Tο 1820 ένας από τους πλέον διαβόητους Βρετανούς εγκληματίες, ονόματι Τομ Τζόνσον, συνέλαβε έναντι αδράς αμοιβής ένα απίστευτο σχέδιο απόδρασης του Ναπολέοντα Βοναπάρτη από τη νήσο της Αγίας Ελένης στον Ατλαντικό Ωκεανό με υποβρύχια...
Ένα σχέδιο που προέβλεπε μεταξύ άλλων το σχεδιασμό σκαφών ικανών να πλέουν στο βυθό, πολλές δεκαετίες πριν από την εφεύρεση του πρώτου υποβρύχιου...
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Μετά την εξορία του στη νήσο Έλβα το 1814 ο Ναπολέοντας δραπέτευσε λίγους μήνες αργότερα και αποβιβάστηκε στην Γαλλία την 1η Μαρτίου.
Ο βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΗ΄ έστελνε συνεχώς στρατεύματα για να τον συλλάβουν, αλλά ο αυτοκράτορας εκμεταλλευόμενος την γοητεία που απέπνεε η προσωπικότητά του τα έπαιρνε με το μέρος του, ενώ γινόταν δεκτός με αλαλαγμούς θριάμβου όπου κι αν πήγαινε. Το ίδιο συνέβη κι όταν έφθασε στο Παρίσι, όπου ανέκτησε μετά την πορεία των 100 ημερών τον θρόνο της Γαλλίας καταφέρνοντας σύντομα να συγκεντρώσει έναν στρατό 200.000 ανδρών.
Όλο αυτό το διάστημα οι αντίπαλοί του δεν κάθονταν με σταυρωμένα τα χέρια. Ρωσία, Αυστρία, Πρωσία και Αγγλία συγκρότησαν τον Ζ΄Συνασπισμό και ετοιμάζονταν για την τελική αναμέτρηση, που δεν άργησε να έρθει στις 18 Ιουνίου του ίδιου χρόνου στο Βατερλώ του Βελγίου, όταν ο Ναπολέοντας υπέστη την οριστική ήττα της στρατιωτικής του καριέρας από τους στρατούς του Δούκα του Ουέλιγκτον και του Πρώσου στρατάρχη Γκέμπχαρτ φον Μπλύχερ.
Γι άλλη μια φορά οι νικήτριες δυνάμεις αποφάσισαν να τον στείλουν εξορία. Οι Βρετανοί δεν ήταν διατεθειμένοι να πάρουν κανένα ρίσκο. Ήθελαν να παραμείνει πάση θυσία ο Ναπολέοντας στην εξορία και εκεί να αφήσει την τελευταία του πνοή. Γι’ αυτό και τον έστειλαν αυτή τη φορά στην αγγλοκρατούμενη νήσο της Αγίας Ελένης, ένα από τα πιο απομονωμένα μέρη του πλανήτη, σχεδόν στη μέση της απόστασης που χωρίζει τη Λατινική Αμερική από την Αφρική στον Ατλαντικό Ωκεανό.
Κι όχι μόνον αυτό, αλλά τοποθέτησαν φρουρά και στην κοντινότερη συστάδα νησιών, τα Τριστάν Ντα Κούνια, που απείχαν κάπου 1.200 ν.μίλια σε περίπτωση που ο εξόριστος πρώην αυτοκράτορας κατάφερνε να αποδράσει και να τα χρησιμοποιήσει ως ενδιάμεσους σταθμούς διαφυγής.
Και σ’ αυτό το σημείο μπαίνει στην ιστορία μας ο Τομ Τζόνσον, γεννημένος το 1772 απο Ιρλανδούς γονείς, με... καριέρα στο έγκλημα από την ηλικία των 12, ένας άνθρωπος που είχε αποδράσει δυο φορές από την φυλακή. Ο Τζόνσον (που αναφέρεται ενίοτε και ως Τόμας Τζόνστοουν) είχε φτιάξει περιουσία εισάγοντας και εξάγοντας διάφορα αγαθά λαθραία από την Ευρώπη παρά το εμπάργκο που είχαν επιβάλει Αγγλία και Γαλλία. Αλλά παρά το βεβαρημένο ποινικό μητρώο του οι Βρετανοί επιστράτευσαν τον διαβόητο λαθρέμπορο ως οδηγό σε τουλάχιστον δύο ριψοκίνδυνες αποστολές σε εχθρικά εδάφη. Αλλά το πιο ενδιαφέρον κεφάλαιο της ζωής του δεν είχε ακόμη γραφεί.
Όπως ο ίδιος ισχυρίστηκε αρκετά χρόνια αργότερα, το 1820 του προσφέρθηκε το ποσό των 20.000 λιρών για να θέσει σε εφαρμογή ένα σχέδιο διάσωσης του πρώην αυτοκράτορα με τη χρήση υποβρυχίων!
Το 1835 δημοσιεύτηκε ένα βιβλίο με τον τίτλο “ Scenes and Stories of a Clergyman in Debt” («Σκηνές και Ιστορίες ενός Χρεωμένου Κληρικού»), που αναφερόταν στις εμπειρίες του συγγραφέα -πολλοί θεωρούν ότι ήταν ο ίδιος ο Τζόνσον- σε φυλακές για οφειλέτες. Ένας από τους κρατούμενους που συνάντησε ο συγγραφέας ήταν ο Τζόνσον, ο οποίος του αφηγήθηκε πώς συμμετείχε σ’ ένα σχέδιο απελευθέρωσης του Ναπολέοντα από την Αγία Ελένη. Στο βιβλίο ο συγγραφέας περιγράφει με λεπτομέρειες ένα από τα υποβρύχια που θα μετείχαν στην αποστολή διάσωσης του πρώην αυτοκράτορα και το οποίο θα μετέφερε 20 «τορπίλες» (για την ακρίβεια υδατοστεγή βαρέλια με μπαρούτι, που θα εκρήγνυντο με κάτι σαν χρονοδιακόπτη), ώστε να μπορεί να αντιμετωπίσει πολεμικά πλοία που θα έστελναν στο κατόπι του οι Βρετανοί. Το υποβρύχιο είχε μήκος 12 μέτρων, πλάτος τριών και βάρος 23 τόνους.
Η περιγραφή του πλησιάζει άλλα που ναυπηγήθηκαν τη δεκαετία του 1860 στην Ολλανδία και τις ΗΠΑ. Το μεγάλο υποβρύχιο, ονόματι «Αετός» θα το συνόδευε στο ταξίδι ένα μικρότερο, η «Αίτνα». Ο συγγραφέας δεν αναφέρει πουθενά πώς θα έφθανε το υποβρύχιο στη νήσο της Αγίας Ελένης, αν και έγραφε ότι διέθετε ιστία. Σημειώνει, όμως, ότι μετά την άφιξή του θα απελευθέρωνε ένα υφαντό δίχτυ από φελλό για να προστατέψει το μικρότερο υποβρύχιο από την πρόσκρουση στα βράχια του νησιού.
Το επόμενο στάδιο του σχεδίου προέβλεπε ότι ο Τζόνσον κι οι άνδρες του θα μετέφεραν ένα «αναβατόριο» μέχρι την κορυφή της απόκρημνης πλαγιάς για να κατεβάσουν τον Ναπολέοντα στο υποβρύχιο που θα τον περίμενε από κάτω. Ο διάσημος φυγάς θα το έσκαγε από το σπίτι όπου ζούσε εξόριστος μεταμφιεσμένος σε υπηρέτη. Προφανώς ο Τζόνσον είχε πληροφοριοδότες στο νησί που του περιέγραψαν τους φρουρούς, τις συνήθειές τους και τη θέα από διάφορα σημεία κοντά στην κατοικία του Ναπολέοντα.
Οι συνοδοί του θα τον μετέφεραν στη συνέχεια στον «Αετό» και θα απέπλεαν από εκεί είτε απαρατήρητοι, είτε, όπως ήλπιζαν, βυθίζοντας όποιο βρετανικό πολεμικό πλοίο τους κυνηγούσε.
Το σχέδιο φαντάζει απίστευτο, είναι αλήθεια. Αλλά ο Τζόνσον δεν είναι η μοναδική πηγή που το επιβεβαιώνει.
Ο μαρκήσιος Ντε Μοντολόν, ένας στρατηγός που ακολούθησε εκούσια τον Ναπολέοντα στην εξορία, δημοσίευσε πολλά χρόνια μετά τον θάνατο το 1821 του πρώην αυτοκράτορα ένα βιβλίο για την περίοδο που έζησε στην Αγία Ελένη και στο οποίο αναφέρεται σ’ ένα σχέδιο διάσωσης του Ναπολέοντα με τη βοήθεια ενός υποβρυχίου, για το οποίο είχαν καταβληθεί κάπου 6.000 χρυσά νομίσματα (σημερινής αξίας ενός εκατομμυρίου δολαρίων).
Το 1833 η επίσημη επιθεώρηση του Βρετανικού Ναυτικού, τα «Ναυτικά Χρονικά» (Naval Chronicle) συνδέουν επίσης τον Τζόνσον με το σχέδιο συνωμοσίας με το υποβρύχιο.
Ενώ δέκα χρόνια νωρίτερα, ένα άλλο δημοσίευμα, η «Ιστορική συλλογή εγκληματικών φυσιογνωμιών» (Historical Gallery of Criminal Portraitures) ανέφερε το πώς ο Τζόνσον είχε εμπλακεί στη ναυπήγηση ενός υποβρυχίου. Είχε συνεργαστεί με τον Αμερικανό μηχανικό Ρόμπερτ Φούλτον, ο οποίος στη διάρκεια των Ναπολεόντειων Πολέμων είχε πάει στην Αγγλία για να πουλήσει στο Βρετανικό Πολεμικό Ναυτικό τα σχέδιά του για ένα υποβρύχιο, αφού προηγουμένως είχε κατασκευάσει ένα πρωτότυπο για τον Ναπολέοντα, που είχε δοκιμαστεί με επιτυχία στον Σηκουάνα στο Παρίσι.
Οι Γάλλοι δεν έδειξαν ενδιαφέρον για ένα δεύτερο, μεγαλύτερο υποβρύχιο κι ο Φούλτον πήγε στην Αγγλία για να δει αν θα μπορούσε να πουλήσει εκεί την ιδέα του.
Ντοκουμέντα που βρέθηκαν στα βρετανικά αρχεία αποδεικνύουν ότι πράγματι ο Τζόνσον είχε εργαστεί για το Βρετανικό Πολεμικό Ναυτικό το 1812. Ήταν «στη Μυστική Υπηρεσία της Αυτού Μεγαλειότητας σ’ ένα υποβρύχιο και άλλα χρήσιμα πειράματα», όπως αναφέρεται και είχε ετοιμάσει κάποια σχέδια για ένα υποβρύχιο, που ταίριαζαν με την κατοπινή περιγραφή του.
Δεν αναφέρουν όμως τίποτε για τα βασικά προβλήματα που αντιμετώπισαν όσοι εργάζονταν στο project, δηλαδή πώς θα καταδύονταν τα σκάφη, θα παρέμεναν στο βυθό και θα αναδύονταν στη συνέχεια. Σε επίσημα έγγραφα σημειώνεται, πάντως, ότι έγιναν δύο επικίνδυνες δοκιμές στον Τάμεση.
Ο Τζόνσον ήθελε 100.000 λίρες για το υποβρύχιό του. Μια άλλη έκθεση της εποχής αναφέρει ότι ο ναύαρχος σερ Τζορτζ Κόκμπερν – που έμεινε στην ιστορία ως ο άνθρωπος που πυρπόλησε τον Λευκό Οίκο όταν η Ουάσιγκτον έπεσε στα βρετανικά στρατεύματα το 1814- επιθεώρησε το 1820 ένα υποβρύχιο για να εκτιμήσει το κόστος του και πρόσφερε πολύ λιγότερα στον Τζόνσον απ’ όσα εκείνος ζητούσε -την περίοδο που Γάλλοι αξιωματικοί του πρόσφεραν ποσό που αντιστοιχεί σε ένα εκατομμύριο δολάρια-.
Αν υποτεθεί ότι καταστρώθηκε πράγματι ένα σχέδιο που περιλάμβανε τη χρήση υποβρυχίων, αναβατορίου και μεταμφίεσης, το σίγουρο είναι ότι δεν τέθηκε ποτέ σε εφαρμογή. Κι αυτό, γιατί όπως επιβεβαίωσε αργότερα πρώην συνεργάτης του Ναπολέοντα, ο εξόριστος πρώην αυτοκράτορας με την ανεπτυγμένη αίσθηση αξιοπρέπειας που τον διέκρινε αρνιόταν να μετάσχει σε οποιαδήποτε προσπάθεια απόδρασης, που θα περιλάμβανε τη μεταμφίεσή του. Αν ήταν να αποδράσει θα το έκανε φορώντας τη στολή και το ξίφος του. Ο Ναπολέοντας πέθανε τελικά το 1821 στην Αγία Ελένη υποκύπτοντας σε καρκίνο ή δηλητηρίαση από αρσενικό. Όσο για τον Τζόνσον, μετά την αποφυλάκισή του εξασφάλισε μια σημαντική σύνταξη από το Βασιλικό Πολεμικό Ναυτικό, που του επέτρεψε να ζήσει άνετα επί χρόνια νότια του Τάμεση.