«Αμοιβαία επωφελή λύση» χαρακτηρίζει τη Συμφωνία των Πρεσπών ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης της ΠΓΔΜ, αρμόδιος για ευρωπαϊκές υποθέσεις, Μπουγιάρ Οσμάνι, σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και υπογραμμίζει πως η υλοποίησή της θα δημιουργήσει πολιτική και οικονομική σταθερότητα στην περιοχή.
Κληθείς να σχολιάσει τις αντιδράσεις που υπάρχουν εκατέρωθεν των συνόρων απέναντι στη Συμφωνία των Πρεσπών, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης της ΠΓΔΜ υπογραμμίζει πως «το γεγονός ότι και στις δύο χώρες υπάρχει αντίθεση (στη συμφωνία) με παρόμοια φρασεολογία σε ό,τι αφορά τη διαδικασία, καταδεικνύει τη συμμετρία της» γιατί, όπως χαρακτηριστικά λέει, «αν η συμφωνία ήταν ασύμμετρη, προς όφελος της μίας μόνο πλευράς και δεν ήταν μια αμοιβαία επωφελής (win-win) λύση, τότε θα υπήρχε τεράστια αντίθεση στη μία χώρα και λιγότερη στην άλλη».
Αυτή η «ίση αντίθεση σε επίπεδο έντασης και φραστικών διατυπώσεων καταδεικνύει ότι αυτή η συμφωνία ήταν αρκετά συμμετρική και αμοιβαία επωφελής και για τις δύο χώρες», τονίζει ο κ. Οσμάνι.
«Φυσικά δεν μπορείς να έχεις μια συμφωνία 100% για κάθε κατάσταση σε μια δημοκρατική κοινωνία, αλλά νομίζω ότι η πλειονότητα των πολιτών και στις δύο χώρες κατανοεί πόσο σημαντικό είναι για την Ελλάδα να "απελευθερωθεί" απ' αυτό το ζήτημα και να επιστρέψει στον ρόλο της στα Βαλκάνια», λέει ο κ. Οσμάνι.
Εξηγώντας ποιος κατά την άποψή του είναι αυτός ο ρόλος της Ελλάδας, σημειώνει: «Πάντα λέω ότι ο ρόλος της Ελλάδας στα Βαλκάνια είναι ο "πυρσός"(ο καθοδηγητής) της ευρωπαϊκής ένταξης για ολόκληρη την περιοχή, ότι πρέπει να ηγηθεί της διαδικασίας ενσωμάτωσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Και μ' αυτή τη διακρατική διένεξη η Ελλάδα ήταν κατά έναν τρόπο απομονωμένη από αυτή τη δυνατότητα, τού να ηγηθεί της περιοχής στην πορεία προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ.
Επομένως, η Ελλάδα θα ωφεληθεί από την επίλυση αυτού του ζητήματος και η χώρα μας θα ωφεληθεί με την ένταξή της στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν γνωρίζω αν είναι εθνικιστές (αυτοί που αντιδρούν), αν προσπαθούν να σφετεριστούν αυτό το ζήτημα για πολιτικά οφέλη ή για κάποιον τρίτο λόγο, αλλά είμαι σίγουρος πως στο μέλλον όλοι θα συμφωνήσουν ότι αυτή ήταν η σωστή απόφαση και μια καλή απόφαση και για τις δύο χώρες».
«Απομακρύνεται μια τεράστια "μαύρη πέτρα" από τον λαιμό μας»
Ο κ. Οσμάνι παραδέχεται ότι η διαδικασία κύρωσης της συμφωνίας από το κοινοβούλιο της ΠΓΔΜ «δεν ήταν μια καθόλου εύκολη διαδικασία», αλλά «μια πολύ περίπλοκη διαδικασία που εκινείτο συνέχεια στην κόψη του ξυραφιού» και σημειώνει πως «έως την τελευταία στιγμή, όταν έγινε η τελική ψηφοφορία, κανείς δεν ήταν σίγουρος ότι θα είχαμε μια επιτυχημένη κατάληξη», επισημαίνοντας πως στο τέλος κατέστη δυνατή «μια ανοιχτή σε όλους και συμμετοχική διαδικασία, προκειμένου να συμμετέχουν όλοι στον καθορισμό των συνταγματικών αλλαγών και να αισθανθούν όλοι μέρος της διαδικασίας».
«Είχαμε δύο χαρισματικούς ηγέτες στη χώρα, τον κ. Ζάεφ και τον κ. Αχμέτι, και από τις δύο εθνοτικές κοινότητες, αλλά και ειλικρινή βοήθεια από τη διεθνή κοινότητα, την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, που κατά κάποιο τρόπο δημιούργησε αυτή τη φόρμουλα επιτυχίας της διαδικασίας και είμαι πολύ ευτυχής που ολοκληρώθηκε και απομακρύνει αυτή την τεράστια "πέτρα" στο λαιμό μας, που μας εμπόδιζε να προοδεύσουμε αυτά τα τελευταία 27 χρόνια», αναφέρει ο κ. Οσμάνι.
Σημειώνει παράλληλα πως ανυπομονεί πλέον να ολοκληρωθεί με επιτυχία αυτή η διαδικασία στο ελληνικό κοινοβούλιο προκειμένου «να τεθεί σε ισχύ η συμφωνία και να προχωρήσουμε στην υλοποίηση όλων των ζητημάτων που προβλέπονται από τη συμφωνία».
Επωφελής και για τις διεθνοτικές σχέσεις η Συμφωνία
Εξηγώντας γιατί, όπως λέει, είναι επωφελής η συμφωνία, επισημαίνει πως «είναι σημαντικό ότι κατ' αρχάς θα δημιουργήσει πολιτική και οικονομική σταθερότητα στην περιοχή».
«Η χώρα θα ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, αυτό θα δημιουργήσει πολιτική σταθερότητα και η πολιτική σταθερότητα φέρνει οικονομική σταθερότητα. Και στη συνέχεια θα βελτιώσουμε την οικονομική ευμάρεια των πολιτών στην περιοχή. Ολόκληρη η περιοχή θα πάει με ταχείς ρυθμούς και αυτό σημαίνει ότι θα πάψει πλέον να υπάρχει μια "μαύρη τρύπα" στο τμήμα αυτό της Ευρώπης, που θα μπορούσε να είναι ένα εν δυνάμει μέρος για διενέξεις και πολέμους», επισημαίνει ο κ. Οσμάνι.
Εκτιμά, δε, ότι θα βελτιωθεί σημαντικά και η διμερής συνεργασία και εξηγεί: «Έχουμε πληροφορίες ότι το (διμερές) εμπόριο αυξήθηκε κατά 18% στην περίοδο μετά την υπογραφή της συμφωνίας. Κι από αυτή την αύξηση στο εμπόριο, οι πολίτες θα έχουν οφέλη. Οι άνθρωποι θα μετακινούνται ελεύθερα, θα κάνουν εμπόριο ελεύθερα, ολόκληρη η περιοχή θα έχει ευημερία και σταθερότητα. Κι αυτό νομίζω πως είναι απαίτηση των πολιτών και από τις δύο πλευρές».
Ο κ. Οσμάνι εξηγεί επίσης ότι η Συμφωνία των Πρεσπών θα βοηθήσει και τις διεθνοτικές σχέσεις στην ΠΓΔΜ καθώς «θα δημιουργήσει περισσότερες προϋποθέσεις για καλύτερη ενσωμάτωση στη χώρα».
«Για τους Αλβανούς», σημειώνει, «η ένταξη στο ΝΑΤΟ είναι πολύ σημαντική και όλη αυτή η σταθερότητα και η οικονομική ευμάρεια για την οποία μιλώ θα δημιουργήσει συνθήκες ώστε οι εθνοτικές κοινότητες να ζουν από κοινού και να βλέπουν το μέλλον τους εδώ και όχι στη μετανάστευση στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή σε διάφορες εθνοτικές διενέξεις εντός της χώρας. Η πολιτική και οικονομική σταθερότητα που δημιουργείται με την υπογραφή και υλοποίηση της συμφωνίας θα συμβάλει τόσο στην εσωτερική ενσωμάτωση (σ.σ. των εθνοτικών κοινοτήτων) αλλά και στην εξωτερική ενσωμάτωση της χώρας».
Το μήνυμα είναι ότι «ανήκουμε στην ευρωατλαντική οικογένεια αξιών»
Ερωτηθείς για τη στάση της Ρωσίας απέναντι στη Συμφωνία των Πρεσπών και το ενδεχόμενο να προβάλλει προσκόμματα η Μόσχα στην υλοποίησή της, ο κ. Οσμάνι εκτιμά πως δεν υπάρχει μια τέτοια προοπτική.
«Φοβόμασταν στα πρώιμα στάδια της συμφωνίας ότι ενδέχεται να υπάρξει επιρροή. Υπήρξαν προσπάθειες επιρροής αλλά ευτυχώς η ενέργεια καθώς και η πεποίθηση των ανθρώπων ότι αυτό το ζήτημα πρέπει να επιλυθεί ήταν πολύ πιο ισχυρή από τις προσπάθειες να τεθούν εμπόδια στη συμφωνία. Τώρα είναι πολύ αργά. Η διαδικασία είναι πολύ ώριμη προκειμένου να προσπαθήσει κάποιος να την καταστρέψει», λέει χαρακτηριστικά.
Εξηγεί, δε, πως «ένας λόγος που επιμείναμε στην επιτάχυνση της διαδικασίας εισόδου στο ΝΑΤΟ ήταν να αποτρέψουμε αυτές τις γεωπολιτικές συγκρούσεις για επιρροή στην περιοχή, όπου η παράπλευρη ζημιά θα αφορούσε αυτήν ακριβώς την περιοχή και τους ανθρώπους που ζουν σ' αυτή. Επομένως, παρά το γεγονός ότι θέλουμε να έχουμε καλές διμερείς σχέσεις με τη Ρωσία, το μήνυμα είναι ότι ανήκουμε στην ευρωατλαντική οικογένεια αξιών και η φιλοδοξία άλλων γεωπολιτικών δυνάμεων να επηρεάσουν αυτή την περιοχή έχει τελειώσει».