Ενας κοινός τραπεζικός λογαριασμός που ανοίγει ένα ζευγάρι πριν το γάμο του είναι ένας πολύ κακός οιωνός για την εξέλιξη της σχέσης. Με την ίδια λογική... το κοινό νόμισμα, δηλαδή το ευρώ, προμήνυε μεγάλους μπελάδες και για την ένωση των ευρωπαϊκών κρατών. Τον εντυπωσιακό παραλληλισμό έκανε ο αμερικανός οικονομολόγος Κένεθ Ρόγκοφ και τον δημοσίευσε η εφημερίδα Financial Times.
Η παραβολή έχει ως εξής:
«Ας πάρουμε ένα νεαρό ζευγάρι που σκέφτεται να παντρευτεί , αλλά δεν είναι σίγουρο αν πρέπει να κάνει το μεγάλο βήμα. Οι δύο σύντροφοι αποφασίζουν λοιπόν να ανοίξουν έναν κοινό τραπεζικό λογαριασμό. Στην αρχή τα πράγματα πηγαίνουν πολύ ομαλά. Αποφασίζουν λοιπόν να συμπεριλάβουν στον οικονομικό διακανονισμό τον αδελφό της και την αδελφή του. Οι αρχικοί δικαιούχοι δεν ελπίζουν μόνο να δείξουν στα αδέλφια τους πόσο καλά μπορούν να συνεργαστούν, αλλά και να αποκτήσουν τα προνόμια που προσφέρει η τράπεζα στους κατόχους μεγαλύτερων λογαριασμών.
Χάρις σε ένα έξυπνα σχεδιασμένο σχήμα που περιορίζει τις ανισορροπίες ανάμεσα στις καταθέσεις και τις αναλήψεις κάθε δικαιούχου, το πείραμα εξακολουθεί να σημειώνει επιτυχία. Δεν υπάρχει ένας πραγματικός μηχανισμός επιβολής των κανόνων, αλλά τα δύο ζευγάρια είναι αποφασισμένα να πετύχουν. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά όσο περνάει ο καιρός έρχονται και πιο κοντά. Κάθε τόσο μάλιστα τρώνε και μαζί.
Κάποια στιγμή, το κουαρτέτο αποφασίζει ότι θα περνούν ακόμη καλύτερα και η τράπεζα θα τους προτείνει μια ακόμη καλύτερη συμφωνία αν επεκτείνουν τον διακανονισμό. Πείθουν έτσι και μερικά ξαδέλφια να μπουν στο λογαριασμό. Σύντομα αρχίζουν να χτυπούν τα τηλέφωνά τους: πρόκειται για συγγενείς που είχαν να τους ακούσουν χρόνια. Η Κέντρα είναι μια ξαδέλφη που εργάζεται περιστασιακά ως σεφ: η οικονομική της κατάσταση είναι επισφαλής, αλλά την εντάσσουν στην ομάδα για να μαγειρεύει στα δείπνα που οργανώνουν.
Η ζωή έχει τα προβλήματά της. Ο πρώτος εξάδελφος Νάιτζελ, που ζει στην άλλη όχθη του ποταμού, εκνευρίζει τους υπολοίπους γιατί επιμένει να χειρίζεται ο ίδιος τα οικονομικά του. Παρά ταύτα, τον καλούν στα δείπνα, κι ας μη φτάνουν οι μαγειρικές ικανότητές του εκείνες της Κέντρα. Εκείνη πάλι δεν ενδιαφέρεται να νοικοκυρέψει τα οικονομικά της, κάνει συνεχώς αναλήψεις και αγνοεί τις προειδοποιήσεις της τράπεζας ότι κάποιος άλλος θα πρέπει να πληρώσει τα έξοδά της. Κάποιοι άλλοι εξάδελφοι εκμεταλλεύονται το καθεστώς που τους έχει αναγνωριστεί για να αγοράσουν υπερπολυτελή διαμερίσματα με επιτόκια πολύ χαμηλότερα από αυτά που έβρισκαν στο παρελθόν.
Το όλο σχήμα μοιάζει να επιβιώνει, ώσπου μια μέρα αρχίζει ξαφνικά να καταρρέει. Παρά τα άτυπα όρια που υπάρχουν, ορισμένοι εξάδελφοι κάνουν υπεραναλήψεις. Αλλοι χρωστούν δόσεις στα στεγαστικά τους δάνεια. Πανικόβλητοι, οι πρώτοι δικαιούχοι αναρωτιούνται μήπως πρέπει να πετάξουν έξω τα άτακτα ξαδέλφια. Αλλά η τράπεζα τους πληροφορεί μετά λύπης της ότι αυτό είναι πολύ δύσκολο να γίνει αν δεν κλείσουν πρώτα τον λογαριασμό.
Η οικογένεια προσφεύγει τότε στις υπηρεσίες μιας έμπειρης εξωτερικής οικονομικής συμβούλου, η οποία έχει μια λαμπρή ιδέα: να εκδοθεί μια κοινή πιστωτική κάρτα, όπου τις πληρωμές θα τις εγγυώνται όλοι, ακόμη και οι πιο πλούσιοι εξάδελφοι. Αυτό θα επιτρέψει στα άφραγκα μέλη να ξεπληρώσουν τις επιταγές που έχουν λήξει και τις δόσεις που χρωστούν, παίρνοντας ουσιαστικά δάνειο από τους άλλους. Αλλά αυτό δεν θα γίνει δωρεάν, λέει η σύμβουλος. Οι δανειζόμενοι δεν θα τρώνε σε όλα τα γεύματα. Και όποια οικονομία γίνεται στα υλικά θα χρησιμοποιείται για την αποπληρωμή των δανείων.
Το σύστημα δουλεύει για λίγο καιρό μέχρις ότου η Κέντρα αρχίζει να υποφέρει από την πείνα. Κάθε τόσο απουσιάζει από τη δουλειά και οι διαφορές ανάμεσα στις περιστασιακές της καταθέσεις και τις τακτικές αναλήψεις μεγαλώνει. Οι πιο πλούσιοι εξάδελφοι ανακαλύπτουν σύντομα ότι πρέπει να βάλουν υποθήκη τα σπίτια τους ώστε να συγκεντρώσουν αρκετά χρήματα στην τράπεζα και να αποτρέψουν την κατάρρευση του οικοδομήματος.»
«Το πείραμα αυτό είχε κακό τέλος», γράφει ο Ρόγκοφ, που δεν μας πληροφορεί αν τελικά το ζευγάρι παντρεύτηκε.
«Οι οικονομολόγοι γνωρίζουν εδώ και καιρό ότι η κινητικότητα της εργασίας δεν είναι αρκετή για να λειτουργήσει μια νομισματική ένωση. Χρειάζεται και μια κεντρική φορολογική αρχή που θα έχει εξίσου μεγάλες εξουσίες στη συλλογή φόρων με τις εθνικές αρχές. Χρειάζεται επίσης μια κεντρική ελεγκτική αρχή. Και φυσικά μια νομισματική ένωση χωρίς πολιτική ένωση είναι ένα μισοκτισμένο σπίτι, με σαθρά θεμέλια», συνεχίζει ο Ρογκόφ.
«Δεν υπάρχει βέβαια μία και μόνο συνταγή για τους γάμους ή τις νομισματικές ενώσεις. Το πραγματικό μάθημα όμως του μεγάλου πειράματος του ευρώ», καταλήγει ο αμερικανός οικονομολόγος, «είναι ότι με δεδομένη την αδύναμη κατάσταση της παγκόσμιας διακυβέρνησης, ο καλύτερος χώρος για ένα ενιαίο νόμισμα εξακολουθεί να είναι μια μεμονωμένη χώρα. Ιδιαίτερα όταν στο πείραμα εμπλέκονται δύο ή περισσότερες μεγάλες χώρες. Ενας προγαμιαίος κοινός τραπεζικός λογαριασμός είναι ένας πολύ ασταθής δρόμος προς τον γάμο».