Η περίπτωση της Πελίν Ουνκέρ, πρώην δημοσιογράφου της Cumhuriyet και νυν ανταποκρίτριας της Deutsche Welle στην Τουρκία, αποτελεί την τελευταία καταδίκη σε φυλάκιση εργαζόμενου στα ΜΜΕ από την τουρκική Δικαιοσύνη.
Οπως η ίδια εξηγεί στο iefimerida «επρόκειτο για αναμενόμενη δικαστική απόφαση», προσθέτοντας ότι «πάνω από δέκα συνάδελφοί μου από τη Cumhuriyet κατέληξαν στη φυλακή».
Το κατηγορητήριο που σχηματίστηκε σε βάρος της, ωστόσο, δεν σχετίζεται με «τρομοκρατική» δράση, διασυνδέσεις με Κούρδους επαναστάτες, ούτε με την οργάνωση FETO, του Φετουλάχ Γκιουλέν -την οποία η Τουρκία θεωρεί ως τον ενορχηστρωτή του αποτυχημένου πραξικοπήματος του 2016- αλλά με ένα αποκαλυπτικό ρεπορτάζ.
Η 34χρονη Ουνκέρ, έχοντας δει νωρίτερα δεκάδες συναδέλφους της να δικάζονται με ποικίλες δικαιικές προφάσεις και να καταδικάζονται άδικα σε -έως και πολυετείς- ποινές φυλάκισης, αποφάσισε να αγωνιστεί για την αλήθεια, ανεξάρτητα από το κόστος που θα έχει για την ίδια.
Ετσι, ως μέλος της Διεθνούς Κοινοπραξίας Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ), πραγματοποίησε μια μεγάλη έρευνα και αποκάλυψε, σε δημοσίευμα της Cumhuriyet, την εμπλοκή του πρώην πρωθυπουργού της Τουρκίας Μπιναλί Γιλντιρίμ σε υπόθεση φοροαποφυγής, μέσω των γνωστών Paradise Papers.
Συγκεκριμένα, φανέρωσε ότι ο Γιλντιρίμ και οι δυο γιοι του είχαν συστήσει πέντε υπεράκτιες εταιρείες στη Μάλτα, με σκοπό να πληρώνουν λιγότερους φόρους.
Η Ουνκέρ, παντρεμένη σήμερα, απειλείται γίνει η 232η δημοσιογράφος που οδηγείται σε τουρκικές φυλακές, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα.
Ακολουθεί το περιεχόμενο της συνέντευξης που παραχώρησε στο iefimerida:
-Να ξεκινήσουμε λίγο ανάποδα. Πόσο ασφαλές είναι για τους Τούρκους πολίτες να επικοινωνούν για πολιτικά ζητήματα μέσω social media, email και τηλεφώνου;
Πελίν Ουνκέρ: Νομίζω πως χρειάζεται προσοχή όταν κάποιος μιλάει για την πολιτική μέσω των social media. Δεν πρέπει να χρησιμοποιήσει οτιδήποτε μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ποινικής έρευνας ή να φανεί ως δυσφήμηση. Αν μάλιστα εκφραστούν άσχημα για κάποιον από τα επιφανή στελέχη της κυβέρνησης, τότε μπορεί να αντιμετωπίσουν ποινικές διώξεις. Από την άλλη πλευρά, βέβαια, όλοι στην Τουρκία πλέον νομίζουν ότι παρακολουθούνται από κάποια Υπηρεσία, κάτι που θεωρώ υπερβολικό.
-Εχουμε παρακολουθήσει την υπόθεσή σας από την αρχή. Ποια ήταν τελικά η έκβαση για τον πρώην πρωθυπουργό Μπιναλί Γιλντιρίμ;
Αυτό που έκανα ήταν να επιβεβαιώσω ότι ο πρώην πρωθυπουργός Μπιναλί Γιλντιρίμ είχε πέντε εταιρείες στη Μάλτα, για να μειώσει τους φόρους του. Πρόκειται για πέντε ναυτιλιακές εταιρείες. Κατά την έρευνα, επιπλέον, διαπίστωσα ότι μια από τις πέντε εταιρείες στη Μάλτα, η Nova Warrior, συνδέεται με μια τουρκική εταιρεία, την Oras Denizcilik. Στον Διεθνή Οργανισμό Ναυσιπλοΐας, ωστόσο, η Nova Warrior και η Oras Denizcilik έχουν την ίδια διεύθυνση. Παρά ταύτα, η Oras υπέγραψε μια σύμβαση με την κυβέρνηση ύψους 7 εκατομμυρίων δολαρίων.
Σε ό,τι αφορά τον Γιλντιρίμ δεν είναι μια παράνομη ενέργεια, όμως εγείρονται ζητήματα ηθικής. Γι’ αυτό και τα κόμματα της αντιπολίτευσης έκαναν σχετικές ερωτήσεις στη Βουλή, περί φορολογικών παραδείσων, όμως η πλειοψηφία του AKP (σ.σ. του Ερντογάν) μπλόκαρε, με τις ψήφους της, τη διαδικασία.
-Παρά την αγωγή, τη δίκη και την καταδίκη σε βάρος σας, διαβάζουμε ότι εμμένετε στη θέση σας και στα όσα αποκαλύψατε με το ρεπορτάζ σας.
Φυσικά. Οι πέντε εταιρείες των δυο γιων του Γιλντιρίμ στη Μάλτα είναι γεγονός. Το αποδέχθηκε και ο ίδιος ο Γιλντιρίμ. Αμέσως μετά τη δημοσίευση της έρευνάς μου, ο Μπιναλί Γιλντιρίμ έκανε μια δήλωση στον Τύπο, υποστηρίζοντας ότι είναι απολύτως φυσικό να δραστηριοποιείται στο εξωτερικό, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο να διωχθούν οι γιοι του. Ολα αυτά τα γεγονότα επιβεβαιώνονται και από το κατηγορητήριο. Παρότι, λοιπόν, αποδέχθηκαν ουσιαστικά την ύπαρξη των εταιρειών έκαναν αγωγή και ήρθε το πρώτο πρόστιμο. Εν τέλει δεν διώχθηκαν οι γιοι, αλλά εγώ.
-Η δική σας στοχοποίηση πως ξεκίνησε; Με ποια κατηγορία σας διώκουν;
Με κατηγορούν ότι παρουσίασα τους φορολογικούς παραδείσους ως εγκληματική δραστηριότητα. Και είναι αλήθεια, είναι όντως νόμιμη δραστηριότητα, αλλά αυτό το τόνιζα σε κάθε σχετικό κείμενό μου. Σε κανένα δημοσίευμά μου δεν υπήρχαν λέξεις ή όροι που να παραπέμπουν σε έγκλημα.
-Διαβάσαμε μια πρόσφατη δήλωσή σας στην οποία αναφέρατε ότι η καταδίκη σας ήταν αναμενόμενη. Υπάρχει, όντως, περίπτωση να οδηγηθείτε στη φυλακή;
Ναι, περίμενα την έκβαση της δίκης. Η φυλάκιση δεν αποτελεί έκπληξη όταν πρόκειται για δημοσιογράφους που ασκούν κριτική σε υψηλόβαθμους πολιτικούς. Υπό κανονικές συνθήκες δεν θα χρειαζόταν να πάω στη φυλακή, αλλά δεν υπάρχει καμία εγγύηση γι’ αυτό στην Τουρκία. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα δημοσιογράφων που δεν έπρεπε να φυλακιστούν ούτε μία ημέρα, όπως ο Μουράτ Ακσοΐ, ο Οσμάν Καβαλά και άλλοι, αλλά τελικά παρέμειναν στη φυλακή.
-Είναι το λεγόμενο «καθεστώς Ερντογάν» υπεύθυνο για αυτές τις διώξεις, και εν γένει για την καταστολή; Είδαμε τα πράγματα να παίρνουν επικίνδυνη τροπή μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα.
Με την κατάσταση έκτακτης ανάγκης, που επιβλήθηκε μετά το πραξικόπημα, τα Μέσα Ενημέρωσης στην Τουρκία αντιμετώπισαν τη μεγαλύτερη πίεση στην ιστορία τους. Ακόμη και μετά τις τελευταίες εκλογές τίποτε δεν άλλαξε. Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης πλέον δεν χρειάζεται καθώς, σήμερα, όλη η εξουσία του κράτους βρίσκεται στα χέρια του προέδρου Ερντογάν. Υπάρχουν τεράστιες υποθέσεις που «τρέχουν», όμως επικρατεί μια μεγάλη σιωπή στα ΜΜΕ. Είναι πολύ δύσκολο για τους δημοσιογράφους να είναι ενάντια (σ.σ. στον Ερντογάν).
-Θα μας κάνετε, κλείνοντας, ένα σχόλιο για άλλες υποθέσεις δημοσιογράφων, όπως τους συναδέλφους σας στη Cumhuriyet. Θεωρείται ότι η ανεξάρτητη δημοσιογραφία διώκεται στην Τουρκία;
Υπήρξε μια ολόκληρη επιχείρηση ενάντια στην ανεξάρτητη δημοσιογραφία. Πάνω από δέκα συνάδελφοι της Cumhuriyet οδηγήθηκαν στη φυλακή, με ποινές πολυετούς κάθειρξης. Ολοι κατηγορούνται για υποστήριξη του Κουρδικού Εργατικού Κόμματος (σ.σ. PKK), του ακροαριστερού Eπαναστατικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Κόμματος – Μετώπου (DHKP-C), ή της οργάνωσης του Φετουλάχ Γκιουλέν. Δεν υπήρχε όμως κανένα στοιχεία γι’ αυτές τις κατηγορίες. Αυτό που ήθελαν με την επιχείρηση, ήταν να σιγήσουν τη Cumhuriyet. Διότι η Cumhuriyet είναι μια από τις λίγες εφημερίδες που άσκησαν δριμεία κριτική στον Ταγίπ Ερντογάν. Κλείνοντας, θέλω να ευχαριστήσω τους Ελληνες συναδέλφους μας για την αλληλεγγύη.