Με άρθρο του στην Καθημερινή της Κυριακής, ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης τονίζει την σημασία που έχουν οι ευρωεκλογές του Μαΐου 2019 για την χώρα μας.
Ο κ. Σημίτης εγκαλεί την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ότι « τηρούν απόλυτη σιωπή για τις επιδιώξεις τους σε σχέση με τις ευρωεκλογές».
Επιπλέον ο πρώην πρωθυπουργός χαρακτηρίζει αρνητική την απόφαση της κυβέρνησης να διεξάγει την ίδια μέρα τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και για τα όργανα της Αυτοδιοίκησης. «Η ρύθμιση αυτή είναι αρνητική τόσο για την Αυτοδιοίκηση όσο και για την ευρωπαϊκή πολιτική της χώρας. Αγνοεί ότι κάθε εκλογή είναι μια διαδικασία που προϋποθέτει πληροφόρηση των πολιτών για τα προβλήματα που υπάρχουν, για τις λύσεις που υποστηρίζουν οι παρατάξεις και για τα πρόσωπα που συμμετέχουν. Ενημερώνεσαι, συζητάς, ψηφίζεις» σημειώνει και καταλήγει αιχμηρά: «Στην Ελλάδα δεν πραγματοποιήθηκε μέχρι σήμερα ούτε συζήτηση ούτε πληροφόρηση για τα ευρωπαϊκά θέματα. Επικράτησε σιωπή. Ισως να ήταν αυτός ο κύριος στόχος της κυβέρνησης».
Δείτε το άρθρο του Κώστα Σημίτη στην Καθημερινή της Κυριακής
«Στις 26 Μαΐου ψηφίζουμε για την εκλογή των εκπροσώπων μας στο Ευρωκοινοβούλιο. Oλοι το γνωρίζουν αλλά ελάχιστοι ενδιαφέρονται. Η προσοχή όλων είναι στραμμένη προς τις εθνικές εκλογές. Κυριαρχεί το ερώτημα πότε θα γίνουν, ποιο κόμμα θα τις κερδίσει, τι θα σημαίνει αυτό για τη χώρα. Παρόμοια ερωτήματα δεν τίθενται σχετικά με τις ευρωεκλογές. Το Ευρωκοινοβούλιο είναι ένας παράγοντας αδιάφορος για σχεδόν όλους τους Eλληνες. Θεωρούν ότι οι εργασίες και οι αποφάσεις του δεν έχουν σχέση με τα προβλήματα που τους απασχολούν. Είναι ένα όργανο χωρίς ουσιαστικές εξουσίες, μια λέσχη συζητήσεων. Οι Eλληνες ευρωβουλευτές έχουν την περιορισμένη αποστολή να προβάλουν τις ελληνικές θέσεις και τα ελληνικά προβλήματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ και η κυβέρνηση τέλος τηρούν απόλυτη σιωπή για τις επιδιώξεις τους σε σχέση με τις ευρωεκλογές.
Η απορριπτική αυτή στάση για τον ρόλο του Ευρωκοινοβουλίου παραβλέπει ότι ο θεσμός αυτός έχει σημαντικές εξουσίες. Αποφασίζει για το 80% περίπου των νομοθετικών μέτρων της Eνωσης. Νομοθετεί, μεταξύ άλλων, για θέματα αγροτικής πολιτικής, προστασίας του περιβάλλοντος, προστασίας του καταναλωτή, βιομηχανικής πολιτικής. Αποτιμά τις δραστηριότητες των ευρωπαϊκών οργάνων. Εργάζεται για τη διαμόρφωση κοινών θέσεων για την ευρωπαϊκή πολιτική. Οι αποφάσεις του γι’ αυτό κατά κανόνα λαμβάνονται από την πλειοψηφία των μελών του. Oσο για την Ελλάδα, ιδιαίτερη σημασία έχουν οι συζητήσεις για τα οικονομικά προβλήματα που θέλει να ρυθμίσει η Ευρωπαϊκή Eνωση και αφορούν τη χώρα. Ο χειρισμός των ειδικών προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας ανήκει όμως αποκλειστικά στην ΟΝΕ. Η ελληνική παρουσία στο Ευρωκοινοβούλιο έχει σημασία και λόγω της συμμετοχής της στη νομοθετική εργασία, στον έλεγχο των ευρωπαϊκών οργάνων που ασκεί και στην αποτίμηση των πολιτικών της Eνωσης και στις συζητήσεις πιθανών λύσεων στα υπάρχοντα προβλήματα.
Δύο τάσεις συγκρούονται στην Eνωση σήμερα. Η μία υποστηρίζει ότι τα κράτη-μέλη οφείλουν να ρυθμίσουν με σαφήνεια τις υπάρχουσες εξουσίες της Eνωσης, να περιορίσουν μάλιστα ορισμένες, ώστε οι εθνικές κυβερνήσεις να μπορούν να εφαρμόζουν την πολιτική που αποφασίζεται από τους ψηφοφόρους τους π.χ. στα μεταναστευτικά προβλήματα. Την άποψη αυτή ασπάζονται οι κυβερνήσεις στις οποίες τα εθνικιστικά κόμματα παίζουν κυρίαρχο ρόλο, όπως συμβαίνει στην Ουγγαρία, στην Τσεχία, στην Πολωνία. Η άλλη τάση υποστηρίζει τη διεύρυνση των εξουσιών της Eνωσης και της ΟΝΕ, την πρόοδο της ενοποίησης. Την άποψη αυτή υποστηρίζουν κυρίως η Γαλλία και η Γερμανία. Σε πολλές χώρες δεν αρνούνται την επέκταση των κοινών πολιτικών. Θεωρούν, όμως, ότι αυτή τη στιγμή προτεραιότητα έχει είτε η ολοκλήρωση των ρυθμίσεων για τις οποίες υπάρχει ήδη συμφωνία, όπως π.χ. συμβαίνει με την ενιαία πολιτική για τα τραπεζικά θέματα, είτε η αντιμετώπιση υφισταμένων διαφωνιών, όπως συμβαίνει στο θέμα της μεταναστευτικής πολιτικής.
Κεντρικό θέμα των εκλογών θα είναι το εάν θα προχωρήσει η ευρωπαϊκή ενοποίηση και ποια μορφή θα πάρει. Πολλοί πιστεύουν ότι οι αντιδράσεις στην Ιταλία και στην Ουγγαρία θα ανακόψουν τις ενοποιητικές προσπάθειες. Ο πρόεδρος της Γαλλίας Μακρόν δημοσίευσε στις αρχές Μαρτίου ένα κείμενο «πρόσκληση» για μια «ευρωπαϊκή αναγέννηση». Στο κείμενο αυτό προτείνει, μεταξύ άλλων, τη σύγκληση ενός Συνεδρίου για την Ευρώπη, που θα καθορίσει τον οδικό χάρτη για την περαιτέρω εξέλιξη και ενίσχυση της Eνωσης, για την «ανανεωμένη» και «ισχυρότερη» Ευρώπη. Αναφέρει και τομείς, στους οποίους θα πρέπει να προχωρήσει η ενοποιητική προσπάθεια. Θεωρεί την άμυνα της Ευρώπης και τη μεταρρύθμιση των κανόνων του Σένγκεν προτεραιότητες. Οι προτάσεις του αυτές σχολιάστηκαν θετικά από τον διεθνή Tύπο. Η καγκελάριος της Γερμανίας Μέρκελ περιορίστηκε σε μια γενικότερη επιδοκιμασία, χωρίς όμως να πάρει θέση σε συγκεκριμένα θέματα. Η τοποθέτηση του Μακρόν αποτέλεσε εξαίρεση στη γενικότερη δυσθυμία που επικρατεί στην Ενωση για την ενοποίηση.
Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών θα αναδείξει πιθανότατα την αυξημένη απήχηση των εθνικιστικών κομμάτων στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες της Ενωσης. Θα επισημάνει ότι ένας δραστικός περιορισμός της μετανάστευσης είναι επιθυμητός και ότι οι περιορισμοί της εξουσίας των κρατών-μελών δεν είναι αρεστοί. Θα αναδείξει, επίσης, την έντονη δυσαρέσκεια που προκαλεί η μείωση της απασχόλησης λόγω της εφαρμογής νέων τεχνολογιών. Η πλειοψηφία της Ευρωβουλής θα ανήκει όμως, όπως μέχρι τώρα, στην ομάδα που θα αποτελείται από τους Χριστιανοδημοκράτες και τους Σοσιαλδημοκράτες με την οποία θα συνεργαστούν πιθανότατα οι Φιλελεύθεροι και οι Πράσινοι.
Τα θέματα που θα απασχολήσουν την Ευρωπαϊκή Ενωση και το Ευρωκοινοβούλιο είναι συνδεδεμένα με τα προβλήματα που έχουν προκύψει στην Ευρώπη μέχρι σήμερα. Τα ζητήματα αυτά είναι κυρίως: Η πολιτική για τη μετανάστευση τόσο υπό τις σημερινές της μορφές όσο και υπό τις συνθήκες που θα υπάρξουν στο μέλλον. Η αναδιαμόρφωση των σχέσεων συνεργασίας μεταξύ των μελών της Ενωσης, ώστε να επιτευχθεί ακόμη μεγαλύτερη ενοποίηση για όσα κράτη την επιθυμούν αλλά και να διατηρηθεί σχετική αυτονομία για τα υπόλοιπα μέλη. Η επανεξέταση της συμφωνίας του Σένγκεν, ώστε να επεκταθεί η ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών με την κατάργηση υφισταμένων περιορισμών.
Ταυτόχρονα, όμως, θα καθοριστούν δυνατές διαφοροποιήσεις, για τα νέα μέλη της Ενωσης. Η θέσπιση κοινής αμυντικής πολιτικής και ο καθορισμός των σχέσεων με το ΝΑΤΟ. Η συνέχιση των προσπαθειών για διεύρυνση της Ενωσης με ένταξη και άλλων χωρών. Η ενίσχυση της συνεργασίας στην ΟΝΕ με την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης, τη θέσπιση ενός ευρωπαϊκού προϋπολογισμού για τη χρηματοδότηση αναπτυξιακών έργων, με μέτρα για την ανάπτυξη και την απασχόληση. Η προστασία των κρατών και επιχειρήσεων από αθέμιτες επεμβάσεις στον κυβερνοχώρο και ο έλεγχος των πρακτικών των μονοπωλίων. Η προστασία του περιβάλλοντος και η δυνατότητα χρηματοδότησης σχετικών πολιτικών με ίδρυση ειδικού ευρωπαϊκού ταμείου.
Η παγκοσμιοποίηση επιβάλλει στον ευρωπαϊκό χώρο τη συνεργασία, τις κοινές πολιτικές, την κοινή αντιμετώπιση προβλημάτων που προκαλούν η τεχνολογική πρόοδος, οι αλλαγές στο φυσικό περιβάλλον, αποτέλεσμα της ανθρώπινης δραστηριότητας, η ανάγκη για τη συνεχή βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών, οι εξελίξεις στις ΗΠΑ, στην Κίνα και στην Αφρική. Ας πάρουμε το παράδειγμα της μετανάστευσης. Οι σχετικές έρευνες έχουν δείξει ότι στην αφρικανική ήπειρο ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού, πολλά εκατομμύρια, οραματίζεται τη μετανάστευση στην Ευρώπη. Το ερώτημα, πώς αντιμετωπίζουμε αυτή τη σχεδόν βέβαιη εξέλιξη χρειάζεται έρευνα και απάντηση. Η σημερινή ευρωπαϊκή πολιτική δεν θα είναι σε θέση να τη δώσει.
Ενα άλλο παράδειγμα είναι το Brexit. Οι οπαδοί του Brexit κέρδισαν το δημοψήφισμα για την αποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Δεν μπόρεσαν, όμως, μέχρι σήμερα να δώσουν απάντηση για τον τρόπο με τον οποίο αυτό θα πραγματοποιηθεί. Οι προταθείσες από τη βρετανική κυβέρνηση λύσεις απορρίφθηκαν από το βρετανικό Κοινοβούλιο. Η αγγλική λίρα έχει χάσει αξία, υπάρχει φυγή επιχειρήσεων και οι προοπτικές ανάπτυξης είναι αρνητικές. Το αίτημα για ένα νέο δημοψήφισμα, ώστε να παραμείνει η Μεγάλη Βρετανία στην Ευρωπαϊκή Ενωση υποστηρίζεται πια, κατά τις δημοσκοπήσεις, από την πλειονότητα των πολιτών. Διαπιστώνουν και στην Αγγλία ότι στη σύγχρονη εποχή απαιτείται η ένταξη των κρατών σε ευρύτερες συνεργασίες για να ν’ αποφευχθούν αρνητικές οικονομικές εξελίξεις.
Θα αναφέρω, τέλος, ως τρίτο παράδειγμα για τη σκοπιμότητα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, την ανάγκη αντιμετώπισης τόσο της αμερικανικής όσο και της κινεζικής τεχνολογικής υπεροχής σε θέματα ελέγχου της πληροφόρησης. Οι δύο αυτές υπερδυνάμεις έχουν αναπτύξει συστηματικά την τεχνική ικανότητα να ενημερώνονται, καταγράφοντας κάθε μορφής ηλεκτρονική πληροφορία, τόσο για τις τεχνολογικές εξελίξεις όσο και για τα αμυντικά σχέδια και τις πολιτικές ειδήσεις σε άλλες χώρες. Στην Ευρωπαϊκή Ενωση δεν έχει ακόμη επιτευχθεί ούτε η άμυνα κατά της πρακτικής αυτής ούτε η ανάπτυξη ενός ανάλογου συστήματος ελέγχου και πληροφόρησης. Καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν έχει τα μέσα και τα κεφάλαια για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα μόνη της.
Η κοινή πορεία όλων των χωρών της Ευρώπης είναι αδήριτη αναγκαιότητα. Η στροφή στον εθνικισμό και στην απομόνωση οδηγεί στη φτωχοποίηση και στην εξάρτηση. Παραδείγματα που θα πρέπει να μείνουν ζωντανά στη μνήμη μας είναι η αποτυχημένη προσπάθεια της Ελλάδας το 2015 να ανεξαρτητοποιηθεί από την Ενωση και οι εξαιρετικά αρνητικές συνέπειές της. Επίσης, η προσπάθεια εξαπάτησης των κοινοτικών οργάνων το 2009 με πλαστά στοιχεία για το έλλειμμα. Είχε ως αποτέλεσμα τόσο την επιτήρηση της ελληνικής οικονομίας όσο και την επιχείρηση διάσωσής της με τα μνημόνια.
Στο τέλος του άρθρου πιστεύω ότι είναι αναγκαίο ένα σχόλιο για την απόφαση να διεξαχθούν την ίδια μέρα οι εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και για τα όργανα της Αυτοδιοίκησης. Η ρύθμιση αυτή είναι αρνητική τόσο για την Αυτοδιοίκηση όσο και για την ευρωπαϊκή πολιτική της χώρας. Αγνοεί ότι κάθε εκλογή είναι μια διαδικασία που προϋποθέτει πληροφόρηση των πολιτών για τα προβλήματα που υπάρχουν, για τις λύσεις που υποστηρίζουν οι παρατάξεις και για τα πρόσωπα που συμμετέχουν. Ενημερώνεσαι, συζητάς, ψηφίζεις. Στην Ελλάδα δεν πραγματοποιήθηκε μέχρι σήμερα ούτε συζήτηση ούτε πληροφόρηση για τα ευρωπαϊκά θέματα. Επικράτησε σιωπή. Ισως να ήταν αυτός ο κύριος στόχος της κυβέρνησης».