Ο ένας από τους συλληφθέντες για την υπόθεση του Άκη Τσοχατζόπουλου, ο επιχειρηματίας Γιώργος Σαχπατζίδης στο απολογητικό υπόμνημα που κατέθεσε αρνείται τις κατηγορίες που του αποδόθηκαν για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος.
Σύμφωνα με το ΒΗΜΑ ο Γιώργος Σαχπατζίδης υποστηρίζει πως τον Ακη Τσοχατζόπουλο τον γνωρίζει κοινωνικά.
«Τον Ακη Τσοχατζόπουλο δεν τον έχω συναντήσει παρά μόνο στο πλαίσιο κοινωνικών εκδηλώσεων και εντός ευρέως κύκλου παριστάμενων προσώπων και μάλιστα χωρίς εγώ να έχω επιδιώξει την παρουσία του Α. Τσοχατζόπουλου στις εκδηλώσεις αυτές. Είμαι βέβαιος ότι την έλλειψη κάθε επαφής μεταξύ εμού και του Α. Τσοχατζόπουλου μπορούν να επιβεβαιώσουν όλα τα πρόσωπα του περίγυρου του Α. Τσοχατζόπουλου τόσο από τα κατά καιρούς υπουργικά γραφεία του, όσο και από το ιδιωτικό του πολιτικό γραφείο...
Ένας πολύ σοβαρός λόγος που εμπόδιζε την ανάπτυξη σχέσεων μεταξύ εμού και του Α. Τσοχατζόπουλου ήταν ότι εγώ όχι μόνο δεν τον υποστήριζα πολιτικά, αλλά αντίθετα υποστήριζα τον Ν. Ακριτίδη, δηλαδή πολιτευτή του ίδιου πολιτικού κόμματος (ΠαΣοΚ) στην ίδια εκλογική περιφέρεια (Α' Θεσσαλονίκης).
Ουδεμία απολύτως ανάμιξη είχα στη σύσταση και τη διαχείριση των εξωχωρίων εταιριών που αναφέρονται στο κατηγορητήριο. Οι εταιρίες αυτές, πλην της TORCASO, μου είναι και απολύτως άγνωστες. Για πρώτο φορά άκουσα για τις εταιρίες αυτές από δημοσιεύματα του Τύπου. Τα πρόσωπα που συμμετείχαν στη σύσταση των ίδιων εταιριών προκύπτουν από τα υπάρχοντα στη δικογραφία σχετικά επίσημα έγγραφα, και - φυσικά - ουδόλως προκύπτει δική μου ανάμιξη».
Ο Ζίγρας μου ζητούσε προσκλήσεις για τον ΠΑΟΚ
Στην απολογία του τονίζει πως από τους συγκατηγορουμένους του δεν γνωρίζει προσωπικά κανένα, εκτός από τον Ζήγρα, τον οποίο όπως δήλωσε γνώρησε το 2005, όταν του ζητούσε προσκλήσεις για ποδοσφαιρικούς αγώνες του ΠΑΟΚ. Στη συνέχεια βέβαια οι σχέσεις έγιναν επαγγελματικές.
«Αργότερα, το έτος 2006, ενώ βρισκόμουν σε ταξίδι στη Ρωσία με τη σύζυγό μου, ο Γ. Ζήγρας μου τηλεφώνησε και με συνάντησε προκειμένου να διερευνήσει, αν μπορώ να τον φέρω σε επαφή με επιχειρήσεις εμπορίας ξυλείας, καθόσον, όπως μου είπε, εκπροσωπούσε μεγάλη γερμανική επιχείρηση με το αντικείμενο αυτό. Εγώ από την πλευρά μου ενδιαφέρθηκα να γίνω μεσολαβητής και τον έφερα σε επαφή με επιχείρηση ξυλείας που λειτουργούσε στην περιοχή της Αγίας Πετρούπολης.
Κατά την επιστροφή μας από τη Ρωσία προς τη Θεσσαλονίκη συνταξιδέψαμε με τον Γ. Ζήγρα και την τότε σύζυγό του, και από λόγους κοινωνικής αβρότητας τους προσκάλεσα στο σπίτι μου στην Κατερίνη, όπου λίγες ημέρες αργότερα ήλθαν για φαγητό. Η επόμενη επαφή μας έγινε λίγες ημέρες αργότερα στην Αθήνα, οπότε όμως διαπιστώθηκε ότι δεν θα πραγματοποιείτο η συναλλαγή για την ξυλεία που επιδιώκαμε. Έκτοτε δεν τον έχω ξανασυναντήσει ποτέ».
Θέλω να επισημάνω, ότι όταν για πρώτη φορά διάβασα στον Τύπο, ότι το όνομά του συνδέεται με την εταιρία TORCASO, επανειλημμένα προσπάθησα να έλθω σε επαφή μαζί του τηλεφωνικά, προκειμένου να ζητήσω διευκρινίσεις, αλλά εκείνος δεν απάντησε σε καμία από τις κλήσεις μου».