημα της βελόνας και ο σταυρός….

Παρ όλα αυτά το 1947 ο John Boulting κατάφερε αν μη τι άλλο να μας δώσει σε καθαρά κινηματογραφικό επίπεδο ένα νουάρ με αξιοθαύμαστη αφήγηση, ασπρόμαυρη φωτογραφία, εξπρεσιονιστικό πλανάρισμα, με τέμπο και ρακόρ που συχνά φέρνουν στο νου τον Ophuls ενώ, ο Richard Attenborough ερμήνευσε άψογα ένα συγχυσμένο παιδί –δολοφόνο.

Στο παρόν φιλμ ο Rowan Joffe θέλει να διορθώσει την ιστορία και να δώσει ένα χαρακτήρα του Πίνκι πιο συγκροτημένο, με κάποια συνείδηση των πραγμάτων. Παρά τις προσπάθειες του πρωταγωνιστή Sam Riley ( o Ian Curtis στο «Control» ), είναι και δεν είναι….- φαίνεται μάλλον ακατόρθωτο από το όλο στήσιμο της ιστορίας του Greene.

Η μεταφορά της δράσης από τον μεσοπόλεμο στο 1964 βολεύει τον Joffe για να συμπεριλάβει τις διαμάχες μεταξύ των Mods και Rockers, περισσότερο ως κοινωνικό, δραματικό φόντο, χωρίς ουσιώδη διαπλοκή - η βία, η αντιπαλότητα ως βασικό συστατικό της ζωής. Η όλη καλλιτεχνική παραγωγή, από τη φωτογραφία, τους χώρους μέχρι το μακιγιάζ, όπως και ο τρόπος ερμηνείας, δημιουργούν ένα περίεργο κολάζ μεταξύ μεταπολεμικής και μοντέρνας εποχής. Συχνά αναρωτιέσαι για την απουσία των Beatles…Κάπου εκεί, βρίσκεις μετέωρους την Helen Mirren ( η Άιντα ) και τον John Hurt ( ένας φίλος της ). Ο ρόλος της Ρόουζ ήταν ο μόνος εξ αρχής σωστά σχεδιασμένος, έτσι που να επιτρέπει στην Andrea Riseborough να κάνει μια λειτουργική παρουσία. Το όλο εγχείρημα στέκει περισσότερο σαν μια σκηνοθετική, αρτίστικη ρετρό σπουδή πάνω στο παλιό σινεμά, παρά ως ένα αφήγημα που μας λέει κάτι.

Η τελευταία ακροβάτις της Μαδρίτης **

( Balada triste de trompeta)

1937, Ισπανικός Εμφύλιος. Ένας παλιάτσος με τον υπόλοιπο θίασο σκοτώνονται σε αντιστασιακή δράση. 1973 : ο γιός του, Χαβιέ, προσλαμβάνεται για το ρόλο του «θλιμμένου παλιάτσου» σε ένα τσίρκο όπου κυριαρχεί ο «εύθυμος παλιάτσος» Σέρτζιο, «φάτσα», νταής, ιδιαίτερα όταν μεθάει, κτητικός και σαδιστικός με την ερωμένη του ακροβάτισσα Νατάλια, η οποία ως ένα βαθμό συναινεί, και την οποία ερωτεύεται παθιασμένα και ο χοντρούλης, αντιερωτικός Χαβιέ. Ανάμεσά στους δυο παλιάτσους κλιμακώνεται μια διαρκής, βίαιη, υστερική κόντρα.

Ο σκηνοθέτης Άλεξ ντε λα Ινγκλέσια έχει δηλώσει ότι οι παιδικές μνήμες του από την παλιά Ισπανία του Φράνκο τον έχουν στοιχειώσει και σε κάποια φιλμ του, όπως το παρόν, αντιμετωπίζει τους εφιάλτες του για να τους ξορκίσει. Όντως δεν έχουμε να κάνουμε με ένα κοινωνικό-πολιτικό στοχασμό αλλά με ένα εξπρεσιονιστικό μελόδραμα σε αισθητική περίπου Κλάους Νόμι ή κονσέρτου «για κομπρεσέρ και πριόνι». Να το δούμε ως μια αλληγορία ; Με τους δυο αντεραστές να αντιστοιχούν σε φασιστικά και δημοκρατικά πρότυπα, και με την Νατάλια να συμβολίζει π.χ. την Ισπανία ή την ελευθερία κ.λπ. ώστε να έχουμε μια παραμυθένια μεταφορά αλά «Λαβύρινθος του Πάνα» ; ‘Ένα φασιστικό πρότυπο ( το νταηλίκι του Σέρτζιο ) και ένα δημοκρατικό ( η ευαισθησία του Χαβιέ ) που εν τέλει, το δεύτερο παραμορφώνεται από την αντιπαράθεση και απομένει η τρέλα ; Ίσως…το θέμα είναι ότι στην πορεία όλα αποδομούνται σε ένα καζάνι που βράζει, με ακραίες μελοδραματικές συμπεριφορές που υποτίθεται ότι «σώζονται» επειδή ταυτόχρονα παρωδούνται κατά την αλμοδοβαρική στρατηγική. Σαδιστικό σεξ, ξύλο, αγριμο-ποίηση ανθρώπου σε δάσος, τσιγκέλια που σκάβουν πρόσωπα, βιτριόλια και σιδερώματα προσώπου, όλα δοσμένα ως τραγικά αστεία ή γελοία. «Ήρθε καινούργιο τσίρκο ; », αναρωτιέται ο Χαβιέ όταν γίνεται μάρτυρας τρομοκρατικής ενέργειας σε δρόμο της πόλης.

Ελλείψει λοιπόν οποιασδήποτε ανάλυσης, αναγκαστικά το φιλμ παίζει σε καθαρά εικαστικό – ποιητικό- cult επίπεδο, είναι ένα αρτίστικο σπλάτερ με πρόσχημα «τις ψυχολογικές συνέπειες του εμφύλιου». Ως τέτοιο, τα καταφέρνει αρκετά…..

Αργυρός Λέοντας σκηνοθεσίας & βραβείο σεναρίου στο φεστιβάλ Βενετίας 2010

Μαχητές των δρόμων: ληστεία στο Ρίο **

( Fast Five )

Τα δυο φιλαράκια απ τα παλιά, ο πρώην αστυνομικός και ο πρώην κατάδικος ξανασμίγουν και αποφασίζουν να ληστέψουν ένα ανώτερο όσο και διεφθαρμένο αξιωματούχο του Ρίο για να εξαφανιστούν και να ζήσουν ήσυχα. Οι ομοσπονδιακοί είναι στο κατόπι τους. Τα μέτωπα μπερδεύονται, οι ήρωες μας είναι τυπικά παράνομοι αλλά σε τελευταία ανάλυση the good guys. Η ομάδα των βραζιλιάνικων αρχών διεφθαρμένη. Ο αμερικανός πράκτορας θα διχαστεί.

Οι έφηβοι δεν έχουν ανάγκη από συστάσεις για να πάνε να δουν το πέμπτο και καλύτερο (!) επεισόδιο της σειράς. Νευρικά αυτοκίνητα, κούρσες τρελές και δυναμικοί τύποι όπως οι Ντομινίκ Τορέτο (Vin Diesel), Μπράιαν Ο Κόνορ (Paul Walker) και, αυτή τη φορά, ο ομοσπονδιακός πράκτορας Λουκ Χόμπς ( Dwayne Johnson) - ανάμεσά τους βέβαια και η αδελφή του φουσκωτού Ντομινίκ, Μία (Jordana Brewster), κορίτσι του Μπράιαν -- να υπάρχει και λίγο σοροπάκι. Όμως αυτή τη φορά μπορούμε να συστήσουμε το φιλμ και σε ένα ευρύτερο κοινό. Ο σκηνοθέτης Justin Lin που είχε αναλάβει και τα δυο προηγούμενα, απογειώνει την περιπέτεια με δυο τρόπους. Αφ ενός μετατοπίζει την πλοκή από τις κούρσες ( όχι πως λείπουν, κάθε άλλο ) σε μεγάλη ληστεία, αφ ετέρου ανταλλάσει τις «κομψές» λύσεις τύπου «Ocean’s» ( 11, 12, 13 κ.λπ. ) με τέτοιου είδους χοντροκοπιές ( η αντιμετώπιση του χρηματοκιβώτιου ) που αποδίδουν άφθονο χιούμορ. Ο Walker μας δίνει μια εικόνα γήινου, φιλικού ήρωα κι όχι υπεράνθρωπου, οι μυς και οι «ασήκωτες» φωνές των Diesel και Johnson περνάνε σε σωστές δόσεις και πάνω απ όλα η χορογραφία της δράσης, με μια τεχνογνωσία αλά Die hard, είναι άκρως απολαυστική. Σχεδόν αρτίστικη η εκμετάλλευση του σκηνικού στα εξωτερικά γυρίσματα στις φαβέλες του Ρίο.

Το Κορίτσι του Σαλέ *1/2

(Chalet girl )

Οι ταινίες της εβδομάδας (5/5-12/5) | iefimerida.gr 4

Ρομαντική κομεντί που ναι μεν πατάει σε όλα τα χολιγουντιανά κλισέ, αλλά ίσως επειδή πρόκειται για αγγλο-γερμανο-αυστριακή παραγωγή καταφέρνει να σωθεί από το να είναι βαρετή και κιτς χάρη στο ότι δεν υπερβάλλει σε τίποτε, με εξαίρεση την τελική επίδοση της Κιμ στο άθλημα - που και αυτή, το σενάριο την χειρίζεται με κάποια λεπτότητα. Τα κοριτσίστικα καμώματα με τις συναδέλφους, ο με χιούμορ αυτοαναιρούμενος σνομπισμός της οικογένειας, οι τρέλες σε ένα πάρτι, το αίσθημα που αναπτύσσεται φυσιολογικά, όλα έχουν μια, μικρή έστω, δόση ρεαλισμού που χρειάζεται και στις κομεντί και στις κωμωδίες για να λειτουργήσει ή όποια ψυχαγωγία του θεατή - που αν αγαπά τα χιόνια και τα σπορ τους, θα ικανοποιηθεί επί πλέον από τις λήψεις, πόσο μάλλον αφού ο σκηνοθέτης Phil Traill έχει πάθος με το σχετικό άθλημα. Κατάλληλη η επιλογή της Felicity Jones ως απλής κοπέλας, όχι ιδιαίτερα όμορφης αλλά που έχει ένα «κάτι», με μετρημένο τσαγανό που δεν την κάνει επιδειξιομανή. Αναλόγως και ο μορφονιός από τη σειρά Gossip girls, Ed Westwick κρατάει από την αρχή τον ήρωα που υποδύεται μετρημένο έτσι που να πείθει για την ταξική διαπλοκή που επιφέρει το αίσθημα. Στο ρόλο του χιουμορίστα πλούσιου πατέρα ο Bill Nighy, του φτωχού τρυφερού πατέρα ο Bill Bailey και σε ρόλο μπάρμαν ο δικός μας, συνεργάτης του Φατίχ Ακίν, Αδάμ Μπουσδούκος.

Chongqing blues **1/2

(Rizhao chongqing)

Ο καπετάνιος Λιν σε μια επιστροφή στην πόλη του, μαθαίνει ότι ο 25χρονος γιός του σκοτώθηκε σε μια συμπλοκή του με την αστυνομία ενώ επιχειρούσε πιθανά να ληστέψει… αν μη τι άλλο κρατούσε μια όμηρο σε πολυκατάστημα – εν τέλει υπόθεση ανεξιχνίαστη. Ο Λι είχε παρατήσει γυναίκα και παιδί από παλιά. Αυτή η εξέλιξη εγείρει μέσα του μια επιθυμία αναζήτησης. Ερχόμενος σε επαφή με όσους γνωστούς και άγνωστους θα μπορούσαν να δώσουν κάποιο στοιχείο, πηγαίνοντας σε μέρη που ζούσε ή σύχναζε ο γιός του, δεν προσπαθεί απλά να βρει την αλήθεια με αστυνομικούς όρους αλλά να εννοήσει στο σύνολο της ζωής όπως διανύθηκε στην διαμελισμένη του οικογένεια αλλά και την ίδια του την πόλη, τη κοινωνία. Σε σινεφιλικό επίπεδο έχουμε ένα άρτιο έργο πάνω στην αναζήτηση του νοήματος που διαρκώς κρύβεται μέσα από διαφορετικές οπτικές γωνίες. Σε επίπεδο απόλαυσης… έχουμε ένα βασανιστήριο με επίμονα στατικά πλάνα και αφηγηματική βραδύτητα που σίγουρα δεν είναι για το ευρύ κοινό. Όλο το φιλμ είναι μια μεγάλη έλλειψη, με το νόημα πάντα άπιαστο αλλά το πένθος σχεδόν απτό. Δεν παρακολουθούμε μια εξέλιξη, γευόμαστε μια ματαίωση….Δια χειρός του αναγνωρισμένου ως auter, Xiaoshuai Wang.

Αληθινός φασισμός ( Επανέκδοση ) ****

Obyknovennyy Fashizm (1965)

Βλέποντας χθες ξανά, ύστερα από πάρα πολλά χρόνια τον «Καθημερινό φασισμό» ( όπως ήξερα τον τίτλο τότε ) του Μιχαήλ Ρομ, βρίσκω πολύ φυσικό να θυμάμαι εκείνα κυρίως τα πλάνα που δείχνουν αυτήν την «κοσμοθεώρηση» στην καθημερινότητα της. Ο φασισμός, δηλαδή, δεν είναι μόνο μια ολοκληρωτική επιβολή της εξουσίας με στρατιωτικούς και πολιτικούς τρόπους που καταργεί την όποια δημοκρατία και ελευθερία, αλλά μια υποκουλτούρα που διαβρώνει τις συνειδήσεις του λαού, ιδιαίτερα των μικροαστών, με τρόπο που να περνάει το ανήθικο και βάρβαρο ως μια νέα ηθική, αισθητική, «φυσική» τάξη των πραγμάτων. Η «ομορφιά» των στολών και των στρατιωτικών παρελάσεων, οι μεγάλες συγκεντρώσεις, τα σύμβολα, τα συνθήματα, το μεγαλείο των αγαλμάτων με συμπλέγματα ηρώων που φαντάζουν τιτάνες, τα εμβατήρια, οικοδομούν μια νέα θεολογία που χαρίζει μια παραμυθένια σιγουριά και την ψευδαίσθηση ότι ο κοινός άνθρωπος μετέχει σε μια ανώτερη πραγματικότητα. Κατά ένα τρόπο οι ναζί έφτιαξαν ένα νέο μονοθεϊσμό. Ο θεός Χίτλερ ένα υπέρτατο, τέλειο όν, το άτομο ένα μηδέν που αποκτά υπόσταση και δικαίωση μόνο ως μάζα-εκκλησία και ένας εχθρός προς εξόντωση, οι άλλες φυλές, ώστε να υπάρχει ένα σκοπός.

Πέραν τούτου, το φιλμ είναι κι ένα υπόδειγμα δοκιμιακού οπτικού λόγου, στο οποίο τα κινηματογραφικά ντοκουμέντα συντάσσονται με την ακρίβεια κειμένου, ενισχυμένου με σαρκασμό και πικρή ειρωνεία, ξεπερνώντας κατά πολύ τις δυνατότητες ενός απλού ντοκιμαντέρ. Και είναι πάντα επίκαιρο γιατί ο φασισμός δεν είναι ένα μεμονωμένο φαινόμενο που συνέβη σε Ιταλία και Γερμανία στις δεκαετίες 1930-40. Ο πάντα ισχύων οικονομικός φασισμός του καπιταλισμού είναι απείρως καταστρεπτικότερος από το βλακώδες ρομαντικό όραμα των Μουσολίνι και Χίτλερ. Η πολιτική της κατανάλωσης χιλιάδων άχρηστων ή πολυτελών προϊόντων, η προβολή μιας λαμπερής ζωής δίχως περιεχόμενο για την οποία δισεκατομμύρια άνθρωποι τρέχουν και δεν φτάνουν, καταντώντας από σκεπτόμενα άτομα, απλά ενεργούμενα, είναι ο φασισμός που βιώνουμε εδώ και δεκαετίες και που μας έφτασε στο σημείο μηδέν που ζούμε τώρα. Ο Δούρειος Ίππος του δικού μας καθημερινού φασισμού είναι το life-style. Άλλωστε η προπαγάνδα που αναπτύχθηκε ως μεγάλη τέχνη στην Γερμανία εκείνη την εποχή, υπήρξε η μαγιά για την σημερινή διαφήμιση…

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο 
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ
Tο iefimerida.gr δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ