Ο Αυστραλός πρωθυπουργός, Σκοτ Μόρισον, ζήτησε να επιβληθούν περιορισμοί στους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης μετά τις επιθέσεις σε τεμένη στο Κράισττσερτς της Νέας Ζηλανδίας.
Το Facebook και άλλοι ιστότοποι έχουν δεχθεί επικρίσεις επειδή δεν κατάφεραν να εμποδίσουν την απευθείας αναμετάδοση του μακελειού.
Σε επιστολή του -που δόθηκε στη δημοσιότητα σήμερα- ο Μόρισον ζήτησε από τον πρωθυπουργό της Ιαπωνίας Σίνζο Άμπε, που προεδρεύει της G20, να συζητηθεί το θέμα στην επερχόμενη συνάντηση της Ομάδας τον Ιούνιο στην Οζάκα.
Ο Μόρισον, που βρίσκεται εν μέσω μιας δύσκολης προεκλογικής εκστρατείας, αλλά και το συντηρητικό κόμμα του είναι αντιμέτωπα με επίμονες επικρίσεις ότι τροφοδοτούν το αντιμεταναστευτικό αίσθημα των Αυστραλών.
Ο Αυστραλός πρωθυπουργός έχει καταγγείλει επανειλημμένα τον εξτρεμισμό δημοσίως μετά την επίθεση της Παρασκευής στη Νέα Ζηλανδία που κόστισε τη ζωή σε 50 ανθρώπους, στην πλειονότητά τους πρόσφυγες και μετανάστες.
Στην επιστολή του, αντίγραφο της οποίας αναρτήθηκε στο Twitter, ο Μόρισον εκφράζει την ανησυχία του για τον «χωρίς περιορισμούς ρόλο» των τεχνολογιών πληροφορικής στις τρομοκρατικές επιθέσεις.
«Είναι απαράδεκτο να αντιμετωπίζεται το Διαδίκτυο σαν ένας χώρος χωρίς κανόνες», τόνισε.
Στόχος του Αυστραλού πρωθυπουργού είναι «να συμφωνηθεί μια συντονισμένη δράση ώστε να υπάρξει μεγαλύτερη προστασία από την τρομοκρατική βία».
«Είναι υψίστης σημασίας η παγκόσμια κοινότητα να συνεργαστεί για να διασφαλίσει ότι οι τεχνολογικές εταιρείες θα τηρούν την ηθική τους υποχρέωση να προστατεύουν τις κοινότητες που υπηρετούν και από τις οποίες κερδίζουν χρήματα», επεσήμανε ο Μόρισον στην επιστολή του.
Από την πλευρά του ο επικεφαλής της αντιπολίτευσης στην Αυστραλία Μπιλ Σόρτεν εξέφρασε την υποστήριξή του στην άποψη του Μόρισον, αναρτώντας μήνυμα στους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης στο οποίο αναφέρει: «αν συμβάλατε στη δημιουργία ενός βάλτου, δεν μπορείτε να κάνετε ότι δεν συμβαίνει τίποτα όταν άσχημα πράγματα αρχίσουν να βγαίνουν από εκεί».