Μην ... πυροβολείτε την Ελλάδα- ήταν απλώς η «σπίθα που αποκάλυψε τις δομικές αδυναμίες της Ευρωζώνης». Αυτό τονίζουν σε άρθρο τους που δημοσιεύεται στη βρετανική εφημερίδα «Guardian» ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης και ο πρώην πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων, καθηγητής Γιάννης Στουρνάρας.
Στο άρθρο τονίζεται ότι οι προβλέψεις του πρώτου Μνημονίου δεν θα ήταν ρεαλιστικές, «ακόμα και για χώρες με ισχυρότερες οικονομίες απ' ότι η Ελλάδα». Αναφέρεται ακόμη πως οι συνθήκες που έχουν επιβληθεί στην Ελλάδα δείχνουν να αποτελούν «τιμωρία», ώστε να παραδειγματιστούν κι άλλες χώρες.
Ως προς το Δημοσιονομικό Σύμφωνο, το οποίο βρίσκεται στο επίκεντρο της επικαιρότητας λόγω... Ολάντ, οι κύριοι Σημίτης και Στουρνάρας τονίζουν ότι δεν θα επιτύχει, χωρίς πρόσθετα μέτρα για την ανάπτυξη, την ουσιαστική σύγκλιση των οικονομιών και την πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης.
«Στρεβλή εικόνα έδιναν, ΝΔ, Κομισιόν και Eurostat»
Υπεραμυνόμενοι και της οικονομικής πολιτικής που άσκησε ως πρωθυπουργός ο κ. Σημίτης, οι δυο αρθρογράφοι επισημαίνεται ότι, από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, η Ελλάδα κατέβαλε τιτάνια προσπάθεια να ανταποκριθεί στα κριτήρια σύγκλισης, χρησιμοποιώντας όλα τα διαθέσιμα μέσα. Τη δημοσιονομική, νομισματική και εισοδηματική πολιτική, καθώς και την εκτεταμένη ιδιωτικοποίηση τραπεζών και δημόσιων επιχειρήσεων.
Αναφέρουν, επίσης, ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα μειώθηκε κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες στην εξαετία 1993- 1996: Από 12,5% του ΑΕΠ, μειώθηκε σε 2,5%. Προσθέτουν δε ότι αυτή η πρόοδος οδήγησε την Ελλάδα στην Ευρωζώνη, σε συνάρτηση με τις καλές επιδόσεις και στα υπόλοιπα κριτήρια σύγκλισης. Τον πληθωρισμό, το δημόσιο χρέος, κλπ.
Υπενθυμίζουν,ακόμη, οι δυο αρθρογράφοι ότι η χώρα εντάχθηκε στην Ευρωζώνη κατόπιν ενδελεχούς ελέγχου των οικονομικών στοιχείων και με βάση τις εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Οικονομικής και Δημοσιονομικής Επιτροπής.
Στο άρθρο επισημαίνεται, επίσης ότι, παρά την αυστηρή δημοσιονομική και νομισματική πολιτική, οι ρυθμοί ανάπτυξης παρουσίασαν βελτίωση. Το ΑΕΠ – τονίζεται - αυξήθηκε στο 4% στο τέλος της δεκαετίας του 1990 και παρέμεινε σε αυτό το επίπεδο μέχρι το 2007.
Παραθέτοντας στατιστικά στοιχεία, οι δύο αρθρογράφοι αποκρούουν την αιτίαση ότι η Ελλάδα εισήλθε στην Ευρωζώνη με «παραποιημένους αριθμούς». Αποδίδουν στη Νέα Δημοκρατίας τις συνεχείς αναφορές που γίνονταν σε βάρος της Ελλάδας, επιρρίπτουν όμως ευθύνες και στην Κομισιόν, όπως και στην Eurostat.
Στο τέλος του άρθρου υπογραμμίζεται ότι τα μέτρα σταθεροποίησης, έπειτα από τον Μάϊο του 2010, βελτίωσαν τα δημοσιονομικά, τόνωσαν την ανταγωνιστικότητα, αλλά ως αντίτιμο ωστόσο παράλληλα έχουν οδηγήσει σε βαθιά και παρατεταμένη ύφεση, καθώς και υψηλή ανεργία.