Κουβέντα για επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα από τη Μεγάλη Βρετανία στην Ελλάδα δεν ακούει ο διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου Χάρβιχ Φίσερ. Σκληρή απάντηση από την Αθήνα.
Σε συνέντευξή του στα Νέα, ο κ. Φίσερ ήταν κατηγορηματικός σε ότι αφορά την αποδοχή της άποψης ότι η Ελλάδα είναι ο νόμιμος ιδιοκτήτης των γλυπτών. «Δε θα το αποδεχόμουν. Τα αντικείμενα της συλλογής του Βρετανικού μουσείου βρίσκονται υπό την ιδιοκτησία των επιτρόπων του Μουσείου» και σημείωσε πως δεν υπάρχει περίπτωση δανείου επ΄αόριστον των γλυπτών. Παράλληλα ανέφερε ότι το Βρετανικό Μουσείο όταν δανείζει, το κάνει σε εκείνους που αναγνωρίζουν την ιδιοκτησία των αντικειμένων.
«Μπορώ να καταλάβω ότι οι Έλληνες έχουν μια ιδιαίτερη και παθιασμένη σχέση με αυτό το κομμάτι της πολιτιστικής τους κληρονομιάς και θέλουν να δουν όλα τα Γλυπτά του Παρθενώνα στην Αθήνα».
«Εμείς εκθέτουμε τα γλυπτά του Παρθενώνα μέσα σε ένα πλαίσιο παγκόσμιου πολιτισμού προβάλλοντας επιτεύγματα από όλο τον κόσμο κάτω από την ίδια στέγη» σημείωσε, παραδεχόμενος ωστόσο πως δεν είναι το ίδιο να βρίσκονται στην Αθήνα με το Λονδίνο. Οπως είπε, «όταν μετακινείς πολιτιστική κληρονομιά σε ένα μουσείο, τη μετακινείς εκτός πλαισίου της», αλλά ισχυρίζεται πως «αυτή η μετατόπιση είναι και αυτή μια δημιουργική πράξη».
Η απάντηση της Αθήνας
Η απάντηση στον Χάρβιχ Φίσερ ήρθε δια της υπουργού Πολιτισμού Μυρσίνης Ζορμπά, η οποία ανέφερε ότι «απόψεις όπως αυτή του διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου Χάρτβιχ Φίσερ περί ''νόμιμου ιδιοκτήτη'' των Γλυπτών του Παρθενώνα αποτελούν υπολείμματα της αποικιοκρατίας και αγνοούν τη διεθνή συζήτηση και τις Διακηρύξεις της Unesco».
«Η Ελλάδα είναι ο γενέθλιος τόπος των Γλυπτών του Παρθενώνα, η Αθήνα είναι η πόλη τους, η Ακρόπολη και το Μουσείο της είναι ο φυσικός τους χώρος.
Η δήλωση του κ. Φίσερ περί ''νόμιμου ιδιοκτήτη'' επιδεικνύει μια στενή, κυνική διαχειριστική αντίληψη. Είναι λυπηρό να ακούγεται από τον διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου και γνωστό ιστορικό τέχνης. Υποβαθμίζει την πολιτιστική κληρονομιά από ανεκτίμητη οικουμενική αξία σε αγοραπωλησία. Παρόμοιες απόψεις είναι διαμετρικά αντίθετες με τις αντιλήψεις που επικρατούν σήμερα στο διεθνές πεδίο του πολιτισμού. Αποτελούν υπολείμματα της αποικιοκρατίας και αγνοούν τη διεθνή συζήτηση και τις Διακηρύξεις της Unesco. Πολύ περισσότερο, όταν πρόκειται για ένα ακρωτηριασμένο μνημείο, σύμβολο της χώρας διαχρονικά, στο οποίο οφείλεται η επανένωση και αποκατάστασή του, σύμφωνα με τη βασική αρχή της "ακεραιότητας", όπως επιβάλλει η Σύμβαση της Unesco του 1972», απαντά χαρακτηριστικά η κυρία Ζορμπά.