Ξεκίνησαν σήμερα οι εργασίες της Ιεράς Συνόδου, προκειμένου να συζητηθεί το ακανθώδες ζήτημα της συμφωνίας Κράτους-Εκκλησίας, αλλά και το θέμα της μισθοδοσίας των κληρικών.
Η απόφαση για την έκτακτη σύγκληση της Ιεραρχίας ελήφθη στις αρχές Μαρτίου, όταν ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος ενημέρωσε τη Σύνοδο για τις προθέσεις του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων και του υπουργού Κώστα Γαβρόγλου.
Στην εισήγησή του, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος άσκησε κριτική σε όσους μητροπολίτες αντέδρασαν εξαρχής στη συμφωνία Κράτους-Εκκλησίας, για την εκκλησιαστική περιουσία και το μισθολόγιο των κληρικών.
«Προσωπικά πιστεύω ότι ο καρπός αυτών των συνεδριάσεων δεν είναι ανάλογος με τους κόπους της Επιτροπής. Είναι πολύ λίγος και πτωχός. Την ευθύνη όμως, αν κρίνουμε δίκαια, δεν φέρει η Επιτροπή αλλά το σώμα της Ιεραρχίας μας, που περιόρισε ασφυκτικά μέχρι πνιγμού το δικαίωμα της ελεύθερης συζήτησης και των άλλων πτυχών του θέματος, όπως εκείνο των οργανικών θέσεων των κληρικών μας και της εκκλησιαστικής περιουσίας μετά το έτος 1952. Επιμένω και θέλω να πληροφορηθούμε μέσα από αυτόν το διάλογο την αντιμετώπιση εκκρεμών θεμάτων που έχουν καταστεί γάγγραινα στο σώμα της Εκκλησίας και επομένως και του λαού μας», ανέφερε στην εισήγηση του ο Αρχιεπίσκοπος.
«Πέραν των θέσεων αυτών θα περίμενα την προσέγγιση και των άλλων επί μέρους θεμάτων και κυρίως την τύχη της εκκλησιαστικής περιουσίας από το έτος 1952 μέχρι σήμερα. Δυστυχώς όμως ο περιορισμός του θεματολογίου και κυρίως ο λίγος χρόνος που ετέθη στη διάθεση της Επιτροπής, μας φέρνει σήμερα σε αδιέξοδο», σημείωσε εν συνεχεία ο κ. Ιερώνυμος, τονίζοντας ότι ο διάλογος με την Πολιτεία πρέπει να συνεχιστεί.
«Τα βήματα που έχουν γίνει μέχρι τώρα μαρτυρούν ότι διαπιστώνεται μεν ένας σημαντικός βαθμός ωρίμανσης πολλών εκ των ζητημάτων, παρά τα τυχόν λάθη που έχουν γίνει τόσο σε διαδικαστικό όσο και σε επικοινωνιακό επίπεδο, φυσικά και από μένα τον ίδιο, υπάρχει όμως αρκετός δρόμος μπροστά μας και υπάρχει ρεαλιστική δυνατότητα, για να φτάσουμε σε μία φερέγγυα συμφωνία, ένα ολοκληρωμένο θεσμικό συμβόλαιο με ευρεία συναίνεση στην κοινωνία, συνοχή και ενότητα στο εσωτερικό της Εκκλησίας μας, διασφάλιση στους κληρικούς μας και στα στελέχη μας και φυσικά ενίσχυση του αυτοδιοικήτου της Εκκλησίας μας», ανέφερε ο Αρχιεπίσκοπος.
«Ήρθε η ώρα να δούμε την αλήθεια και να δημιουργήσουμε καινούργιες, τίμιες σχέσεις Πολιτείας και Εκκλησίας. Τι θα περίμενα και τι περιμένω από μια τέτοια συζήτηση τέτοιου επιπέδου. Να διορθώσουμε τα λάθη μας και πάνω στην ειλικρίνεια να οικοδομήσουμε το αύριο Εκκλησίας και Πολιτείας», τόνισε.