Για τον Ανδρέα Παπανδρέου και τα 100 χρόνια από την γέννησή του, σαν σήμερα, μίλησε ο γιος του Γιώργος Παπανδρέου από την Πάτρα.
Σε εκδήλωση του Ιδρύματος Α. Παπανδρέου, ο πρώην πρωθυπουργός θυμήθηκε στιγμές με τον πατέρα του αλλά και τις παρακαταθήκες που άφησε.
«Νιώθω μεγάλη συγκίνηση που βρίσκομαι εδώ, στην Πάτρα, για να μιλήσω σε μια εκδήλωση με τη συμμετοχή ανθρώπων που αποτελούν κατά κάποιο τρόπο τη μεγάλη του οικογένεια. Ο Ανδρέας, Εδώ πήρε το βάπτισμα της πολιτικής και ήθελε πάντα να τιμά τους ανθρώπους που αγωνίστηκαν κοντά του» είπε από την Πάτρα.
«Θυμάμαι με αγάπη και νοσταλγία τον πατέρα μου. Μου έρχονται στο νου εικόνες από τα μεγάλα ταξίδια που κάναμε όταν είμαστε παιδιά με το αυτοκίνητο. Αναπολώ τις ατέλειωτες συζητήσεις γύρω από το οικογενειακό τραπέζι. Παραδόξως, ανάμεσα στις καλύτερες αναμνήσεις μου είναι οι δύσκολες και περιπετειώδεις φάσεις που ζήσαμε την περίοδο της αντίστασης στη Χούντα, γιατί μπορούσαμε να ονειρευτούμε μια διαφορετική Ελλάδα. Τότε, κυνηγημένοι, βρεθήκαμε στη Σουηδία να ζούμε σε πρωτόγονες συνθήκες σε ένα μικρό νησί. Χωρίς καν ηλεκτρικό. Κόβαμε ξύλα για να μαγειρέψουμε ή για να ζεστάνουμε λίγο νερό για να πλυθούμε».
Οπως είπε «ξέρω ότι, χωρίς αυτόν, μαζί βέβαια και τη μητέρα μου Μαργαρίτα, δεν θα είχα αυτήν την περιέργεια για το τι συμβαίνει στον κόσμο, δεν θα είχα νιώσει την έλξη της πολιτικής προσφοράς και δράσης. Δεν θα είχα την ίδια κατανόηση της πολύπλοκης και σύνθετης πραγματικότητας που μας περιβάλλει. Σίγουρα, από αυτόν προέρχεται και το ενδιαφέρον μου για τα πρωτοποριακά ρεύματα, τις νέες ανακαλύψεις, ακόμα και τη νέα τεχνολογία».
Ο Γ. Παπανδρέου επεσήμανε ότι παράλληλα ο Ανδρέας και ο Γεώργιος Παπανδρέου τον διέπλασαν ως πολιτικό που αποφάσισε να ακολουθήσει αυτόν τον δύσκολο δρόμο της σύγκρουσης με ό,τι και όσους απειλούν την ελευθερία και τα δικαιώματά μας.
«Με τη Μεταπολίτευση, ο Ανδρέας Παπανδρέου, ιδρύοντας το ΠΑΣΟΚ, δημιούργησε τις προϋποθέσεις για τη μεγάλη κεντροαριστερά στην Ελλάδα, ενώνοντας πολλά από τα μικρά κόμματα και τις κινήσεις που την εκπροσωπούσαν μέχρι τότε» τόνισε ο Γ. Παπανδρέου και πρόσθεσε: «Με αυτήν την έννοια, είναι ο πατέρας της ελληνικής προοδευτικής παράταξης και είμαστε όλοι παιδιά του. Γι’ αυτό ίσως βλέπουμε σήμερα από διάφορα μετερίζια, αυτήν την αγωνία για το ποιος τον εκπροσωπεί καλύτερα, ποιος τον εκφράζει πιστότερα, ποιος είναι πιο αντάξιος της πολιτικής του κληρονομιάς».
Σύμφωνα με τον πρώην πρωθυπουργό «ο Ανδρέας είναι ένας πολιτικός που κατέκτησε με τους αγώνες του μια ιδιαίτερη, μια σημαντική θέση στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας. Και η εμβέλειά του, ήταν παγκόσμια. Από εκεί και πέρα, ανήκει σε όλους. Όσο ζούσε, είχε φανατικούς οπαδούς και εχθρούς. Δεν ήταν αδιάφορος σε κανένα».
Αφησε μάλιστα αιχμές λέγοντας πως «γι’ αυτό και σήμερα, με το ίδιο πάθος φωτίζονται διαφορετικές στιγμές και πτυχές από τη ζωή, τη σκέψη και τη δράση του - τις περισσότερες φορές, κοιτάζοντας ο καθένας από τη δική του σκοπιά. Είναι σαν να τον βλέπω μπροστά μου, δήθεν έκπληκτος, να σχολιάζει τις τάχα αυθεντικές ερμηνείες των όσων έχει πει και των όσων έχει κάνει: «τι μου λες!»».
Ο Γ. Παπανδρέου υποστήριξε ότι «αυτός ο μεγάλος ιδεολόγος ήταν ταυτόχρονα αποτελεσματικός ρεαλιστής. Γι’ αυτό και μπόρεσε να υλοποιήσει πολλά από όσα ήθελε, αξιοποιώντας την ικανότητά του να βλέπει τη μεγάλη εικόνα και να αξιοποιεί κάθε συγκυρία προς το συμφέρον της χώρας. Όταν χρειάστηκε, είπε «βυθίστε το Χόρα» και μετά μίλησε για ειρήνη και συνεργασία με τον Οζάλ. Μπροστά στους κινδύνους που έφερε η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, επέβαλε το εμπάργκο στα Σκόπια και κατόπιν προώθησε την ενδιάμεση συμφωνία με την πρώην Γιουκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Ξεκίνησε με επιφυλάξεις για την ΕΟΚ, αλλά σε δεύτερη φάση έκανε την Ελλάδα ένα από τα πιο δυναμικά κράτη-μέλη και πέτυχε σημαντικά οφέλη, όπως το 1985, όταν με πρότασή του υιοθετήθηκαν τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα».
Ο πρώην πρωθυπουργός αναφέρθηκε εμμέσως και στα στελέχη του ΠΑΣΟΚ (Τσοχατζόπουλος) που κρίθηκαν ένοχοι από την δικαιοσύνη. «Κάποιοι, μπορεί να τον πρόδωσαν, μπορεί να πρόδωσαν τις αρχές και τις αξίες μας, μπορεί ακόμη και να βρώμισαν τα χέρια τους, αλλά τίποτα από αυτά δεν είναι ικανό να ακυρώσει ένα μεγάλο έργο, μια μεγάλη προσφορά στους Έλληνες και τον τόπο».
Τέλος, ο Γ. Παπανδρέου στηλίτευσε την «αυξημένη τάση εσωστρέφειας, παθητικότητας, μοιρολατρίας» που επικρατεί. «Είμαι σίγουρος όμως, ότι αν ήταν σήμερα εδώ ο Ανδρέας, θα έλεγε δύο πράγματα.
Το πρώτο: «Οι κλειστές και φοβικές κοινωνίες, είναι καταδικασμένες να μαραζώσουν, να εγκλωβιστούν και να εκφυλιστούν. Ας πιστέψουμε πάλι στους εαυτούς μας. Στις δυνατότητές μας. Στις αστείρευτες δυνάμεις του λαού μας.»
Το δεύτερο: «Καλά και πώς περιμένετε να αλλάξουν τα πράγματα; Από τον καναπέ; Το σερφάρισμα στο κινητό; Τις φωτογραφίες στο Ίνσταγκραμ; Αν δεν γίνουμε εμείς ξανά οι φορείς της αλλαγής;
Ας πάρουμε παράδειγμα στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, στη μήτρα της παγκοσμιοποίησης, τι ωραία κινήματα αναπτύσσονται, από τις γυναίκες, από μαθητές που μάχονται ενάντια στην οπλοφορία, από νέους για τα δικαιώματα, για το περιβάλλον, ενάντια στην ανισότητα. Ας ψάξουμε, να κατανοήσουμε τι θα φέρουν οι μεγάλες αλλαγές που έρχονται με την τεχνολογική επανάσταση, τη ρομποτική, την τεχνητή νοημοσύνη. Μπορούμε αντί να τις ξορκίζουμε να τις αξιοποιήσουμε προς όφελος του λαού. Να αναδείξουμε ό,τι καλύτερο έχει ο Ελληνισμός»».
Για να καταλήξει: «Αυτός ήταν ο Ανδρέας. Κι αν θέλουμε να εμπνευστούμε από την προσωπικότητά του, σημασία δεν έχει να επαναλαμβάνουμε τις ιστορικές φράσεις που όλοι θυμούνται, αλλά να ανοίξουμε τα μάτια και τα αυτιά μας, να ανοίξουμε την πόρτα, να αντιμετωπίσουμε χωρίς φόβο τις προκλήσεις του καιρού μας, αλλά και του μέλλοντός μας και να δώσουμε τον αγώνα».