Στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της ΠΓΔΜ δημοσιεύθηκε και ο νόμος κύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών, μετά τη δημοσίευση των τεσσάρων τροπολογιών και του συνοδευτικού εφαρμοστικού συνταγματικού νόμου.
Και στις δύο περιπτώσεις, αυτός που είχε υπογράψει ήταν ο πρόεδρος της Βουλής, Ταλάτ Τζαφέρι και όχι ο πρόεδρος της ΠΓΔΜ, Γκιόργκι Ιβάνοφ. Το ίδιο έγινε και με τον νόμο που προβλέπει τη διεύρυνση της χρήσης της αλβανικής γλώσσας στη χώρα, που επίσης δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως την Τρίτη.
Το κοινοβούλιο της ΠΓΔΜ είχε ψηφίσει δύο φορές τόσο τον νόμο κύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών όσο και εκείνον που αφορά στα αλβανικά. Και στις δύο περιπτώσεις όμως ο Ιβάνοφ αρνούνταν να υπογράψει τα σχετικά διατάγματα και να τα αποστείλει για δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Εντονη ήταν η αντίδραση του προέδρου της ΠΓΔΜ μετά τη δημοσίευση των δύο νόμων στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθώς ο Ιβάνοφ κατηγόρησε τον πρόεδρο της Βουλής για αντισυνταγματική ενέργεια και έριξε την ευθύνη για αυτό στα κόμματα της συγκυβέρνησης, το SDSM του Ζόραν Ζάεφ και το DUI του Αλί Αχμέτι. Ακόμη, ο Ιβάνοφ χαρακτήρισε παράνομη ενέργεια τη δημοσίευση των νόμων στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, τονίζοντας ότι αυτό αποτελεί λόγο για την άσκηση ποινικής δίωξης.
«Αναρωτιέμαι αν οι ανώτατου εκπρόσωποι της διεθνούς κοινότητας, που στηρίζουν αυτόν τον κυβερνητικό συνασπισμό, θα υποστηρίξουν αυτό τον τρόπο υιοθέτησης νόμων. Θα υποστηρίξουν αυτό που θα προκαλέσει απρόβλεπτες συνέπειες, βλάπτοντας το κράτος δικαίου; Τέτοιες πρακτικές χρησιμοποιούνται στις δικές τους χώρες;», αναφέρει μεταξύ άλλων στην ανακοίνωσή του ο Ιβάνοφ.
Το SDSM και ο Τζαφέρι απάντησαν κατηγορώντας τον Ιβάνοφ ότι εκείνος παραβίασε το Σύνταγμα, όταν αρνήθηκε να υπογράψει τα προεδρικά διατάγματα για τους δύο νόμους. Παράλληλα υποστήριξαν ότι ήταν καθόλα νόμιμη και συνταγματική η δημοσίευση των δύο νόμων με την υπογραφή του προέδρου της Βουλής.