Η Συμφωνία των Πρεσπών επιλύει μία από τις πιο δύσκολες διμερείς διαμάχες στα Βαλκάνια και αποτελεί γεωπολιτική νίκη για την ΕΕ, αλλά είναι ανησυχητική για τη δημοκρατία, επισημαίνει το TIME.
«Η συμφωνία για την αλλαγή του ονόματος της “Μακεδονίας” είναι θρίαμβος για την ΕΕ, αλλά ανησυχητική για τη δημοκρατία», είναι ο τίτλος άρθρου που δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του TIME και το οποίο υπογράφει ο Αγγελος Χρυσόγελος, ερευνητής του Weatherhead Center for International Affairs του πανεπιστημίου Χάρβαρντ, ο οποίος συνεργάζεται και με το think tank Chatham House.
Για την ΕΕ, επισημαίνει το άρθρο, η Συμφωνία των Πρεσπών αποτελεί μια γεωπολιτική νίκη και μια δικαίωση του οράματος για το πώς πρέπει να λειτουργεί η διεθνής πολιτική. Ομως, τονίζει ο αρθρογράφος, υπάρχουν τρία προβλήματα με αυτό το αφήγημα: η πολιτική διαδικασία που απαιτείται, το γεγονός ότι η Συμφωνία δεν είναι δημοφιλής στις δύο χώρες και ότι αναζωπυρώνει τις εντάσεις.
Μάλιστα, ο αρθρογράφος περιγράφει με σκληρούς όρους τις κινήσεις που έκαναν τόσο ο Αλέξης Τσίπρας όσο και ο Ζόραν Ζάεφ, προκειμένου να διασφαλίσουν την επικύρωση της Συμφωνίας από τα κοινοβούλια Ελλάδας και ΠΓΔΜ.
«Η ΕΕ επέλεξε να αγνοήσει τις προβληματικές διαστάσεις της διαδικασίας επικύρωσης που έχει θέσει σε δοκιμασία τις συνταγματικές νόρμες και τις αρχές του κράτους δικαίου τόσο στη “Μακεδονία” όσο και στην Ελλάδα. Επειδή ο Τσίπρας και ο Ζάεφ έχουν ισχνή πλειοψηφία στα κοινοβούλιά τους, η προώθηση της συμφωνίας και στις δύο χώρες απαίτησε πολιτικά παζάρια που δοκίμασαν τα όρια της νομιμότητας», αναφέρει χαρακτηριστικά το άρθρο.
Στην Αθήνα, η κατάσταση είναι ακόμη πιο περίπλοκη από ό,τι στα Σκόπια, επισημαίνει ο αρθρογράφος. «Η κυβέρνηση Τσίπρα επιβίωσε της ψήφου εμπιστοσύνης προκειμένου να επικυρώσει τη Συμφωνία, όμως η μικροσκοπική πλειοψηφία του βασίζεται σε κάποιους που αντιτίθενται στη Συμφωνία, οι οποίοι δελεάστηκαν με την υπόσχεση κυβερνητικών θέσεων. Ο Τσίπρας αναμένει να επικυρώσει τη Συμφωνία αυτή την εβδομάδα, παίρνοντας βουλευτές από μικρότερα κόμματα της αντιπολίτευσης, που πιθανόν θα επιβραβευτούν με τη συμμετοχή στα ψηφοδέλτια του κόμματός του στις επόμενες εκλογές. Ηδη, αντιπολίτευση κατηγορεί τους τελευταίους μήνες τον Τσίπρα για παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη, τα ΜΜΕ και τις ένοπλες δυνάμεις. Τώρα, η “συρραφή” πλειοψηφιών για διαφορετικές ψηφοφορίες στο κοινοβούλιο έχει θέσει σε δοκιμασία τις νόρμες της κοινοβουλευτικής και συνταγματικής διαδικασίας και συνέβαλε στην περαιτέρω δυσπιστία των Ελλήνων για το πολιτικό σύστημα», επισημαίνει ο αρθρογράφος.
Οσο για την ΠΓΔΜ, επισημαίνει ότι ο Ζάεφ χρησιμοποίησε τόσο απειλές για δικαστικές διαδικασίες, όσο και έναν αμφιλεγόμενο νόμο για μερική αμνηστία, για να κάνει τους βουλευτές της αντιπολίτευσης να ψηφίσουν τις συνταγματικές αλλαγές. «Βουλευτές τις αντιπολίτευσης στα Σκόπια φέρεται ότι ήταν απίστευτη πίεση, τόσο από υποστηρικτές όσο και από αντιπάλους της Συμφωνίας, ανάμεσά τους και ξένες κυβερνήσεις, για να ψηφίσουν αντίστοιχα. Η μία πλευρά κατηγορεί την άλλη για απειλές σωματικής βίας ή δωροδοκίες», επισημαίνει ακόμη το δημοσίευμα.
Αντιδράσεις και στις δύο χώρες
Ο αρθρογράφος επισημαίνει ακόμη ότι οι κυβερνήσεις και των δύο χωρών προωθούν τη Συμφωνία των Πρεσπών ενάντια στις επιθυμίες μεγάλου τμήματος και των δύο λαών. Σημειώνει ότι στην ΠΓΔΜ η κυβέρνηση απέτυχε να κερδίσει το δημοψήφισμα του Σεπτεμβρίου, «μία ψηφοφορία που η ΕΕ επέλεξε να αγνοήσει», σχολιάζει. Στην Ελλάδα, συνεχίζει, όλες οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν ισχυρή πλειοψηφία κατά της Συμφωνίας.
Ο αρθρογράφος κάνει αναφορά και στις τεράστιες διαδηλώσεις εναντίον της Συμφωνίας, σημειώνοντας το συλλαλητήριο για τη Μακεδονία, την Κυριακή «που διαλύθηκε διά της βίας από την αστυνομία», ενώ επισημαίνει ότι οι εικόνες από το Σύνταγμα «θύμισαν τις σκοτεινότερες ημέρες της κρίσης της ευρωζώνης και τις βίαιες διαδηλώσεις κατά της λιτότητας στην Αθήνα».
Αναζωπύρωση των εντάσεων
Ακόμη και ο γεωπολιτικός στόχος της σταθεροποίησης της περιοχής τίθεται σε κίνδυνο από τη Συμφωνία, επισημαίνει ο αρθρογράφος, επειδή είναι τόσο «εκρηκτικό το πολιτικό μείγμα σε Ελλάδα και “Μακεδονία”».
«Στην Ελλάδα, η Συμφωνία αμαυρώνει τη δημόσια εικόνα της ΕΕ, διακόπτοντας μια περίοδο αργής και οδυνηρής αποκατάστασης μετά την κρίση. Σε μια χώρα που είναι ακόμη σημαδεμένη από την οικονομική κρίση και είναι πάντα επιρρεπής σε λαϊκιστικές υποτροπές, η αναζωπύρωση του εθνικισμού από μια Συμφωνία που στηρίζουν οι Βρυξέλλες είναι κόντρα στο συμφέρον της ΕΕ για τη σταθερότητα σε μια χώρα- μέλος της ευρωζώνης», επισημαίνει το TIME.
Η Συμφωνία των Πρεσπών είναι ένα ακόμη παράδειγμα της γραφειοκρατικής διακυβέρνησης που συχνά αγνοεί την πολιτική πραγματικότητα και τις λαϊκές ευαισθησίες, καταλήγει ο αρθρογράφος αναφερόμενος στην ΕΕ. Πάνω από όλα, τονίζει, αντικατοπτρίζει μια στάση που θεωρεί την ένταξη στην ΕΕ ως “γιατρειά” για σύνθετα εθνικά, οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, αλλά επίσης ανέχεται παζάρια με αμφιλεγόμενες ελίτ και κάνει τα στραβά μάτια τις μεθόδους τους, αρκεί να έχουν αποτελέσματα υπέρ της ΕΕ. Σε μια εποχή με σοβαρά προβλήματα με το κράτος δικαίου σε κάποιες χώρες της ΕΕ και λαϊκό ξεσηκωμό σε άλλες, τέτοια προσέγγιση στα προβλήματα της ΕΕ είναι κοντόφθαλμη και αυτοκαταστροφική», καταλήγει.