Μπόνους είχαν ζητήσει οι Σαουδάραβες εκτελεστές του Τζαμάλ Κασόγκι, επειδή ήταν αποτελεσματικοί στις απαγωγές και τους βασανισμούς αντιφρονούντων, όπως υποστηρίζει δημοσίευμα των New York Times!
Ο Σαουδάραβας δημοσιογράφος της Washington Post, δριμύς επικριτής του πρίγκιπα διαδόχου Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν δολοφονήθηκε άγρια στις 2 Οκτωβρίου λίγο μετά την άφιξή του στο προξενείο της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη.
H αμερικανική εφημερίδα υποστηρίζει τώρα ότι ένα χρόνο πριν τον φόνο του Tζαμάλ Κασόγκι ο Μπιν Σαλμάν είχε δώσει το πράσινο φως για μια εκστρατεία που απέβλεπε στο να κλείσουν τα στόματα αντιφρονούντων με παρακολουθήσεις, απαγωγές, κράτηση και βασανιστήρια και την οποία Αμερικανοί αξιωματούχοι αποκαλούσαν «Σαουδαραβική Ομάδα Ταχείας Επέμβασης».
Η ομάδα αυτή των εκτελεστών έκανε τόση δουλειά, που τον Ιούνιο του περασμένου χρόνου ο επικεφαλής της ρώτησε έναν κορυφαίο σύμβουλο του πρίγκιπα Μοχάμεντ, αν θα μπορούσε να τους δώσει μπόνους στο τέλος του Ραμαζανιού, αναφέρουν οι New York Times επικαλούμενοι Αμερικανούς αξιωματούχους που διάβασαν εμπιστευτικές εκθέσεις των μυστικών υπηρεσιών.
Κάποιες από τις αποστολές κατά αντιφρονούντων ανέλαβαν μέλη της ίδιας ομάδας που σκότωσε και διαμέλισε τον Κασόγκι, πράγμα που σημαίνει ότι ο φόνος του ήταν μέρος μιας ευρύτερης εκστρατείας κατά επικριτών του Μπιν Σαλμάν, αναφέρει το δημοσίευμα. Υποστηρίζει δε ότι η «ομάδα ταχείας επέμβασης» φαίνεται ότι εμπλέκεται στην κράτηση και την κακομεταχείριση ακτιβιστών, υπέρμαχων των δικαιωμάτων των γυναικών στο βασίλειο.
Σαουδάραβες αξιωματούχοι δεν επιβεβαίωσαν, αλλά ούτε διέψευσαν την ύπαρξη τέτοιας ομάδας, σε σχετικές ερωτήσεις των NYTimes και του Γαλλικού Πρακτορείου.
Σύμφωνα με Αμερικανούς αξιωματούχους η ομάδα αυτή τελούσε υπό την εποπτεία του Σαούντ αλ Καχτάνι, συμβούλου του Μπιν Σαλμάν, που κατηύθυνε μέσω Skype τη δολοφονία του Κασόγκι και τον οποίο δυτικά ΜΜΕ αποκαλούν «Στιβ Μπάνον της Σαουδικής Αραβίας».
Ο Καχτάνι αποπέμφθηκε μετά το φόνο του Κασόγκι, αλλά δεν έχει διευκρινιστεί αν του έχουν απαγγελθεί κατηγορίες, ενώ πέντε από τους κατηγορούμενους αντιμετωπίζουν την εσχάτη των ποινών.